Νι
Ναάρα=
φωτιά.
Νάζι=Αποποιούμενη
επιθμία, ναζιάρης, ναζιάρικο.
Ναζιανζός=η
πόλις Καππαδοκία, η προτ. Διοκαισάρεια
Νάζκα=διάδρομοι
προσγείωσης
αρχαίου αεροδρομίου στο Περού πριν από
9.600 π.Χ. (Λιακόπουλος)
Νάθε=
Να ήθελε.
Ναι-ναίσκε=Μάλιστα.
Ναι(νη)=
Τω όντι, Αληθώς, βέβαια, “Ναι μα τόδε
σκήπτρον”
Νάϊα=Γιορτές
που τελούνταν στη Δωδώνη κάθε τέσσερα
χρόνια προς τιμήν του Νάϊου Φία
Ναϊάς=νύμφες
των υδάτων της αρχ. μυθολογίας μας
Νάϊος=Ο
θεός των βροχών, ο Όμβριος Ζευς στη
Δωδώνη.
Ναίω=Κατοικώ.
Νακ-ναγ=Με
τη ρίζα αυτή υπάρχουν πόλεις με πολλά
μεταλλεία.Ναγιαράτ του Μεξικού,
Νάγπουρ των Ινδιών, Η Νιγρίτα
πόλις του νομού Σερρών.
Νάκα=Αρχαία
η προβιά,
Ναμ=Η
περιστερά. Διώνη ελέγετο εν Δωδώνη.
Νάμα=ρεύμα,
πηγή. Πηγαίον ύδωρ. Ξύλινος οχετός
(Ησύχιος)
Νάμα-άναμα=Ο
οίνος, το νέκταρ. Νάναι κατά τον
Ησύχιον. Αι ρυταί τα ποτήρια του
οίνου δι’ ών έσπενδον τω Διονύσω και
τοις άλλοις θεοίς. Αναιή η τροφός, η
τιθήνη και νείος ο αγρός, η άμπελος.
Νάμα
ή ανάμα= Στην Ήπειρο το κρασί της θείας
μεταλήψεως.
Νάνναν=τον
της μητρός ή του πατρός αδελφή, νανάζον
παίζον, νάννη, μητρός αδελφή Νάνος
επί των μικρών, ως νάνον και αιδίον
έχοντα μέγα, οι γουν νάνοι μεγάλα αιδία
έχουσιν (με την ίδια ρίζα και άλλες
έννοιες στον Ησύχιο) κι ο Ν.Λορ.γράφει
ότι κατά Τζετζ. εις Λυκοφρ. 1244 Νάννος
εκαλείτο ανέκαθεν ο Ωδυσσεύς
Νάξος=Νάκσος
από Να-κα-σος, ΝΑ=ναμα πιοτόν, Κας μέθυος,
οίνου, (ΚΑΣ ΝΑ μέθη).Νάξος=νήσος των
Κυκλάδων Νάξος= πόλις Σικελίας
Νάουσα=Τόπος
ένυγρος υπό υδάτων καταρδευόμενον.
Νάουσα Πάρου Ασουάν=Νάουσα της
Αιγύπτου διαβαζόμενο αντιστρόφως.
Νάπη
δὲ καὶ Βῆσσα= Εἶναι ταυτοσήμαντα
σημαίνοντα δρυμόν, σύνδεδρον, σύσκιον
τόπον, σκοτεινά, ἐρεβώδη, συνεπῶς
μέλανα. «Νάπι, κατὰ τὸν Ἡσύχιον,
ὕλη ἢ κοίλη ἤ τόπος ὀρεινὸς». Καὶ
ἡ ὀνομασία αὕτη εἶναι ἀνάλογος πρὸς
τὸ ὅλον τοπωνυμικὸν περιβάλλον τῆς
Αἰθιοπίας καὶ Πελασγίας Λέσβου.
Παρνασία Νάπη ἐλέγετο καὶ ἡ Πυθὼ
Δελφοὶ. Νάπη δὲ ὄρος, τὸ καὶ
Πελλάνη λεγόμενον, Βήσσανη Πωγωνίου
Ηπείρου.
Νάπη =Η
Παξός· Δάση, κοιλάδα.
Ναρ=Νάρος-Νέρα
ποταμός της Ουμβρικής χώρας εν Ιταλία
Ναρβών=Ναρβών
ποταμός ρέων δια της πόλεως Ναρβώνος
Ναρθάκιον
=όρος της Φθιώτιδος χώρας εν Θεσσαλία
και πόλις της Θεσσαλίας πλησίον της
Φαρσάλου
Νάρκι=
Το κανονικό. Με νάρκι-με το μέτρο.
Νας=
Το φίδι κι ο σατανάς,όφις ο αρχέκακος,
ο μεγάλος δράκων.Νᾶς-νος= Ο ὄφις
Νασα-ντιγια=βεδική
λέξη που αποτελεί τόνομα ύμνου της Ριγκ
βέντα (βλέπε λ.) στην Σανσκριτική
(μετέπειτα της ελληνικής)
σημαίνει Νύχτα.αντιστοιχεί με την
ελληνική μυθική Νύσα που συνδέεται με
τό άφωτο ύδωρ και είναι ο τόπος γεννήσεως
του Διονύσου
Νάσος=ποταμός
(Ησύχιος).Ναίσος-Ναϊσός-Νέσος =πόλις
Θράκης, κτίσμα και πατρίς του Μεγάλου
Κωνσταντίνου, ο κάτοικος Ναϊσιτανός.
(Στεφ.Βυζάντιος). Νάσος =νήσος
(Δωρικά). Νάσος =Ένα μέρος της παλαιάς
πόλεως των Συρρακουσών, βλέπε Ορτυγία(Νικ.
Λουντέμης)
Νάτειρα =Η
Δέσποινα, κατὰ τὸν Ἡσύχιον, ἡ βασίλισσα,
διότι ἡ λέξις ερ ἐν τῇ πρωτοελληνικῇ
σημαίνει τὸν χρυσὸν καὶ τὸν βασιλέα,
ὡς ἡ ρε-ρα-ρη Ρέα ἡ μήτηρ τῶν θεῶν.
Ροδάμανθυς ὁ βασιλεὺς καὶ κριτὴς τοῦ
ᾋδου.
Ναύ-κρατις=πόλι
στο Δέλτα Ηροδ.Β.97
Ναύλον=το
εις το στόμα των νεκρών εμβαλλόμενον
νομισμάτιον(Ησύχιος)
Ναύλοχος=πόλις
της Θράκης, και πόλις μικρά και λιμήν
των αρκτικών παραλίων της Σικελίας,
κειμένη ανατολικώς των Μυλών.Αππιανός
Ναυ-ΝαFπηγός=To
δίγαμμα διατηρήθηκε στις αρχαιοελληνικές
διαλέκτους μέχρι 6ο-5ο- αιώνα π.Χ. και 2ο
αιώνα π.Χ.
Ναυπάκτια
ἔπη= Ελάχιστα τεμάχια μέχρις ἡμῶν
διεσώθησαν. Ὁ Παυσανίας (Β΄ 39) ἀναφέρει
μέρος τί σχετικὸν πρὸς τὸν Ἰάσονα,
«ἔπη δὲ ἐστὶν ἐν Ἔλλησι Ναυπακτία
ὀνομαζόμενα πεποιῆται δὲ ἐν αὐτῆς
Ἰάσονα ἐξ Ἰολκοῦ μετὰ τὸν πελίου
θάνατον εἰς Κέρκυραν μετοικῆσεν, καὶ
οἱ Μέρμερον μὲν τὸν πρεσβύτερον τῶν
παίδων ὑπὸ Λέοντως διφθαρεῖναι
θηρεύοντα ἐν τὴν πέρα Ἤπειρον
μετέφερον τὸν Ἰάσονα καὶ τοὺς υἱούς
του. Πάντοτε ἡ Κέρκυρα. ἠπεῖρῳ...»
Καί τὰ ἔπη ταῦτα εἰς τὴν Κέρκυρα καὶ
τὴν ἀπέναντι Εὔβοια καὶ Κέρκυρα
εἶναι οἱ δυὸ πόλεις περὶ οὖς στρέφεται
πᾶσα ἡ μυθολογία. Ἀλλ’ Εὔβοια εἶναι
οἱ Παξοί, ὡς ἐπίσης Παξοὶ εἶναι ἡ
Βοιωτία, ἡ Ἀρκαδία, ἡ Κρήτη καὶ πάντες
οἱ τόποι τῆς μυθολογίας. Εἰς τοὺς
Παξοὺς λοιπὸν καὶ τὴν Κέρκυραν ἀνάγκη
νὰ ἐντοπισθῶμεν
Ναυσιδάμεια=Η
μήτηρ του Αυγείου.
Ναυσίθοος=
Γιος του Ποσειδώνα και της Περίβοιας,
βασιλεύς των Φαιάκων.
Ναυσικάα=
Η κόρη του
βασιλέως Αλκίνοου και της Αρήτης
Ναυσίνοος
και Ναυσίθοος=
Υιοί της Καλυψούς ονόματα αποκλειστικά
εις την ονοματολογίαν της νήσου των
Φαιάκων. (Βλ.Καμάρα).
*Ναχάρ=Το
λαμπρό, το κόκκινο, το φωτεινό. Η έννοια
του κόκκινου χρώματος, είναι πάντοτε
συνενωμένη με το όνομα του φιδιού. Νας=το
φίδι
Νάω,
Νάουσα=Τόπος
υδάτων αφθόνως ρεόντων.Νάϊος
εκαλείτο ο ο θεός των βροχών ο όμβριος
Ζευς. Νάουσα
τοπωνυμία υπάρχει και στην Μεσσαριά
της Πάρου.
Νέαιρα=Ελέγετο
η χρυσή Αφροδίτη. Νέαιρα
εκαλείτο επίσηςκαι η μήτηρ της Λαμπετίας
και Φαεθούσης. Νώραξ
ελέγετο ο υιός του χρυσορράπιδος Ερμού
και της χρυσής Ερυθείας, θυγατρός του
Γηρυόνη. Νορεύειν
σημαίνει ορύσσειν, Νάαρα κατά τον
Ησύχιον, η Γόργυρα, ο ταφρώδης οχετός,
τα ορύγματα. Νηρεύς ο πλουτοδότις σύζυγος
της Δωρίδος ο πατήρ των χρυσών Νηρηίδων.
Νεάπολη=Πόλεις,
χωριά, τοπωνύμια, περιφέρειες και Νάπολη,
Ναπολιτάνα, Ναπολέων της Γαλλίας.
ΝεFο=
Νεωστί
ΝεFοσσοί=Νεογέννητοι.
Νέδας=Ποταμός
Αρκαδίας.
Νείλα
ή
Ανείλα=Ταλαιπωρία,
βάσανο, δυστυχία.(Σ.Στούπης)
Νείλος=Αρχικά
ήταν η θάλασσα των Παξών-Κερκύρας
Νείλος=Τέκνο
του Ωκεανού και της Τηθύος Νείλος=Ποταμός
της Αιγύπτου που λεγόταν αρχικά Φάσις
και
Πάσσις και
Όσιος
Νείλος.
Νειοφύτης=
Νέα φυτεία
κυρίως αμπέλων.
Νέκυρ=νεκρός.
Νεκύωρον=νεκρομαντείον.
Νεκρομαντείον=Βρίσκεται
εις Θεσπρωτίαν στο χωριό Μεσοπόταμος.
Τη λατρεία της πρωτοελληνικής μεγάλης
θεάς ταυτισμένης με την ιδιότητα της
ευφορίας, της ζωής και του θανάτου,
συναντάμε στην ιερή αυτή περιοχή με το
όνομα της Φερσεφόνης ή Φερσέφασσας .Οι
Θεσπρωτοί φέρνουν μαζί τους τον άντρα
της, τον Αϊδωνέα ή Άδη και ο Κάτω Κόσμος
έχει πια για τους Έλληνες την είσοδο
του στη Θεσπρωτία. Η Αχερουσία λίμνη
και ο ίδιος φοβερός Αχέρωντας, ζώνουν
το πανάρχαιο ιερό όπου βρισκόταν το
σπήλαιο-είσοδος στον Κόσμο των
Σκιών.(Θεσπρωτία
η πρώτη Ελλάδα).
Νέκταρ=Πόμα
θείον, ή βρώμα (Ησύχιος).
Νεκτάριος=Θείος,
ηδύς, ευώδης.
Νελείας=
Χωρίον Μαγνησίας
Νεμέα=χώρα
της Αργολίδος Πελοποννήσου, έν ταύτη
ώκουν Δρύοπες. (Στεφ.Βυζάντιος)
Νέμεα=Σύνδενδροι
τόποι.
Νεμέρτσα-Νεμερτάς=Όρος
Πωγωνίου, εκεί τοποθετείται η αρχαία
Μερόπη, Αερόπη ή Αέροπον με την ψηλότερη
κορυφή του Στρακαβέτσι, Άνω και Κάτω
Μερόπη από το Νημερτής-Νημερτούς=όνομα
μιας νηρηίδος, δεδομένου ότι νερά άφθονα
τρέχουν στη Νεμέρτσα απ’ όπου υδρεύονται
πολλά χωριά.
Νεοκόρος=αρχ.Ζάκορος,
Νόντσολος κερκ.
Νεοπτόλεμος=ο
και Πύρρος, υιός του Αχιλλέως, μετά τον
Τρωϊκόν πόλεμον, αντί να μεταβή εις την
Φθίαν της Θεσσαλίας, εγκαθίσταται εν
Ηπείρω γενόμενος αρχηγός νέας γενεάς
(βλ.Έλενος. Αθηναγόρας)
Νέος=Νιοράντες
αυτός που νεάζει κερκ.
Νεραγώγι=Ο
υδραγωγός. Η νεροπάπαλη, Χιονολύται.Μισολιομένα
χιόνια.(Σ.Στούπη Ηπειρος)
Νεροζιάμπα=Βάτραχος
του νερού.
Νεροκονίδες
κερκ.=Χιονίστρες.
Νεράντζι=
Το χρυσόμηλο.
Νεργιάρης=Είδος
κόσκινου.
Νεργιάζομαι=Ονειρεύομαι
Νερό=Από
τη ρίζα Να
παράγεται: νάω, ναυς,
ναύτης,νέω,ναυαγός,ναυσιθλόω=μεταφέρω
δια θαλάσσης.(Δωρικός-Χατζηγιαννάκης)
Νεροποντιά=Η
νεροποντή, δυνατή βροχή, πολλά νερά.
Νέρωπα=λαμπρόν
(Ησύχιος) Νέρων
Νέσσος=ποταμός
(Ησύχιος)
Νέσσων=πόλις
Θεσσαλίας(Στεφ. Βυζάντιος)
Nέστος=ποταμός
Θράκης Μακεδονίας Νέστος
ποταμός Δαλματίας
Νέστωρ=Λεγόταν
Γερήνιος, Γεραιστός είναι ακρωτήριο
της Εύβοιας –Παξών,
Νέστωρ όνομα
ομηρικού βασιλέως της Πύλου
Νευρο-κόπι=Δράμα
Μακεδ.νεύρο αρχ. λ.
Νεφέλη,
Νέφος, Νύμφη, Νυφάς η χιών= Έχουν
σχετική έννοια.
Νεφέλη
=χωρίον επί
του Πηλίου όρους. Παλαίφτ. (Νικ.Λωρέντης)
Νεών=ωνος
ή Νέωνα
πόλις αρχαία της Φωκίδος εν Ελλάδι
κειμένη περί τους πρόποδες της ανατολικής
άκρας του όρους Παρνασσού, ήτις
καταστραφείσα πρότερον υπό των Περσών
και ανακαινισθείσα αύθις μετά ταύτα
ωνομάσθη Τιθωρέα, το δε παρ’αυτή κείμενον
φρούριον διέσωσε την αρχαίαν ονομασίαν
Νέων
καλούμενον(Στεφ.Βυζάντιος)
Νήϊον=Όρος
Ιθάκης
Νή-(F)ϊς,
ίδα=άπειρος,
αδαής, “αέθλων” (Ομηρικό Λεξικό
Κοφινιώτη)
Νηδρί=νήσου
Ιθάκης Ν-ηδρί(Ν-υδωρ)
Νηϊάς,
άδες, =κούραι
Διός
Νήλα=Μεγάλη
ζημιά, νηλεές ήμαρ=ημέρα σκληρά (Ησύχιος)
Νηλείας=Μαγνησίας
Νηόκοπος=Το
νέο κομένο, παιδάριο, έφηβος.
Νημερτής=Νύμφη
η θεά Διόνη, μήτηρ των Θεών.
Νηνεμία=γαλήνη
ανέμων (Ησύχ.)
Νηός=Ναός,
οίκος του θεού.
Νηρεύς
και
Αιγαίων=Είναι
μία και η
αυτή Μορφή.
Νηρεύς=
Ο πατήρ της Σπειούς.
Νηρηίδες=Ως
και άλλαι
Νύμφαι ήσαν
η προσωποποίησις των Άντρων των Παξών,
τα οποία κατά
την αρχαιότητα ήσαν τεράστιοι αποθήκαι
χρυσού. Το
άντρον ήταν λέξις ταυτοσήμαντος προς
το λατομείον, μεταλείον, λαύριον, γαύριον,
τον χρυσόν, άργυρον και τα εξ αυτών
προερχόμενα.Αθηναγόρας (Βλέπε Νέαιρα)
Νηρίδες=
Οι βαθουλωτές πέτρες. Αἱ Νηρίδες
δὲ αὗται ἤ Νεράϊδες ἐκτὸς τόσων
άλλων εννοιών, είναι η προσωποποίησις
των άντρων. (Βλέπε Γελλὺ).
Νηρικός η=Πόλις αρχαία της νήσου
Λευκάδας κατά τον Στραβ. κειμένη επί
του στενού ισθμού δια του οποίου πρότερον
συνείχετο η νήσος αυτή με
την απέναντι ξηρά, όθεν ακτή ηπείροιο.
Ομ. Οδ. Ω,377. Οι εκ ταύτης
κάτοικοι έκτισαν την πόλιν Λευκάδα
τους οποίους αναφέρει ο υπό το
αρχαίον όνομα Θουκ.γ΄, 7. Στραβ. Ένθα
κείται κατ’ όνομαστ. Νήρικος
πολλάκ. συγχεόμεν. μετά του Νίρητον, το,
όπερ όρα, -όθεν Νηρίκιος, ια,
ιον, εκ Νηρικού.(Νικ. Λορέντης)
Νήριον=η ροδοδάφνη, Νώρος επίθετο
που προσδιορίζει το χαλκό και έχει
την όψη της φωτιάς, το λαμπρό, Νεράντζι
το χρυσόμηλο και στα
Σανσκριτικά ναρα είναι το πορτοκάλι,
ναχάρ στα Φοινικικά τα
πρωτοελληνικά σημαίνει το λαμπρό, το
κόκκινο, το φωτεινό.(Αθηναγόρας)
Νηρίς =Πόλις μεσόγειος της Αργολίδος.
Νηρίση=Κατά
τον Ησύχιον σεμνή.
Νηρίτης=
Κατὰ τὸν Λυκόφρονα ὁ θαλάσσιος κοχλίας
ἐξ οὗ ἡ πορφύρα· διὰ τοῦτο ἡ νῆσος
τῶν Παξῶν ἐλέγετο Χαλκὶς καὶ Πορφυροῦσα
ταὐτὸν τοῦ Κοχλιοῦσα, Κολχίς.
Νήριτος
ή Νήσυρος=Ελέγετο
και Πορφυρούσα.
Νηρίτης=Θαλασσινό
κοχύλι, που βγαίνει και η πορφύρα.
Νήριτον όρος=Βουνό
που ονομάζεται και Νήϊον, Νήσαρος ή
Άγιος Ίσαυρος
Νήριτον καὶ Νήϊον =Έχει ἴσως
σχέσιν πρὸς τὸ ὕδωρ, ἀλλὰ κυρίως
ἔχει,
ἐκτὸς τῆς ἄλλης βαθυτάτης σημασίας
ἣν ἐκφράζει καὶ ἡ λέξις Νύσα,
καὶ τὴν ἔννοιαν τοῦ ἐρυθροῦ χρώματος
Νήριτον=Όρος
Ιθάκης αντικρύ της Ηπείρου (προϊστορικά
δεν υπήρχε νήσος
Ιθάκη, Κεφαλληνία, Ζάκυνθος, ο Όμηρος
αποκαλεί Δήμους),
Νήσοι Παξών
–Κερκύρας=υπήρξαν
τα εδάφη επί των οποίων εξελίχθη το
δράμα των
Αργοναυτών. Όπως
και μετά της προ αυτών θαλάσσης, πάσα η
λεκάνη η σχηματιζόμενη
υπό
των νήσων τούτων και της απέναντι
Θεσπρωτικής παραλίας, αυτή και μόνη
αποτελεί τον κόσμον όλον, περί τον οποίον
στρέφονται τα ποιήματα του Ομήρου. Και
εν τούτω έγκειται το μέγα μυστικόν του
Ομήρου. Αύτη είναι η κλείς η ανοίγουσα
διάπλατα τας ομηρικάς θύρας, δια των
οποίων πας τις δύναται να εισέλθη
αποθαυμάζων την άφθαστον φαντασίαν του
Μεγάλου Ποιητού.(Αθηναγόρας)
Νησιανίζω=Παίζω
το νησιάνι=στόχος
σημαδι.Παιδιά, για μικρούς και μεγάλους
του
περασμένου καιρού
κατά την οποία τοποθετούν ένα σημάδι
σε μια ανάλογη απόσταση
και προσπαθούν
κατόπιν να το πετύχουν με πετροβόλημα
ή όπλο.
Νηφάλια ξύλα=Τα
μη αμπέλινα, συκάμινα, ή σύκινα, εκείνα
που γαρ οινόσπονδα
Λέγονται.
Νία
τσακωνιστί =Μία,
αλβανιστί νι
Νιάκρα=Γίδα
με μαύρο τρίχρωμα.
Νιάνιαρο, νινί=πολύ
μικρό παιδί (νέο)
Νιάζου (υνί)
=οργώνω (Θάσος)
Νίβα=Κρήνη.
(νίβω-νίπτω)
Νιγρίτα=Γνωστή
δια τα χρυσορυχεία της κατά την αρχαιότητα.
Νιγρίτιδα
λίμνη και ποταμός Νίγειρ
της Αφρικής.Νίγρητες
έθνος της Αφρικής περί τον Νίγειρα
ποταμό και συνορεύον με τους Εσπερίους
Αιθίοπας. Διο.Περ. 125. Στράβ.
Νικασία=νησίδιον
μικρόν πλησίον Νάξου
Νικόπολη=όνομα
πολλών πόλεων μεταξύ αυτών ξεχωρίζει
η Ακτία Νικόπολη
εις τον Αμβρακικόν κόλπον, όπου διασώζονται
λείψανα ναού του Απόλλωνος και πολλά
άλλα ερείπια, άλλες πόλεις είναι, εις
τον Νέστον ποταμόν της Θράκης η λεγόμενη
μετέπειτα Χριστόπολη, άλλη επί του
Ίστρου ποταμού, Νικόπολις
επίσης είναι στην Αίγυπτο και άλλη στην
Αρμενία
Νικομήδεια=πόλις
Βιθυνίας, από Νικομήδους του Ζηΐλα
παιδός, επισημοτάτου βασιλέως ή και
Ολβία εκλήθη
(Στεφ.Βυζάντιος)
Νικωνία=πόλις
εν τω Πόντω προς ταις εκβολαίς του Ίστρου
ποταμού
Νιν=Αυτόν,αυτήν,
αυτό. (Ησύχιος)
Νίναια=πόλις
Οινώτρων εν τη μεσογεία (Στεφ. Βυζάντιος)
Νινόη=η
εν Καρία Αφροδισιάς κτισθείσα υπό των
Πελασγών Λελέγων και εκλήθη
Λελέγων πόλις,
είτα Μεγάλη
πόλις, είτα
από Νίνου Νινόη
το εθνικόν
Νινοήτης (Στέφανος υζάντιος).
Νιόβη=
Αντιπροσωπεύει
το νερό.
Νιονιό=νους
περιπαιχτικά
Νίρης=ο
ποταμός Ευρώτας
Νισάν=Ο
Αρτεμίσιος μήν και Ιλίου πόλις.
Νίσαβα=ποταμος
Γιουγκοσλαυίας
Νισάφι=φτάνει
όχι άλλο. Ινσαφ
τούρκικα
Νίσσα=αρχαία
πόλις κοντά στους ποταμούς Νίσαβα και
Μάργκο(Μοράβα)Νοτιοσλαβία εν τη κεντρική
Σερβία (Πρωΐας)
Νίσυρος=Όταν
ο Γίγας ο Πολύβωτος διώχθηκε από τον
Ποσειδώναήλθε στην Κω. Κι ο Ποσειδών
διαρρηγνύοντας ένα μέρος του νησιού,
το λεγόμενον Νίσυρον, το έρριξε εναντίον
του.(Απολλόδωρος). Αλλά Κως και Νίσυρος
είναι τα νησιά των Παξών, η δε διάρρηξη
έχει σχέση με την καταβύθιση της
Ατλαντίδος. (Αθηναγόρας).
Νόα=
Πηγή, κατά τον
Ησύχιον έλεγον οι Λάκωνες.
Νόαι=πόλις
Σικελίας το εθνικόν Νοαίος,
ο τύπος γαρ ουκ αήθης αυτοίς.
Νογάνε=
Νοούν, εννοούν.
Νοδάρος
κερκ.=Συμβολαιογράφος.
Νοικοτσύρης=Νοικοκύρης
, Ήπειρος (ΙΒΕ)
Νομάτοι-νοματέοι=άτομα,
άνθρωποι
Νομέα=ποιμνιοστάσιο,
στάνη (από τη νομή)Ηπειρος (ΙΒΕ)
Νόμισμα-χρήμα-οβολός-λεφτά=Ίδια
έννοια
Νομός=ποιμένας,
βοσκός (Ήπειρος ΙΒΕ)
Νόμος=στη
μουσική ήταν ο σημαντικότερος τύπος
μουσικής σύνθεσης και εκτέλεσης, είχε
εξελιχθεί από μία πολύ
παλαιά παράδοση (προσωδία) σύμφωνα με
την οποία οι νόμοι τραγουδιούνταν από
το λαό για να απομνημονεύονται εύκολα
και να ακολουθούνται. Αργότερα, θρησκευτικά
και γενικά τραγούδια, ωδές, ύμνοι
απευθυνόμενα σε θεούς διέπονταν από
νόμους.
Αυτό οδήγησε στην καθιέρωση ορισμένων
οριστικών τύπων μουσικής σύνθεσης, πολύ
πειθαρχημένου και αυστηρού χαρακτήρα
και πολύ υψηλών αισθητικών και
καλλιτεχνικών απαιτήσεων. Αυτοί οι
τύποι σύνθεσης ονομάστηκαν νόμοι,
γιατί απαγορευόταν αυστηρά η απομάκρυνση
και παρέκκλιση από τις θεμελιώδεις
αρχές τους (Πλούταρχος-Περί Μουσικής)
Νόμου=δώσε
μου (Ηπειρος)
Νουάπτε(βλάχικα)=Νύχτα.
Νούλα=
Γνώσις, πολυμάθεια, εξυπνάδα.Είναι μια
νούλα αυτή που δεν τη φτάνει κανένας=πολύξερη.
Αλλά και το αντίθετο είναι ένα μηδενικό,
τίποτα.
Νους=Χείμαρος.
Ψυχή, Ποταμός, η μονάς, κυρίως σώφρονος
ψυχής ενέργεια (Ησύχιος) Νου-νου
στη Χαβάη= σκέψη
Νους= Η θεά
του ουρανίου θόλου. Το ότι ο Απόλλων
και η Άρτεμις εφόνευσαν τα τέκνα της
Νιόβης σημαίνει ότι πρόκειται περί
αντικαταστάσεως και συγχωνεύσεως της
λατρείας των φονευθέντων μετά των φονέων
δήθεν αυτών θεών. Η Άρτεμις και η Νιόβη
είναι μορφές συγγενείς, καθ’ όσον η
Άρτεμις Σελήνη είναι θεότης του υγρού
στοιχείου και υπό το όνομα Ποταμία
και Πειρονία ετιμάτο πλησίον των
ποταμών, πηγών και των λιμνών.
Νούσος=νόσος
λοιμική (Ησύχιος)
Νούφαρα=Λουλούδι
που βρίσκεται στο νερό.Σύνθετη λέξη
Νου- φάρος. Οι φάροι περιτριγυρίζονται
από θάλασσα.
Ντα, ντε, ντι,ντου, ντρου, ντρα
Λέξεις
που αρχίζουν απο αυτές τις συλλαβές
είναι πάρα πολλές. Αργότερα όταν η
ελληνική γλώσσα άρχισε να εκλεπτύνεται,
το ντ έγινε δ
Όσες λέξεις
παρέμειναν με το ντ προφέρονται ως
ν-ντ βάζοντας ένα νι πιο μπροστά,
τότε η προφορά εξευγενίζεται και δεν
ακούγεται όπως η προφορά των ξένων
γλωσσών Dα-dο-dra δεν είναι adras είναι
άν(τ)δρας.
Νταα=παιδική
έκφραση (βλέπε Δα)
Νταβατούρι=
Φασαρία, θόρυβος, φιλονεικία.
Νταβάνι=Η
οροφή.Ταβάνι.
Νταβαντζής=ο
ξυλουργός.
Νταβιτσιόρος=Ο
ελεγκτής, δικαστής.
Νταγιαντώ=Αντέχω,
βαστώ, υποφέρω. Νταγιαντισμένος,
Νταγιάντας επών.
Νταγκλαράς=Ο
ψηλός.
Νταής=Τολμηρός,
περήφανος, θρασύς, νταϊλίκι, παληκαριά,
περηφάνεια.
Ντάλα=ντάλα
μεσημέρι, στο κορύφωμα
Νταλαβερίζομαι=ή
νταραβερίζομαι, Συναλλάσσομαι, έχω
δοσοληψίες.Νταλαβέρι= “δεν έχω
δούναι και λαβείν”.
Νταλάκι=Ασθένεια
της σπλήνας επί ζώων κυρίως.
Νταλαγιάννη
στου=Τοπωνύμιο.
Νταμάρι=
Στήριγμα του σπιτιού μας ο πατέρας ή ο
αδελφός.
Νταμπιγές=Το
νταμπιγιέτι, διαγωγή, συμπεριφορά,αγωγή,
συνήθεια.
Ντε=Έλα,
μόριο παρακελευστικό “Ντε μωρέ κι εσύ
μη κάνεις έτσι!”
Ντεβεκίλης=Ο
αγαθός, ολίγον κουτός.
Ντέγκια=Φορτίον,
αποσκευαί, άλλως, τέκια.
Ντεϊσλίκι=Η
συμφωνία.
Ντελικάτος=Λεπτοκαμωμένος,
ευπαθής.
Ντέντια=Ηπείρου
τοπ. (Δένδιας)
Ντένω=Μπερδεύομαι,
μπλέκω άσχημα, βρίσκομαι σε δύσκολη
θέσι.
Ντερβένι=Δημόσιος
αμαξιτός δρόμος.(Δερβένι)
Ντερέκι=Μακρύ
ξύλο κατάλληλο, για υποστήριγμα.
Ντερμπεντέρης=Ασίκης,
λεβέντης.
Ντέρτι=Πάθος,
σφοδρά επιθυμία, καϋμός.
Ντερτιλής=Ο
λυπημένος, παραπονεμένος.
Ντέφι=Το
εγχώριο τύμπανο που χρησιμοποιούν στα
μουσικά συγκροτήματα.
*Ντι-ντι=
Λέγω,ομιλώ, προλέγω, μαντεύω.Δι-δάσκω
δι-δάσκαλος
Ντίβι-ντίβια=Ο
ψηλός, εύκορμος.
Ντίπι ή
ντιπ= Ηπειρος-Μακεδον.Κερκυρα. Τίποτε
απολύτως, “ντιπ ίτσιου, καθόλου”.
Ολότελα, “ντιπ χαζός”
Ντιστενγκές=Κομψευόμενος
ειρωνικά αυτός που ντύνεται με ύφος.
Ντολή=(εν-τολή).
ΟΙ προπόσεις που γίνονται στους γάμους,
προς το τέλος του δείπνου.
Ντολίμπασης=εντολεύς.
Ντόμπρος=
Άκακος άνθρωπος ευθύς, ανυπόκριτος
καλός.
Ντόσα=Είδος
αιγός, Υβριστικό παρεπ. γυναικός.
Ντόρμου
(βλάχικα)=Κοιμάμαι.
Ντοτ ή
ντότι=Κατάφερμα, τελείωμα αρξαμένης
προσπαθείας για το οποίο υπάρχει
αμφιβολία.
Ντουλαμάς=Ο
επενδύτης, αλατζάς. Απο τη βυζ.λ.
δελματίκιον.
Ντουλμπέρι=Συμπαθής,
αγαπητός, καλός, έξυπνος.
Ντουλμπί
=Τηλεσκόπιο,κιάλια.
Ντουμάνι=κάπνα
πολλή
Ντουμπίτσι=Είδος
ξύλων μακρών και χοντρών για θέρμανσι.
Ντουνιάς=και
εμφαντικώς Ντουντουνιάς. Όλος ο
κόσμος.
Ντουντούκι=Το
φύλλο του κρεμμυδιού που έχει τον
κρεμμυδόσπορο.
Ντουντουμάρι=Ο
δίδυμος, ντουντουμάρια=τα δίδυμα.
Ντούπια=
Είδος παλαιού νομίσματος.
Ντουράς=Ιδιότεχνο
και περίτεχνο σουλτανικό μονόγραμμα,
που συνήθως αποτυπώνονταν στα νομίσματα,
γραμματόσημα κ.α. της εποχής των Σουλτάνων.
Ντουρβάς=ή
Ντορβάς Σακκούλι ιδίως πέτσινο
χρησιμοποιούμενο ως μέσον μεταφοράς
τροφής ζώων. “Αυτός έβαλε το κεφάλι του
στο ντορβά κι έκανε εκείνο που ήθελε”=έπαιξε
με τη ζωή του.
Ντουρντουλιάζω=Ξεχειλίζω,
παραγεμίζω επί υγρών κυρίως. Το
ντουρντούλιασμα.
ΝΤΟΥΡΕ ΔΑΜΛΟΥ
ΜΛΟΝΙΟΥ=Ντουρε=ντερυο=στερεά (η λέξη
περέμεινε Ντουρο ή Ντουρα ή Ρινερουτ
(σκληροίς) ΔΜΛΟΥ=ΔΥΛΜΟΛΥ=δέρμασι ή
ΔΥΛΜΟΔΟ=δέρματα (τουλούμια)
αποκρυπτογράφησε από το πολυφωνικό
σύστημα Καραβά-Γαλάνη Μαρίνα από πινακίδα
γραμμικής Γραφής Α.Αυτή τη λέξη ΝΤΟΥΡΟ
αν ανοίξετε σύγχρονα ελληνικά λεξικά
την αφιερώνουν στην ιταλική γλώσσα,
όπως και πολλές άλλες. Παραθέτουμε άλλα
δύο παραδείγματα:ΘΛΕΡΑ=ΘΑΕΛΑΕΡ=ταύροις
Θ-Τ.ΣΠΡΟΥ=ΟΠΡΥΣ= αγνοίς ΟΥΡΟΥ=ΟΡΟΥΟΥ=
ωραίοι
Ντούρο=σκληρό,
δουράτες= από ξύλινες σανίδες, δόρυ
Ντουσιέκι=Το
προίξιμο, φούσκωμα.Κλινοστρωμνή
παραγεμισμένη.
Ντούσκα=Τοπωνύμιο.
Είδος χνουδοτού δρύϊνου ξύλου όχι
αντοχής, χρησιμοποιουμενο για θέρμανση.
Ντουσμάνι=Δουσμάνι
Ηπείρου
Ντουσμάνος=Κακός,
εχθρός, αντίπαλος.
Ντουφέκι=Τουφέκι.Το
πυροβόλο όπλο και γενικά ο
πυροβολισμός.Πολεμικά όπλα ήταν εν
χρήσει κυρίως οι “γκράδες” και τα
μάουζερ μέχρι το 1900.
Ντράβαλα=σκοτούρες,
Ήπειρος
Ντραγάτης=Δραγάτης.Ο
αγροφύλακας και η σκοπιά του Ντραγατισιά.Ο
μισθός του Ντραγατιλίκι.
Ντράβαλα=σκοτούρες,
Ήπειρος
Ντραμπανίζω=(διατυμπανίζω).
Λέω πολλά και και ανώφελα μεγαλοφώνως.
Ντρεβενίτσα=Είδος
μικρού βαρελιού ξύλινου που χρησιμοποιείται
για μεταφορά νερού, κατά τις αγροτικές
εργασίες.
Ντριμονίζω=Κοσκινίζω
με το ντριμόνι, μεγάλο κόσκινο.
Ντρίτες==Ίσιες-ίσες.
Ντρουγκολέβω=Αναζητώ
κάτι ανάμεσα σ’ άλλα πράγματα.Ανακατεύω.
Ντρουμπολίζω=Αποβουτυρώνω γάλα, μέσα
σ’ ενα ξύλινο δοχείο, τη ντρουμπολίτσα
με το ντρουμπολόξυλο.
Νύμφαι
Μελίαι=Ο Ησίοδος λέγει ότι η γη
εγέννησεν εκ των σταγόνων του αίματος
του Ουρανού ακρωτηριασθέντος υπό του
Κρόνου, δεν είναι άσχετοι προς την Νύμφην
των Φαιάκων Μελίτην (Κατά τον
σχολιαστήν του Απολλωνίου). Ακουσίλαος
και Αλκαίος μαρτυρούσιν εκ των ρανίδων
του αίματος της από του Κρόνου αποτομής
επί της γης αποστάξαντος, τους Φαίακας
γεννηθήναι, εκ τούτου η Κέρκυρα υπό
του Λυκόφρονος λέγεται Επισταγής.
Αλλά εκ του εκχυθέντος αίματος του
ουρανού εγεννήθησαν οι Γίγαντες, αδελφοί
των Μελιάδων Νυμφών. Αλλά κατά τον Όμηρον
οι Γίγαντες ήσαν συγγενείς των Φαιάκων.
Νύμφαι=Αι
Νηρηίδες, τέκνα του Νηρέως και της Θεάς
Δωρίδος 50 εν όλω, ως η Πρωτώ ή Πλωτώ,
Ευδώρα, Θέτις, Αμφιτρίτη, Γαλήνη, Γλαύκη,
Σπειώ, Θόη, Μελίτη,Πασιθέη, Δωτώ, Φέρουσα,
Δωρίας, Γαλάτεια, Ηϊόνη,Αλιμήδη, Λαοδάμεια,
και αι λοιπαί ήτις φέρουσαι ονομασίας
σημανούσας αυτό τούτο όπως και η λέξις
“Παξός” και “άντρον”.
Νύμφαι
=Μελίαι, περὶ τῶν ὁποίων ὁ Ἡσίοδος
λέγει ὅτι ἡ γῆ ἐγέννησεν ἐκ τῶν
σταγόνων τοῦ αἵματος τοῦ Οὐρανοῦ
ἀκρωτηριασθέντος ὑπὸ τοῦ Κρόνου, δὲν
εἶναι ἄσχετοι πρὸς τὴν Νύμφην τῶν
Φαιάκων Μελίτην. Κατὰ τὸν Σχολιαστὴν
τοῦ Ἀπολλωνίου.
Νυμφαίη
η=Όνομα της νήσου επί της οποίας
διέτριβεν η Καλυψώ.
Νύμφαις=Χωρίον
και Ποταμός Β.Κερκύρας ίδια ονομασία
συναντάται και στους Ίνκας. Νύμφαι=Σπήλαιον
Ιθάκης, Νύμφαις χωρίον Μακεδονικής
Ιλλυρίας πλησίον Απολλωνίας περίφημον
δια τας ασφαλτώδεις πηγάς. Νύμφαιον
πόλις με επιτήδειον λιμένα επί της
Ταυρικής χερσονήσου πλησίον του
Παντικαπαίου.
Νυμφαίον
όχθον=Ίων.
(Φρ.52).Παρόσον ο Αλφειός την Αρκάδων
παραμειβόμενος (κατά) τας λεγομένας
Γλυφάς διέρχεται. Νυμφαίον δ’όρος
ακούει το περί την Αρκαδίαν , οι δε περί
τον ποταμόν.(Ησύχιος)
Νύμφη=ημίθεος
ως η Καλυψώ, η Κίρκη, Νηϊάδες, ορεστιάδες,
Φαέθουσα και Λαμπετώ, “κούραι Διός”
(Όμηρος)
Νύσα-Νύσιον
=Το όρος των σπηλαίων, των άντρων.
Νύσα=τόπος
γέννησης του Διονύσου όπου η τροφός
του είναι μέσα στο “Αδυτον”,
το σπήλαιο-μήτρα της νύχτας, παραλλαγή
της είναι η ορφική Νυξ που εκυοφόρησε
τον Φάνη, κι αλλη παραλλαγή της Νύσας
είναι η λέξη Νυχίς που σημαίνει επίσης
Νύχτα. Νυχία, και Νυσία εκαλείτο η Σελήνη
στην ελληνική μυθολογία.(Β. Δερουκάκη)
Νύσα=
Εχει έννοια κόκκινου χρώματος.νύσσα
σημαίνει τον λίθον, πέτραν σπήλαιον
γεγλυμμένον εν τω λίθω.
Νύσα
και
Νυσήϊον =Πόλεις
και όρη διάφοροι με το όνομα αυτό επί
των οποίων ελατρεύετο ο Διόνυσος. Όρος
της Θράκης, της Αιγύπτου, της Αραβίας,
Αιθιοπίας, Ινδίας, χωρίον της Βοιωτίας,
Ευβοίας, Καρίας, Ασίας, Σερβίας κλπ.
Νύσα=Το
τέρμα των δια του σταδίου αγωνιζομένων.
Νύσαρος
= Άγιος Ισαυρος
Νύσος=
Η πατρίς του
Διονύσου.Νύσος
δε η Παξός, ήτις είναι η αυτή προς το
επίθετο του Διονύσου
Βάκχος-Πάκχος-Παξός.(Αθηναγόρας)
Νύσσα=
λίθος, πέτρα, σπήλαιο γεγλυμένο εν τω
λίθω. Πόλις Ιωνίας
Νύστα=
ύπνος, αρχ. νυστάζω (νεύω προς τα κάτω)
Νυστόκοττα=Ο
υπναράς εκείνος που κοιμάται ενωρίς.
Νύφη=Η νέα
που έχει τους γάμους της, η νειόπαντρη,
η σύζυγος του υιού.
Νυφίτσα=
Το ζώον Ικτίς.
Νυχάκι=Είδος
κεντημάτων στις εγχώριες γυναικείες
κάλτσες.
Νυχία=Νύχιαι
νυκτεριναί.Νύχος =σκότος.Νύχα=νύκτωρ,
νυκτί.
Νυχ(ε)ία=διανυκτέρευσις.Νυχεύει=κρύπτει.νυκτερεύει.
Νω=Ημάς.Πότε
άραγε το ημάς ειπώθηκε νω;ας
αναρωτηθούν οι Έλληνες γλωσσολόγοι.
Νῶε = Η
κιβωτὸς κατὰ τὴν παράδοσιν, ἐκάθησεν
ἐπὶ τῶν Κορκυραίων ὀρέων· καὶ τοῦτο
οὐδόλως παράδοξον ἀφοῦ Νῶε καὶ
Δευκαλίων ἀποτελοῦν ἕν καὶ τὸ αὐτὸ
πρόσωπον· τοὐλάχιστον οἱ Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας τοῦτο πιστεύουσιν.
Νώλα=πόλις
Αυσώνων Νώλην
δε αυτήν Πολύβιος φησί το εθνικόν Νώλιος
Πολύβιος δε
Νωλανούς
αυτούς φησιν
Νώνακρις=Όνομα
πηγής. Τόπος επώνυμος Αρκαδίας
Νωνακρία=Η
κατάρρυτος Άνδρος.
Νώνυμνα=
πόλις Σικελίας
Νωπός=Υγρός,
νοτισμένος.Τα σκουτιά είναι νωπά=δεν
στέγνωσαν.
Νώρα=πόλις
εν Σαρδοί τη νήσω το εθνικόν
Νωρανός
Νώρακος=πόλις
Παννονίας, ο πολίτης Νοράκιος. ως
Επαφρόδιτος εν τοις Ομηρικοίς φησιν,
ότι γίνεται εν Παννονία σίδηρος, ός
ακονηθείς λαμπρότατός εστιν, αφ ού και
το “νώροπα χαλκόν” και θηλυκόν Νωρακία
και ουδέτερον Νωράκιον.
Νωρικοί=Έθνος
μεγάλο μεταξύ του Δουνάβεως και των
Άλπεων ορέων και συνιστάμενοι εκ δύο
μεγάλων λαών των Βοϊων και των Ταυρίσκων
ενεργούντες αρχαιόθεν επίσημον εμπόριον
εκ των προϊόντων της χώρας των, εξαιρέτως
χρυσού και σιδήρου Στράβων).
Νώρος=
Επίθετο, προσδιορίζει το χαλκό αυτόν
που έχει την όψη της φωτιάς, το λαμπρό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου