Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

ΤΟ ΛΕΞΙΚΌ ΤΑΥ


Ταυ
Τάβα= Η πέτρα,Τάμπια το οχύρωμα κατά τον Ησύχιον.
Ταβάλα-ταβήλα= Υπό Πάρθων ούτω καλείται όργανον κριβάνω εμφερές ώ χρώνται εν τοις πολέμοις αντί σάλπιγγος.
Ταβηνοί=έθνος, κατά την έρημον οικούντες (Στεφ. Βυζάντιος)
Τάβιοι-Τάφιοι, Τίβιοι-Τιβαρηνοί= Εν Σικελία πόλις Άβυσα και Αβία εν Μεσσηνία έχουσιν άμεσον σχέσιν με την Ομηρικήν κι όχι με την Ιστορικήν.
Τάβλα ή τραπέζι= Εξ αυτού και τα τραγούδια της Τάβλας (γαλ.table).
Ταβλάς=Η ξεχωριστή μόνιμη θέση του σταύλου που βάζουν τη ζωοτροφή για να την λαμβάνουν εύκολα τα ζώα.
Ταγάρι=Άλλοτε ξύλινο μέτρο χωρητικότητος. Σάκος από χοντρό μάλλινο ύφασμα που κρεμούν οι αγρότες στον ώμο τους.
Ταγέρ=ένδυμα γυναικείο αποτελείται από φούστα και ζακέτα.
Ταγός αρχ.=ανώτατος πολιτικός ή στρατιωτικός άρχοντας στην αρχαία Θεσσαλία
Ταγή αρχ.=Φαγητό ζώου.
Ταϊ ήΤάϊνι το=Η τροφή του ζώου.Το ταϊνι=το φαγητό σιτηρέσιο.Ταϊσάρι=Το σακκούλι Που βάζουν την ταή.
Ταϊφάς=Η οικογένεια.
Ταίναρος=Ταίναρον. Σκύλα. Στεφ. Βυζάντιος, Ορφέας Αργον. 1378 (Νικ. Λωρέντης)
Ταίναρος=το μεσημβρινώτατο ακρωτήτιον της Πελοποννήσου εν Λακωνία περίφημον το πάλαι δια τα εν αυτώ βαθέα σπήλαια, επ’ αυτού ευρίσκετο και είς μέγας ναός του Ποσειδώνος.Ταίναρος πόλις με λιμένα επί του ομωνύμου ακρωτηρίου εν Λακωνία τανύν Μάϊνα, ολίγον απώτερον ταύτης έκειτο η μετά ταύτα κτισθείσα πόλις Καινήπολις καλουμένη (Νικ. Λωρέντης) Ταίναρον γαρ πεδίον λακωνικής (Ησύχιος)
Ταζέτικος=Νωπός φρέσκος
Τάζω= Υπόσχομαι.Τάξιμο,τάγμα=τάμα
Τακάτι=Ικανότης αντοχή, ψυχική ή σωματική δύναμις.Δεν έχει τακάτι για μια τέτοια δουλειά.
Τακίμι το=Συγκρότημα, πλήρες συνεργείον.
Τάλα=Αιγύπτου μεσόγεια πόλη (Λιακόπουλος)
Ταλαγάνι=Επενδυτής εγχωρίου κατασκευής από γιδίσιο μαλλί με κατσούλα, που χρησιμοποιείται σήμερα μόνον από κτηνοτρόφους.
Τάλαρα ή ταλιρο=αργυρό νόμισμα πεντάδραχμο
Ταλαρία=πόλις της Σικελίας κειμένη επί της χώρας των Συρακουσών (Στεφ.Βυζάντιος)
Ταλίκα=Τετράχοτρο φορτηγό κάρρο.
Τάλαντα=Ενα τάλαντο χρυσό. Χρυσού δε στήσας Οδυσσεύς δέκα πάντα τάλαντα. Τάλαρος αρχ.= Καλάθι.ρημ.τλω.Τάλαρο (κερκ.) Τάλιρο=Τα χρήματα., 5δραχμο.
Ταλαντονήσι=Αναφέρεται παρά την Δ παραλίαν του Ευβοϊκού κόλπου και ο Βραχώδης σκόπελος προς τα ΝΔ της Ψυτταλείας.
Τάλως-Δάλως = Ήλιος, ο πυρφόρος και ρήμα ενταλώνω εν Κρήτη=Θαμβούσθαι επί του ηλίου. Τάνταλος είναι ο κατάξανθος, ο κατέρυθρος και όρος το φέρον το όνομα αυτό αναφέρεται εις την ονομασίαν της Λέσβου ως Ερυθραίας-Αιθιοπίας.
Ταμάμ=Ακριβώς, σωστά.
Τάμαρος=ποταμός της Ν ακτής της Βρετανίας Πτολ.Β .Θάμυρις Θεσπρωτίας
Τάμεσις=ποταμός της ΝΑ Βρετανίας (Πτολ.Β Ταμήσας)
Ταμπάκης=Βυρσοδέψης, αυτός που κατεργάζεται τα δέρματα.
Ταμπάκος=Αλεσμένος καπνός που βάζουν στη μύτη.Παλαιότερα η χρήσις του ταμπάκου ήταν πολύ διαδεδομένη όπως σχεδόν σήμερα είναι του τσιγάρου.
Ταμπάρο=Παλτό χονδρό που με προφυλάσσει από το δυνατό κρύο.
Τάμπαρο=Ολάνοιχτο, αδειανό.
Ταμπάνι= Ο προστάτης της οικογενείας ο έχων όλα βάρη της συντηρήσεώς της.
Τάμπια = Το οχύρωμα
Ταμπουρώνομαι=Οχυρώνομαι πίσω από αμυντικό προπέτασμα,εξ ου και
Ταμπουράς=Θαμπουρίς, Πανδού-ρα, όνομα αρχαίου τρίχορδου μουσικού οργάνου στο Πωγώνι.Ανήκει στην οικογένεια του λαουτοειδές με παραλλαγές όπως η Πανδου-ρίς και οι παίκται ελέγοντο Πανδου-ρισταί.Πάνδου-ρος ο παίκτης, Πανδο-σία πόλις της Ηπείρου και Ιταλίας. Σήμερα είναι γνωστό Ταμπουράς ή μπουζούκι ή μπαγλαμάς.
Ταναΐς=πόλις ομώνυμος τω ποταμώ κατά δε εις την λίμνην την Μαιώτιν εκβολάς του Τανάϊδος πόλις ελληνική έκτισται Ταναΐς , ήτις και Εμπόριον ονομάζεται, τινές δε και τον ποταμόν Ακεσίνην είναι και Ιαξάρτην (Στεφ. Βυζάντιος)
Τάνις= Ποταμός της Κυνουρίας.
Τάνταλος=Κατά τον Στεφ.Βυζάντιον αναφέρει “Τάνταλος, όρος Λέσβου από Ταντάλου, ός πατήρ του Πέλοπος ήτο του ερυθρού”.
Τάνταλος=Δάνδαλος εκ του δαίω, καίω.
Τανύντου τσακώνικα= Εκ του τανύομαι αρχαία, τεντώνομαι.
Τανύρριζοι=Αι Αίγειραι Υδροχαρή δέντρα.
Τανυσφύρους=Οι Ωκεανίδες
Τανύφυλλος= Τεταμένα φύλλα έχουσα, οίον μακρόφυλλος.
Τανώ= Κύπρος τανύω, απλώνω χέρι για βοήθεια. Συχνή η προστακτική “τάνα μου”=βοήθησέ με.
Ταξιντάρης=Ο περιοδεύων εισπράκτωρ ωρισμένων χρηματικών δημοσίων φόρων.
Τάπη=πόλις της Υρκανίας πιθ. Ταγαί (Νικ.Λωρέντης)
Ταπί =Τίτλος κτηματολογίου.Παραχωρητήριος τίτλος κτήματος. Μεθυσμένος.
Ταπίκουπα=Πρινηδόν, αναποδογυρισμένα, μπρούμητα.
Ταπώνω=-Τάπα,=πώμα, βουλώνω, καπακώνω
Τάρας=πόλις Ιταλίας
Τάραμα-τάραγμα = αρχ. λέξις Πολύ κρύο, (ταράσσω) αναταραχή ψυχική.
Ταραμάς= αβγοτάραχο κόκκινο.
Ταραμονή=ο σεισμός τσακώνικα εκ του ταράσσω-ταραχή (Μ. Λεκού)
Τάραντος=Γιος του Ποσειδώνα.Εμπορική πόλις της Μεγάλης Ελλάδος.Χορός ταραντέλλα. Έχει ρυθμό 6/8 και εύθυμον χαρακτήρα.Επώνυμο Κερκυραίων.’Εχει άμεσον σχέσιν με την αρχαία ελληνική πόλιν-κράτος του Τάραντος. Είναι η μίμησις της γνωστής εν Μεσογείω Θαλάσση αράχνης “ταράντας” ή “ταραντούλας” που μόλις δαγκώσει πεθαίνει χορεύοντας με έκστασιν εξ ου και η νόσος ταραντελίσμους. Η μουσικο -χορευτική θεραπεία γνωστή από την Πυθαγόρειον διδασκαλίαν εις την περιοχήν του Τάραντος εδημιούργησε και τα βήματα της Ταραντέλλας.(Νικ. Ασπιώτης)
Ταρνανίζω=Χορεύω μωρό με τα χέρια μου.
Τάρνη=πόλις Αχαΐας Τάρνια έργα, Τάρνη πόλις εν Λυδία
Ταράφι=Κόμα, ομάς, εταιρεία.
Ταρκυνία=πόλις Τυρρηνίδος Ταρκυναίοι έθνος Υπερβορέων παρ’ οίς οι γρύπες τον χρυσόν φυλάσσουσιν, ως Ιεροκλής εν τοις φιλίστορσιν .(Στεφ. Βυζάντιος)
Τάρπεα = Η πέτρα, Ταρπηίς πέτρα και Σαρπηίς.
Τάρρα=τοπν. ΚρήτηςΤάρα=πόλη της Ιρλανδίας στο Μηδ, υπήρξε μεγάλο θρησκευτικό κέντρο την προχριστιανική εποχή
Ταρσανάς=Το μέρος όπου ταρσούνται οι τριήρεις,ταρσόω-ταρσώ τα πρώτα πλοία ήταν πλεκτά.
Ταρς=κουπί πλεκτό.Ταρσούς καλάμων=πλέγματα καλάμων.
Ταρσός= πόλις
Ταρσεὶς ἤ θαρσεὶς = Η γῆ ἐν ᾗ εὐδοκιμεῖ ἡ ἄμπελος καὶ ὁ οἶνος, διὰ τοῦτο καὶ Τειρὰς-Θειρὰς ἐκαλεῖτο ὁ οἶνος. Θερσίτης δὲ κατὰ τὸν Ἀπολλόδωρον ἐλέγετο ὁ υἱὸς τοῦ Ἀγρίου, οὗτος δὲ ἀδελφὸς τοῦ Οἰνέως, βασιλέως τῆς Καλυδῶνος, «ὅς παρὰ Διονύσου φυτὸν ἀμπέλου πρῶτος ἔλαβε».
Τάρταρα=Ο κάτω κόσμος, ο Άδης.
Τάρταρος=το δεσμωτήριον του Άδου, τόσον κάτω απο τη γη όσον ο ουρανός απέχει από ταύτης. Ενταύθα οικούσιν οι Τιτάνες(Όμηρος)
Ταρτησσός=και Τιταρτήσιοι και Θαρσείς της Γραφής είναι αυτοί ούτοι οι Πελασγοί-Τυρρηνοί-Τάφιοι-Τηλεβόαι-Λέλεγες, Φοίνικες, Κάρες, Θεσπρωτοί εν τη αρχική κοιτίδι αυτών την ελληνική εις τους οποίους προσετέθησαν βραδύτερον εν τη ιστορική εποχή οι Ταρσείς και Καρχηδόνιοι.
Ταρτησσός=πόλις Ιβηρίας, από του ποταμού Αργυρού όρους ρέοντος, όστις ποταμός και κασσίτερον εν Ταρτησσώ καταφέρει. Ταρτήσιον όλβιον άστυ. (Στεφ. Βυζάντιος)
Ταρτησσός=Πόλις αρχαία της Ισπανίας κτισθείσα υπό των Φοινίκων, κατ’ άλλους τα Γάδειρα. Εκεί ετίθετο η κατοικία των Γιγάντων, των Γραίων, Γοργόνων, Αριμασπών και άλλων μυθολογούμενων τεράτων.
Ταρτησσίς=Η περί την πόλιν Ταρτησσόν χώρα εκτεινομένη παραθαλασσίως πέραν των Ηρακλείων στηλών οι οποίες κατά τις έρευνες του Αθηναγόρα βρίσκονται εις τους Παξούς.
Τάρφη=πόλις Λοκρίδος. οι δε σποδός, τέφρα (Ησύχιος)Τάρφη= πόλις Λοκρών (Ομηρος)
Ταρχία=πόλις Σικελική
Ταρχώνιον=πόλις Τυρρηνίας
Τάτας=αλβαν.και τσακών.Ο πατέρας. Ομηρος (άττας, άττα γηραιέ= γέρο πατέρα μου).
Ταύα=πόλις Αιγύπτου
Ταύακα =πόλις Σικελίας
Ταΰγετος =Σημαίνει ὄρος.Ταϋγέταις =Πύλαις ταις μεγάλαις(Ησύχιος)
Ταυλάντιοι=Λαός της Ιλλυρίας κατοικών περί την πόλιν Επίδαμνον κειμένην επί του Αδριατικού κόλπου, ύστερον Δυρράχιον κληθείσα.
Ταϋλάνδη=χώρα της νοτιοανατιλικής Ασίας
Ταυρίδα=Αρχαία πόλις της Περσίας
Ταυρίσκοι=έθνος περί τα Άλπεια όρη λέγονται και Ταυρίνοι και Ταύροι(Στεφ.Βυζαν.)
Ταύροι=Οι παρά Εφεσίοις οινοχόοι.
Ταυρομένιον=πόλις Σικελίας
Ταυροπόλαι= Η Άρτεμις και η Αθηνά.
Ταυροπόλιον=εν Σάνω Αρτέμιδος ιερόν (Στράβων ιδ)
Ταύρος= Κυρίως σημαίνει βράχον, αλλά και χρυσός. (βλέπε Τροία)
Ταύρος=Οροσειρά του Ταύρου αποτελεί προέκταση των Άλπεων.
Ταυρωπός=τοπωνύμιον Μακεδονίας
Ταύρος =Τη-ρώου, Δεν είναι άσχετος προς το θησαυρός.Ταυρίς Αιγυπτιαστί σημαίνει πέτραν, λατομείον.Ήτο γνωστή η πόλις αυτή Τη-Ρώου δια τα λατομεία της κατά την αρχαιότητα. Τη-Ρώου ελέγετο και η Τροία.Τιορ αραβ.σημαίνει ορυκτόν.
Ταύρος= Όρος της Αιτωλίας, ακρωτήριον της Σικελίας, Μινώταυρος=τόπος υπόγειος, δαιδαλώδης.
Ταυροφάγος=Οι νικώντες ποιηταί εις τους Διονυσιακούς αγώνας ελάμβανον ως βραβείον έναν Ταύρον (Νικ.Λορέντης) με την έννοια του χρυσού. Ταυρόμορφος, Ταυροπόλος επίθετο πολλών θεοτήτων. Σύμβολον των ποταμών και των άλλων θεών των υδάτων.
Ταυροφόνος, Βουζύγης και Βουθοίνης ο Ηρακλής.
Ταύροι=Οι παρά Εφεσίοις οινοχόοι.
Ταυροπόλαι= Η Άρτεμις και η Αθηνά.
Ταύρος-βούς=Είναι ενδεικτική της σημασίας αυτής έχουσα την αρχήν της εκ του αύρος χρυσός.Ταύρειος Ποσειδώνας, Ταυρόπολις και Ταυρώ αποκαλείται η Άρτεμις. ο Ταυρογενής και Ταυροφάγος και άξιος ταύρος Διόνυσος. Ταυροφόνος και Βουζύγης και Βουθοίνης ο Ηρακλής.Μαραθόνιος ταύρος,Ταύρος της Κρήτης, Ταύρος ο Τάλας. Οι Χαλκόποδες Ταύροι, Κένταυροι. Βόδια Ιφίαλου, Βόδια του Ηλεκτρύονα Βόδια του Άδη, Βόδια της Εύβοιας Ο Αχελώος πήρε τη μορφή του ταύρου και νικήθηκε από τον Ηρακλή. Βόδια της Αρκαδίας, το κέρας του Ταύρου που κατείχε η Αμάλθεια.Το βόδι του Γλαύκου γιού το Μίνωα το τρίχρωμο.Βους εν Βουκολίοις του Πελάγοντος που οδήγησε τον Κάδμο σύμφωνα με το χρησμό, από την οποία και η Βοιωτία πήρε το όνομά της, τα βόδια του Γηρυόνη και πλήθος άλλων βοδιών. Στην Νήσο των Παξών βρέθηκαν νομίσματα τα οποία απεικονίζουν στην μία όψη αγελάδα που θηλάζει δύο μοσχάρια και στην άλλη κεφάλι άνδρα με τα μαλλιά του πλεξούδες.
Ταύχειρα=πόλις της Κυρηναϊκής χώρας εν Λιβύη κειμένη μεταξύ Λεπτίδος και Πτολεμαΐδος, ύστερον Αρτινόη κληθείσα, τανύν Τολομέτα ή Τεύκηρα (Ηροδτ.)
Ταφιασσός= όρος της Καλυδωνίας χώρας επί του οποίου ευρίσκετο ο τάφος του Κενταύρου Νήσσου (Στραβ.)
Τάφιοι=Ελέγοντο αι χρυσαί νήσοι των Παξών, από τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων. Τάφιοι οι Τηλεβόαι λεγόμενοι, οι τας Εχινάδας νήσους κατοικούντες (Ησύχιος).Τάφιοι κατά τον Νικ. Λωρέντην έθνος αρχαίων κατοικούν μέρος επί των δυτικών ακτών της Ακαρνανίας και μέρος επί των μικρών νήσων μεταξύ Ακαρνανίας και Λευκαδίας εξ ών η μεγαλητέρα εκαλείτο ιδίως Τάφοι περίφημοι θαλασσοπόροι
Τάφος, τάφιον= Η νήσος των Παξών, η και Δραγονάρα και Οφιούσα.
Ταφίων-Τηλεβοών-Θεσπρωτών= Οι προ των Ομηρικών κατοίκων των νήσων Παξών-Κερκύρας και Θαλασσοκρατόρων, κατακτητών, μεγάλων πειρατών ως ελέγοντο τότε.
Τάφιος= Πόλις και εν Κεφαλληνία, Τάβιος πόλις Ιταλίας.
Τάχα=ταχέως (Ησύχ.)Άραγε.Δήθεν. “Νάναι καλό τάχα”.
Τάχαμ= ή τάχατες Δήθεν. “Νάναι καλό τάχα”.
Ταχειά=Πολύ πρωί. “Θα πάμε ταχειά για ξύλα”.
Ταχειά (ημέρα)= Η αύριον είναι η ταχυτέρα ημέρα, η ερχομένη. (Ηπειρος). Ταχεία ημέρα =Η αυριανή (τσακώνικα).
Ταώς= το παγώνι
Τεά=τά σά.
Τέβερις-Τίβερις=ποταμός Ιταλίας
Τεγέη=πόλις Αρκαδίας (Όμηρος)
Τειγησός = ακρωτήριον Κύπρου
Τεγύρα= πόλις Βοιωτίας
Τείχη= Προσωδιακή προφορά τε-ϊ-ί-χη.
Τείρεα=Τα άστρα.
Τέκμωρ=Τέλος.
Τέκνον= Εκ του Τίκτω δεν είναι άσχετον με την περιστεράν την τίκτουσαν κατά μήνα δύο τέκνα έν θήλυ και εν άρρεν. Τιθήνη, η παρ’ ημίν δαδά και δαδέρ αδελφός.βλ.Τι-ντι
Τελάλης=Ο κήρυξ, το μοναδικό μέσον ανακοινώσεων γενικού ενδιαφέροντος.
Τελατίνι= Ειδικό κόκκινο δέρμα για τσαρούχια θεωρούμενα ως πολυτελείας, χαραγμένο σε μικρούς ρόμβους με ειδικό χτένι.”Τσαρούχι τελατίνι κι ομπόλια σιαφραμί...”
Τέλειος=Ο κρατήρ ο προσφερόμενος στο θεό.
Τελέθριον= Όρος της Ευβοίας.
Τέλε-σίλλα= Περίφημος αρχαία ποιήτρια εξ Άργους, ακμάσασα περί την 65 Ολυμπδ. και δείξασα μεγάλην ανδρείαν και γεναιότητα εις τον κατά της Σπάρτης πόλεμον των Αργείων, ήτις έσωσε την πατρίδα αυτής οπλισθείσα μετά των άλλων γυναικών του Άργους και παραταχθείσα κατά του βασιλέως Κλεομένους ότε ούτος έμελλεν ως νικητής να εισβάλλη εντός των τειχών της πόλεως. Τα ποιήματα της Τελεσίλλα εθαυμάζοντο μεγάλως υπό των αρχαίων, εξ ών όμως δεν εσώθη ουδέν λείψανον Απολδρ.γ
Τελέσται=Οι εκ του οίκου των Βακχιδών εις την Κόρινθον.
Τελετὴ= Η πράξις, δι' ἧς οἱ ἄνθρωποι ἐξηγνίζοντο ἀπένατι τοῦ Θεού.
Τέλεσις=Επικός ποιητής από την Μέθυμνα που έγραψε την Τιτανομαχία.
Τέλη και θυσίαι =Ταυτοσήμαντοι αναφερόμενοι κατ’ αρχάς στην λατρεία του Διονύσου και της συγγενούς αυτώ θεάς Αρτέμιδος.
Τέλης=υιός του Ηρακλέους και της Λυσιδίκης θυγατρός του Θεσπίου Απολδρ.β
Τέλι=Το κοινό μεταλικό σύρμα ο τηλέγραφος. Βάρεσα τέλι=τηλεγράφησα.
Τέλσον=όριον αγρού , τέλος (Ομηρος)
Τελχίνες=(οι Τολτέκοι της Αμερικής) ήσαν οι πρώτοι κάτοικοι της Ρόδου περιγράφονται σαν ψαρόμορφοι ή φιδόμορφοι αμφίβια πλάσματα με εκπληκτικές γνώσεις τεχνολογικές.Όπως αναφέρει ο Διόδωρος Σικελιώτης οι υιοί του Τελχίνος Ηλίου, οι καλούμενοι Ηλιάδες, εισηγήθηκαν πολλά σχετικά με τη ναυτιλία. Στις παραδόσεις της Αμερικής αναφέρονται θεοί που έρχονταν από την θάλασσα (Λιακόπουλος)
Τελχίνες= “Οι μεγάλοι θεοί”. Χελώνη. Εγχέλυες οι του Κάδμου. Αγχινόη ή Αγχιρρόη μήτηρ του Δαναού και γυνή του Βήλου. Παρουσιάζονται στην Αμερική ως Τολτέκοι
Τελχινίς=αρχαίον όνομα της νήσου Ρόδου (Νικ. Λωρέντης)
Τελφούσιον,Τιλφούσιον, Τιλφώσιον=(τελε-φοωσ βλ.λ.φάσις)πόλις της Βοιωτίας κειμένη αρχικά στην Κωπαϊδα λίμνη,παρά το αυτόθι ομώνυμον όρος και κρήνη ομώνυμος πλησίον της Αλιάρτου
Τελώνια= Εις την επαρχίαν Μεθύμνης πιθανόν να συνδέονται με τον Βάκχον-Διόνυσον.
Τεμαθίας=όρος της Μεσσηνίας εν Πελοποννήσω εκτεινόμενον εκτεινόμενον μεσημβρινώς έως του ακρωτηρίου Ακρίτα Παυσ. δ΄ 34
Τέμβριον=Χάραξ δε Τύμβριον αυτήν φησί. Μένανδρος δε Τεμβρίειον το εθνικόν Τεμβριεύς
Τέμενος=τόπος Σικελίας υπό τας Επιπολάς προς ταις Συρρακούσαις και Τεμενίτης λόφος εν Θράκη προς τη Τριβαλλών
Τέμενος=αποκεχωρισμένον μέρος γης που εδίδετο σε βασιλέα, τεμάχιον γης αφιερωμένο σε θεό(Ομηρος)
Τεμέση-Ταμέση=πόλις Ιταλίας και ποταμός, “ες Τεμέσην μετά χαλκόν, άγω δ’ αίθωνα σίδηρον” Ομηρος. επίσης Τεμέση πόλις μετά μεταλλείων χαλκού στην Κύπρο. Τάμεσης=ποταμός Αγγλίας. Τάμασος =πόλις Κύπρου έχουσα μεταλλεία χαλκού.(Τ ή Θ Θύαμις Μ,Σ.)Λωρέντης-Βυζάντιος
Τέμμιξ=έθνος πρώτον οικήσαν την Βοιωτία. Λυκόφρων (Στεφ.Βυζάντιος)
Τεμπελχανάς=Ο πολύ τεμπέλης.Τεμπελχανειό=τροφείον, άσυλον τεμπέληδων που λέγεται πως υπήρχε στην Κων(πολη, ως δημιούργημα κάποιου φιλάνθρωπου σουλτάνου.
Τέμπεα-Τέμπη τα=κοιλάδα μεταξύ Ολύμπου και Κισσάβου, που τη διαρρέει ο Πηνειός, τα σύνδενδρα χωρία , τινές δε τα στενά των ορών (Ησύχιος)
Τέμπλα= τέμπλω επίσημα (Ησύχιος) Τεμπλόνι τοπ. Κερκύρας
Τέναγος =’Ενομίζετο ἀδελφὸς τοῦ Μάκαρος, φονευθεὶς ὑπ’ αὐτοῦ, πρὶν ἢ ὁ Μάκαρ κατοικίσῃ τὴν Λέσβον.
Τένδηβα= πόλις Καρίας αρχαία το εθνικόν Τενδηβείς. (Στεφ. Βυζάντιος)
Τενέα=κώμη Κορίνθου κείται μεταξύ Κορίνθου και Μυκηνών
Τενέας =ποταμός της κάτω Ιταλίας(Νικ. Βυζάντιος)
Τένεδος= Εκαλεῖτο Ἱμερτὴ -Ἐρυθραία· και η Λεσβιακή Τήνα η οποία δεν είναι άσχετος προς την Αιθιοπίαν-Ερυθραίαν.
Τένεδος καὶ ἡ Τήνα =Εχουσι συγγένειαν πρὸς τὴν νῆσον Τῆνον, ἥτις ἐλέγετο καὶ Ὀφιοῦσα καὶ Ὑδροῦσα, και νήσος των Σποράδων κατά τον Στ. Βυζάντιον.
Τένεδος= Εν Λυκίᾳ. Τενέα ἐν Κορινθίᾳ, Τανάγρα τῆς Βοιωτίας, μέρη οὐκ ἄσχετα πρὸς τὴν μητρόπολιν τῶν νήσων Λέσβου, Τενέδου, Τήνου.
Τένεδος=Οι πρώτοι κάτοικοι της Τενέδου λέγονταν Αστέριοι-Οφιείς.
Τένεδος=Τοπωνύμιον Κερκύρας πλησίον, Νέου Φρουρίου. Αλλά προϊστορικά Τρωϊκή πόλις Β.Α. του Αιγαίου (Ιονίου πελάγους σήμερον).
Τοπωνύμιον Κερκύρας πλησίον, Νέου Φρουρίου.
Τέννις= Εμυθολογεῖτο ὡς υἱὸς τοῦ Κύκνου βασιλέως τῶν Κολωνῶν.
Τεπελένι=Τούμπα=Ο τάφος του Έλενος βλ.Ελενος.
Τεπελένι=στο στενό του Αώου ποταμού Ηπείρου, ο Τίτος (ή ο Ίφιτος) έχτισε την Τιτούπολη, η οποία μετονομάσθη Τεπελένι (Ιδρυμα Β.Ερευνών)
Τεπτίλι= Έτοιμος. Γίνηκα τεπτίλι=ετοιμάστηκα.
Τερμησσός=Πηγή Ελικώνος.
Τέρροβο=χωρίον Ιωάννινα
Τερχάτες=χωρίον Πωγωνίου-Ηπείρου
Τετραμίδες=Λεπτά, αξίοας ή ψεύτικα νομίσματα, που στολίζουν τη νύφη κατά την ημέρα του γάμου της.Κερμάτια από χρυσό ή άργυρο που κρεμούσαν στα σπαθιά, χαϊμαλία, τις παλάσκες των ανδρειωμένων καθώς και στους κεφαλόδεσμους-τις ομπόλιες- των γυναικών, σε παλιά χρόνια.
Τετράωτον=Τετρακτύς. Ξόανο του Απόλλωνα που ετιμάτο από τους Λακεδαιμονίους με μεγάλες τιμές. Ηταν τέσσερες οι ιδιότητές του: Θεός της Μαντικής, της Ιατρικής, της Μουσικής και της Τοξοτικής.
Τενεκετζής=Ο υδραυλικός, φαναράς.
Τέρεν=Απαλόν
Τερτίπι=Τρόπος, συμπεριφορά,αγωγή.
Τεσκερές=Έγγραφο, άδεια.
Τεσλίμι=Η παράδοσις “γίνηκε τεσλίμι”=παραδόθηκε.
Τεσσαράγκωνος=Τετράγωνος, διπλωμένος στα τέσσαρα.
Τετράγηρυς=αυτός που έχει τέσσερις ήχους, τετράφωνος, τετράτονος. Ο Στράβων “γράφοντας για τον Τέρπανδρο λέει: “σοιδ’ ημοίς τετράγηρον αποστρέψαντες αοιδήν, επτατόνω φόρμιγκι νέους κελαδήσομεν ύμνους” σε σένα, αφού έχουμε εγκαταλείψει το τετράφωνο τραγούδι, ας τραγουδήσουμε νέους ύμνους στην επτάφθογγη φόρμιγκα (γήρυς=φωνή, ομιλία, ήχος, ρ. γηρεύω=τραγουδώ) δηλαδή η έκταση του τραγουδιού ήταν τέσσερες νότες (Σόλων Μιχαηλίδης)
Τετράγωνος, χορός=χορός(χορωδία) τοποθετημένος σε τετράγονο σχήμα (Οι δε Λακωνισταί λεγόμενοι εν τεραγώνοις χοροίς ήδον) Οι Λακωνισταί τραγουδούσαν σε τετράγωνο σχήμα
Τετράδιον =Πόλις της Ασιατικής Γαλατίας
Τετράπεζα=Η έχουσα τέσσαρας πέζας ήτοι πόδας. Ο Αριστοφάνης είχε τρίπουν τράπεζα κλπ (Θωμόπουλος)
Τετραπέτσι=Πολύ ξυνό, δραπέτσι. Αψύ.
Τευρίσκοι=Λαός αρχαίος της Δακίας κατοικούν περί τας πηγάς του Τύρα ποταμού εν τη Τρανσιλβανία.
Τευταμίας=Βασιλεύς της Λαρίσσης εν Θεσσαλία.
Τεύτλουσσα -Τεύγλουσσα Θουκ.=Νησίς πλησίον της Ρόδου.
Τεύτονες=Τευτονικαί γλώσσαι:Η γερμανική, ολλανδική μετά της φλαμανδικής, σουηδική, νορβηγική, ισλανδική και κατά το ήμισυ αγγλική.
Τήθη=η γιαγιά, τήτθι =τροφός, τηθίς= θεία (αδελφή του πατέρα ή της μητέρας) Τηθύς=η θάλασσα, κατά τον Ορφέα, η μήτηρ της Αφροδίτης-Διώνης, μητρός του Διονύσου-Οίνου
Τηλεβόαι=Έθνος αρχαίον της Αρκαδίας καταγόμενοι εκ του γένους των Λελέγων.Τηλεβοϊς =αρχαιόθεν εν μέρος της Αρκαδίας εις το οποίον κατώκουν πρότερον οι Τηλεβόαι.
Τηλόθι= Μακρά.
Τήνι=Το φείδι.
Τήνος= Το νησί, λεγόταν και Οφιούσα.
Τηύγετον=Όρος Λακεδαίμονος.
Τιγέλι= Είδος κεντήματος στο κάτω μέρος του ρουτιού των γυναικών και στα μανίκια του.
Τιάσα=κρήνη εν Λακεδαιμονία, τινές δε ποταμόν (Ησύχιος)
Τιγάς=είδος αμπέλου
Τίγγα=Διοκλής εν Μελίτταις, Ηρακλέων δε ου διελών τιγγάβαρυ το κιννάβαρι(ν) λέγει (Ησύχιος).
Τίγκα=γεμάτο πολύ
Τιγέλι= Είδος κεντήματος στο κάτω μέρος του ρουτιού των γυναικών και στα μανίκια του.
Τίγρις=ποταμός Περσών
*Τι-δι=Περιστερά, τον άνεμον, το πνεύμα.
Τιθωνόκομον=έθνος μέλαν μεν το όλον σώμα, λευκόν δε τας κόμας
Τίνα=ποταμός της Α Βρετανίας (Πτολ. Β΄3). Τune (Δ.Λιακόπουλος)
*Τι-ντι
=Πρωτοελληνηστί και Σουμεριστί=Ύδωρ εκχέειν. Τι-ντι σημαίνει και το λέγειν, προλέγειν, την σπονδή και τον μάντιν τον σπένδοντα και ερμηνεύοντα.
Τίντιλι=Είδος τριφυλιού που μυρίζει σαν μέλι.
Τιρύνθιον πλίνθε(υ)μα=αντί του τείχος. Υπό κυκλόπων δε κατασκεύαστο (Ησύχιος)
Τυρίνθιον Άργος=τας Μυκήνας
Τίρυνθα=πόλις Αργολίδος
Τιτυός=Θυγατέρα αυτού πίστευαν ότι είναι η Ευρώπη, η αδελφή του Κάδμου και η μητέρα του Ραδάμανθυ, του Μίνωα, του Αιακού και του Σαρπηδόνα, οι οποίοι είναι ιθαγενείς των νησιών μας, των Παξών.(Αθηναγόρας) Ο Γάϊος-Τιτυός είναι ο ίδιος ο Φόρκυνας, ο οποίος λέγεται και γιός της γης(Ησίοδος).

Τζ-Τζα-τζε-τζια
Πρωτόγονες λέξεις έχουν σχηματιστεί με τις συλλαβές αυτές (Αθηναγόρας)
Τζουάν, Τζων-Τζανής, Γκάνης-Τζόνα-Ζίνα,= Τοπωνύμια των Παξών.
Τζάκι =Ο τόπος που ανάβουν τη φωτιά, η καπνοδόχος, το σπίτι γενικώτερα.Είχε και την έννοια του ανθρώπου που κατήγετο από μεγάλη οικογένεια “αυτός είναι από τζάκι”.
Τζάω= πειράζω τσακών. Μάνα με τζάει ο Γιάννης”, “τζάξε με Γιάννη”
Τζαμάρα=Είδος ποιμενικής φλογέρας, που συνήθως γίνεται από κλάδο κουτσουπιάς.
Tζάμπα= Χωρίς να πληρώσω.
Τζαμιλίκι=Το υελόφρακτο, το τζάμι της φωτογραφίας κλπ.
Τζατζάρα ή τζατζαριασμένη =Η ώριμος την ηλικία κόρη. Η παρήλιξ, κείνη που θεωρείται, ότι έχει περάσει πια την κατάλληλη για γάμο ηλικία, που πεχει τζατζαριάσει=έχει μαραθεί η νηότη της..
Τζάνες=Οι τρίχες των βλεφαρίδων.
Τζαουνίζω=Κοπιάζω, ταλαιπωρούμαι, φωνάζω.
Τζαραμπίνα =Ζαραβίνα=Χωρίον Πωγωνίου σήμερον λέγεται Λίμνη, μεγάλη φωτιά, καρβουνότοπος, ανθρακιά. Υπάρχουν και στην άλλη Ελλάδα χωριά με το όνομα ΛΙΜΝΗ
Τζαναμπέτης=Ανυπόληπτος, χωρίς εμπιστοσύνη.
Τζάντε ή Ζάντε= Ζάκυνθος Ιόνιος νήσος Ν. Κεφαλληνίας
Τζαντές=Ο δημόσιος δρόμος.
Τζανταρμάς=χωροφύλαξ Τούρκος.
Τζόγια= Στέφανος παρά των Βυζαντινών και τώρα στην Κρήτη επί του οποίου αναρτώνται δώρα και τον οποίον αποθέτει ο γαμβρός επί της κεφαλής της νύφης ως και γιορντάνι (εορτινό, γιορτινό ) περιδέραιο, σακκίδιο από μάλλινο ύφασμα χρησιμοποιούμενο για το στράγγισμα του τυριού. “Τζόγια μου” προσφωνούν κάποιον φιλικά στα Επτάνησα
Τζάφα=Γερασμένη γίδα.
Τζεβάπι=Η απάντησις η δικαιολογία.
Τζελέπης ο=Ο εισπράκτωρ του φόρου των αιγοπροβάτων= τα τζελέπικα.
Τζελμπένι το=Μικρά δερμάτινη σακκουλίτσα για τοποθέτησι χρημάτων ή καπνού.Φυλαχτό που φέρεται από τα μικρά σαν είδος τραχηλιάς εξωτερικώς χιαστί.
Τζεπώνω=Ενθηλακώνω, καρπούμαι, το βάζω στο θηλάκιο στη τζέπη.
Τζέρμος=Το όρνιο, ο ιέραξ.
Τζερεμετίζω=Ταλαιπωρώ, τιμωρώ, επιβαρύνω.Παράγωγα ο τζερεμές το τζερεμέτισμα.
Τζέρι=Το σκώτι, τα σπλάχνα, τα σωθικά. Μώκαψε τα τζέρια=τα σωθικά.Νόμισμα χρυσό κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Τζάκι=Τζιάκι (Ηπειρος)
Τζία-τζίος=η θεία,ο θείος
Τζιαρεύω-ομαι=Πολυχαϊδεύω, χαϊδολογούμαι.Τζάρια=χαϊδέματα, καμώματα.
Τζιαρούχι=Τζαρουχολάχανο, η μάπα,, το αφράτο λάχανο.
Τζιβώνω=Νυστάζω κλείνω τα μάτια.Τζιβός στην Ηπειρο λίγο αλοίθωρος,-ζαβός στην Κέρκυρα)
Τζιεράχης ή τζιράχης=Ο πρακτικός γιατρός, κομπογιανίτης.Τα διάφορα φάρμακα οι τζιράχηδες τα έφκιαναν από διάφορα χόρτα και ρίζες.
Τζινώ=Αγκυλώνω, κεντώ, πειράζω, ασελγώ. Τζνιά=Αγκάθια, Ετζινήθηκα=Αγκυλώθηκα.
Τζιρίζω=Ενοχλώ, ανασκαλεύω.το τζιρίκι.Κάθε αντικείμενο ή όργανο όπως π.χ. ξύλο μακρύ, μασιά κλπ.Τζίρισμα=μη τζιρίζεις το σκυλί γιαί θα σε δαγκάσει.
Τζίτζια=Η φωτιά, στιά στη γλώσσα των μωρών.
Τζίφκος ή τζίφος=Τίποτε, στα χαμένα.
Τζίφλια τα= Τα μάτια και η περιοχή τους.
Τζόγια=Στέφανος του οποίου αναρτώνται δώρα και τον οποίον αποθέτει ο γαμβρός επί της κεφαλής της νύμφης (παρά των Βυζαντινών και νυν εν Κρήτη).Ω! Τζόγια μου... εις την Κέρκυρα συχνά αποτείνονταν χαϊδευτικά.
Τζόρα==Είδος μακράς ράβδου σαν εκείνη που ραβδίζουν
Τζόρας=Ο αμόρφωτος.
Τζουβές=Δοχείο παρασκευής του καφέ διαφόρων σχεδίων και ποιοτήτων.
Τζούκο=Μωρ’ γίνηκες τζούκο”=ψήλωσες
Τζούλιος=Γυμνός. Αυτό το βουνό είναι τζούλιο=γυμνό από δέντρα.
Τζούρα=Η κάψα, ο πολύς πυρετός του ασθενούς, η έντασις του φυτιλιού της λάμπας όταν είναι αναμμένη.Τζουρίζω το καλοκαίρι.
Τζουτζές=Νάνος, μικρόσωμος.
Τζουτζουλεύω=Γαργαλεύω, χαϊδεύω.
Τζομάκι το=Ποιμενική ράβδος που καταλήγει σε κεφάλι είδος ροπάλου.
Τζουλούφρια τα= Δυό μικροί θύσανοι από ξένα μαλλιά βαμένα με οκνά που πέφτουν μέχρι την οσφύ στις νειόνυφες, η λέξις αυτή απαντάται και στην Κύπρο.
Τζούφα=Η άλλως τούφα, δέσμη μαλλιών καλαμποκιού, ανθέων, θάμωνκ.α.
Τζουρίζω-ομαι= Καίω, πυρέσσω, βασανίζω.Τζουρίζει =έχει πυρετό.
Τηγανίτες=Τορτίλια-λουκουμάδες-λαλαγκίτες
Τήθη=η της μητρός και πατρός (μήτηρ) η και μάμμη και τηθίς η των γονέων αδελφή τηθύς η γη (Ησύχιος)
Τηθύν=Ο Ησίοδος λέγει Ερατεινήν, Ερατήν όμως και καλήν ονομάζει και την θυγατέρα αυτής Διώνην εκ του έρωτος ούτω καλουμένην..
Τηθὺς= Κατὰ τὸν Ὀρφέα, ἡ μήτηρ τῆς Ἀφροδίτης-Διώνης, μητρὸς τοῦ Διονύσου-Οἴνου.
Τηθὺς περιστερὰ = Η προσωποποίησις τῆς ἀφθονίας, τῆς διὰ τῶν ὑδάτων προερχομένης.
Τυθής= και η μήτηρ των θεών.
Έρυξ, Ερύκουσα, Μάκριος, ή Μάκριδος=Αρχαίο όνομα της νήσου των Παξών. “Πόλις η Παξούς
Οι Παξοί, ην οι αρχαίοι
εκάλουν Ερύκουσαν”.Ανδρέας Μάρμορας εκ του Ιταλικού εις την Ελληνικήν.
Τήλανδρος= (τηλ-άνδρος )πόλις Καρίας
Τηλέβοιαι νήσοι= Βοιαι-οιαε-οε Σημαίνει νήσον, γην, περικυκλουμένην υπό υδάτων. Οι Παξοί ελέγοντο Τάφιαι ή Τηλεβοϊδες νήσοι οικούμεναι υπό Ταφίων ή Τηλεβοών, λαού ναυτικού και πειρατικού. Κατώκουν πλησίον των Εχινάδων.(Αθηναγόρας).
Τηλεβοΐς μοίρα της Ακαρνανίας, από Τηλεβόου ή πρότερον Ταφίων. Έστι ποταμός Τηλεβόας στις πηγές τουΤίγρητος(Στεφ. Βυζάντιος)
Τηλεβόαι –Τηλεβοϊδες=Λέγονται τα πάγχρυσα νησιά των Παξών.
Τηλεδάμας=Υιός του Οδυσσέως και της Καλυψούς.
Τηλέφασα=Η τοῦ Κάδμου μήτηρ.
Τηλέφις =δήμος και Τηλέφου κρήνη.Λυκία
Τήλος=νήσος των Κυκλάδων εκαλείτο και Αγαθούσα
Τῆνος, Τᾶνος =ἐλέγετο καὶ Ὀφιοῦσα.
Τήνος =Ο όφις ο εκπρόσωπος του ύδατος και του χρυσού.
Τήνος =Η και Υδρούσα για τα πολλά ύδατά της και Οφιούσα για τα μέταλλά της.
Τήρεια-Τηρείης ομηρικά =Όρος εν Μυσία (βλέπε λ.)
Τηρέω Τηράω-τηρώ αρχ.=Βλέπω, φυλάττω. Παρατηρώ,Τήραξε καλά=πρόσεξε.
Τηύγετον ομηρικά =Ταϋγετος όρος Λακωνίας
Τίγρης= Άγνωστος ποταμός εν Πελοποννήσω, άλλως και Άρπυς καλούμενος, Τίγρης-ητος, αιτ.-τα, Αρμενιστί το βέλος, κληθείς ούτως από της ταχείας αυτού ροής. Μεγάλος ποταμός της Ασίας πηγάζων εκ της Αρμενίας(Νικολ.Λορέντης)
*Τι-Δι=Η περιστερὰ πρωτοελληνικῶς ἐλέγετο συμβολίζουσα τὴν γονιμότητα, ἐντεῦθεν τὸ τίκτω=γεννῶ, Τιτήνη ἡ μήτηρ, ἡ βασίλισσα, καὶ τιτθοὶ οἱ μαστοὶ, τὰ ἀρχικὰ ὄργανα τῆς τροφῆς, τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου· καὶ τίτθητιθήνη ἡ τροφὸς μήτηρ· διὰ τοῦτο καὶ αἱ Περιστεραὶ-Πελειάδες ἐθεωροῦντο αἱ τροφοὶ τῶν θεῶν, καὶ αὐταὶ, κατὰ τὸν Ὅμηρον, ἔφερον ἐκ τοῦ Ὠκεανοῦ εἰς τὸν Δία καὶ τοὺς ἄλλους θεοὺς εἰς Δωδώνην-Ὄλυμπον-Ὀλύμπτσικαν τὴν ἀμβροσίαν. Τι-Δι σημαίνει και τον άνεμον, το πνεύμα.
Τι =Ο Απόλλων.
Τιθωνόκομον=έθνος μέλανομεν το όλον σώμα, λευκόν δε τας κόμας (Ησύχιος)
Τιλφούσα-Τιλφούσσα=Ομηρκή κρήνη, ιερά του Απόλλωνος της Βοιωτίας, πλησίον της Αλιάρτου όπου έκειτο το όρος Τιλφούσιον
Τιλφούσ(σ)ιον-Τιλφώσιον=πόλις της Βοιωτίας κειμένη αρκτικώς επί της Κωπαϊδος λίμνης.
Τίνα =ποταμός της ΝΔ Βρετανίας κοντά στο Μπρίστολ (Δ.Λιακόπουλος)
Τίον-Τίος-Τίειον-Τήϊον=Πόλις της Βιθυνίας κειμένη επί του Ευξείνου πόντου, αποικία των Μιλησίων, νυν Τίλιος λεγόμενον.
Τίποτα= τίποτις κερκ.
Τίρυνς= Εις Παξούς Τιτ=Απειλή προς σκύλον, όπως το τσιτ, προς γάτα.
Τιτάνες=Οι αρχικοί θεοί των υδάτων και μετάλλων αντίπαλοι του Διός. Ο Ηρακλής ταυτίζεται πολλέ φορές μετά του Προμυθέως καλούμενος υπό του Ορφέως Τιτάν (ύμνος 12). Κατά τον ίδιον ποιητήν Τιτάνες ο Ήλιος και ο Ζευς (ύμνος 8), ο Κρόνος (ύμνος 13) και ο Απόλλων-Φάνης-Διόνυσος (ύμνος 34) και η Άρτεμις η και Χία λεγομένη Τιτανίς (ύμνος 36) και αυτή.
Τιτυὸς ο =Ἀσφαλῶς οὔτε ἠσέβησε πρὸς τὴν Λητὼ, οὔτε ὁ Ἀπόλλων καὶ ἡ Ἄρτεμις ἐφόνευσαν αὐτὸν. Γάϊος-Τιτυὸς καὶ Ἀπόλλων εἶναι μία καὶ ἡ αὐτὴ μορφὴ. Λητὼ δὲ ἡ μήτηρ τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Ἐλάρα-Γῆ ἡ μήτηρ τοῦ Τιτυοῦ, εἶναι ἐπίσης ἕν καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπον. Ἀλλ’ ὁ Ὅμηρος ἐν τῇ συνθηματικῇ αὐτοῦ γλώσσῃ παίζει, σατυρίζων τοὺς θεοὺς, ἀλλ’ ἅμα διδάσκων· καὶ ἐν τῇ προκειμένη περιστάσει ὁ Ἀπόλλων θεὸς τοῦ Φωτὸς «ἐφόνευσε» τὸν φωτεινὸν θεὸν Βῆλον, ἀντικατέστησε δηλονότι αὐτὸς ἑαυτὸν· αὐτὸς μὲν ὡς Ἀπόλλων παραμείνας ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεὸς τῶν Ἑλλήνων, ὁ δὲ Βὴλ-Βάαλ θεὸς τῶν ἄλλων ἐθνῶν, ὅσα ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος ἔλαβον καὶ γλῶσσαν καὶ θεοὺς καὶ τὰ πάντα· διότι, παρὰ τὴν κρατοῦσαν κακῶς ἀπὸ αἰώνων θεωρίαν: ὅτι ἐκ τῆς Ἀσίας, δῆθεν, ἦλθον οἱ πρόγονοι τῶν Ἑλλήνων κομίσαντες τὰ πρῶτα σπέρματα τῆς θεολογίας, τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς γλώσσης, ἡμεῖς ἐτονίσαμεν καὶ τονίζομεν ὅτι:
οἱ πρωτόγονοι Ἕλληνες γηγενεῖς καὶ αὐτόχθονες ὄντες, Βέλειοι-Πέλειοι–Πελασγοὶ-Βέλληνες, αὐτοὶ πρῶτοι ἀνέπτυξαν ἀπ’ ἀρχῆς ἄφθαστον πολιτισμὸν, τὰ πάντα εἰς τοὺς βαρβάρους λαοὺς μεταδώσαντες. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορικὴ ἀλήθεια, ἡ μόνη ἀλήθεια, τὴν ὁποίαν θέλοντες καὶ μὴ, θὰ ἀναγνωρίσωσιν ἐπὶ τέλους ἡμέτεροι καὶ ὑπερόριοι, οἱ ἐν σκότει ἀπὸ αἰώνων διαπορευόμενοι αὐτοὶ ἀπατώμενοι, καὶ τοὺς ἄλλους ἀποπλανῶντες. Τὸ ἀληθὲς εἶναι ὅτι ἀφορμὴν πρὸς παραπλάνησιν ἔδωκεν ἀπ’ ἀρχῆς ἡ ἐπιπολαιότης τοῦ Ἡροδότου, Διοδώρου Σικελιώτη, Ἑκαταίου καὶ ὅλων ἐκείνων ὅσοι τὰς εἰς αὐτοὺς διδομένας δογματικῶς, οὐχὶ ἄνευ ὑπολογισμοῦ ψευδεῖς πληροφορίας ὑπὸ τῶν κουτοπονήρων Αἰγυπτίων ἱερέων, ἐξελάμβανον ὡς θέσφατα, ὡς κάλλιστα κατενόησεν καὶ ὁ Alfred Maury. Ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς μεταγενεστέρας καὶ συγχρόνους ἡμῖν ἐποχὰς οἱ σοφοὶ τῆς Εὐρώπης μᾶλλον ἐκ σωβινισμοῦ ἤ ἐκ βαθείας μελέτης, ἔγραψαν καὶ γράφουν μὴ θέλοντες νὰ ἀναγνωρίσωσιν: ὅτι ἡ Ἑλλὰς ὑπῆρξεν ἡ ἀρχικὴ κοιτὶς τοῦ πολιτισμοῦ, ἄν καὶ ἀσμενίζουν νὰ παραστοῦν ἑαυτοὺς ὡς φιλέλληνας. Καὶ αὐτοὶ ἔτι οἱ Βούλγαροι καὶ οἱ Τούρκοι τολμοῦν νὰ παρουσιάζωνται ὡς ἐκπολιτισταὶ τῶν Ἑλλήνων!!! οἱ δείλαιοι! (Αθηναγόρας).
Τιτυγιός-Τιτυός= Ο Γάιος. Η προσωποποίησις των νήσων Παξών.
Τιτυός-Πιτυός= Στην Χίο, αλλά και στους Παξούς, ο Τιτυός, ο και Πιθυός-Πύθων. Δελφοί η Παξός και Δελφίνι-Δερφίνι-Βελφίνι εν Χίω.
Τιτυού= τούτου θυγάτηρ ἐπιστεύετο ἡ Εὐρώπη, ἡ ἀδελφὴ τοῦ Κάδμου καὶ μήτηρ τοῦ Ραδαμάνθυος, τοῦ Μίνωος, τοῦ Σαρπηδόνος καὶ τοῦ Αἰακοῦ, οἵτινες ὡς ἤδη ἀπεδείξαμεν εἶναι ἰθαγενεῖς τῶν νήσων ἡμῶν, τῶν Παξῶν. Ὁ Γάϊος-Τιτυὸς εἶναι αὐτὸς οὗτος ὁ Φόρκυς, ὁ ὑπὸ τοῦ Ἡσιόδου υἱὸς τῆς Γῆς καλούμενος, καὶ τοῦ ὁποίου τὸ γένος διὰ πολλῶν στίχων ἀναγράφει.
Φόρκυϊ δ’ α Κητ Γραίας τέκε καλλιπάρος
Τίφα= παραλία πολίχμη των εν Βοιωτία Θεσπιών
Τιφλίς= Η πόλις των πηγών
Τλάλοκ= Στη γλώσσα των Αζτέκων=Θεός Ερμής Κάτηλυς (ο κατερχόμενος εις Άδην)Αποκρυπτογράφηση Καραβά-Γαλάνη Μ.
Τληπόλεμος-Τλαπόλεμος=Τλημονίδας ο, Ηγεμών των Πελταστών παρά τοις Λακεδαιμονίοις, Ξενοφ. Ελλην.
Τλήτες=έθνος Ιβηρικόν περιοικούν τους Ταρτησσσίους. Θεόπομπος τεσσαρακοστώ πέμπτω (Στεφ. Βυζάντιος)
Τλως =Πόλις επίσημος της Λυκίας εις την μικράν Ασία κειμένη μεταξύ του όρους Κράγου, όθεν Τλωεύς ο κάτοικος (Στράβων).
Τλως και Τάλως= Το βάθος, οι κάτω τόποι.Τλως Πόλις επίσημος της Λυκίας.
Τμάριον=Όρος Αρκαδίας.
Τμάριος=Ζευς εν Δωδώνι
Τμώλος=Όρος επίσημον της Λυδίας σχηματίζον συνέχειαν του Ταύρου, το οποίον εκτεινόμενον από της πόλεως των Κελαινών εν Φρυγία νοτιοδυτικώς παρά τον Μαίανδρον ποταμόν και φερόμενον αρκτικώς δια μέσου των Λυδών ονομάζεται ενταύθα ιδίως Τμώλος ον εις άκρον εύφορον και παράγον εξαίρετον οίνον, επί μιας των κορυφών αυτού έκειτο προς δυσμάς η ακρόπολις των Σάρδεων, τανύν καλείται Βοζδάκ.Ομ.Ιλ.Β 866 Ηρόδοτ.5, 100 ως ιερόν του Διονύσου, παρ’ Αισχ.Περ.49(Ν.Λορντ)
Τόβιος=ποταμός της Βρεττανίας ρέων δια του δυτικού αυτής μέρος (Πτολ.)
Τόζι=Η σκόνη γενικά.Τό λεϊμόνι=στερεοποιημένο ξυνό χρησιμοποιούμενο αντί χυμό λεμονιού.Τρυγικόν οξύ.
Τόϊ=Κουτός ηλίθιος, ίσως από το κοινό όνομα του πτηνού αγριόγαλου ή ωτίς.
Τόκα=Χειραψία.”Έλα να κάνουμε τόκα”= να συμφιλιωθούμε.
Τοκάδα-άδες=Η κόπιτσα, τα θηλύκια.
Τόλος = Θόλος ή Δόλος- Θολός-Δολός= βράχον σπηλαιώδη, Δολός εν Μεσολογγίω, Πωγωνίω, Λακωνίας, Δολιάτικα των Παξών,Δόλοι-Άγιοι Δούλοι εις Κέρκυραν,Δήλος-Τήλος, Δελφοί, Δέλφαξ, δελφάκι(χοιρίδιον), Δελφίς, Δελφίνι βραχώδης ύφαλος της Σύρου. Δελφίνι Ωρωπού και άλλα πολλά που σημαίνουν βράχον σπηλαιώδη, αλλά και δολόεσσαν ο Όμηρος αποκαλεί την Καλυψώ.
Τολώσσα= η Τουλούζ της Γαλλίας επίσημος πόλις
Τολοφών=πόλις επί της χώρας των Οζόλων Λοκρών κειμένη ανατολικώς, τανύν
Μοωναστήρι Κούτζιον, κατά Πουκεβιλ. Τολοφώνιος ο κάτοικος (Στεφ. Βυζάντιος)
Τομαριά=Η εκ του όρους Τομάρου η δρυς η οποία λέγεται ότι εναυπηγήθη το πλοίον η Αργώ. (Ορφ.Αργ).
Τόμαρος=και Τμάρος, Ο Ζευς, και Τόμαρος όρος ένθα η Δωδώνη, ο λεγόμενος Ολύμτσικα ο του Ομήρου Όλυμπος.
Τόμου=Όταν.
Τομούραι αι=αι μαντείαι (Νικλ.Λωρέντης)
Τόμουροι -Τομούρι-Τμούροι=Ιερείς άνδρες εις το Μαντείον των Δωδώνης. (Γρ.Καλογερόπουλος)
Τόμουροι= Εμπερικλείει λέξιν πολύτιμον καὶ ἱερὰν τῆς πρωτοελληνικῆς γλώσσης, τὴν μυστικὴν λέξιν «ομ» τῶν ἱερῶν μαντείων τῆς Ἑλλάδος καὶ τῶν ἐλευσινίων μυστηρίων, τῶν τελετῶν τῶν ὁποίων ἡ κατακλεῖς ἦτο ἡ φράσις: « Κόνγξ, ΟΜ, Πὰξ ».
Τόπι=Σφαίρα , μπάλα.Είδος παιδιάς.Τα τόπια =κανιονιοβολισμοί. “Πέφτουν τα βόλια σαν βροχή τα τόπια σαν χαλάζι”.
Τοπχανέδες=Επιθαλάσσιοι προμαχώνες της Θεσσαλονίκης έξω από το Βαρδάρη που έφταναν ωςτον Αγιο Μηνά και το λιμάνι.
Τοπωνυμίαι Ελληνικαί=ως και η γλώσσα των χωρίων ας είναι οδηγοί ημών οι πρώτιστοι ανά παν βήμα ημών εις το απέραντον ταξίδιον ημών ανά τους μεμακρυσμένους αιώνας. Εις πάσας τας χώρας του κόσμου, εις πάσας τας γλώσσας της Γης θα εύρωμεν τας ελληνικάς τοπωνυμίας, τα ελληνικά γλωσσήματα. Όπως η λέξις Σαλαμίς είναι λέξις ελληνικοτάτη εκτός του ονόματος τούτου είναι και Κούλουρη αριθμεί ηλικίαν έξι και πλέον χιλιάδων ετών, η οποία έφερε και άλλα όπως=Κούλουρις –Πελάνα, Κιχρεία, Σκιράς, Πιτυούσα, Ιαονία, Ελεούσα, Δρυούσα, Ελευσίς και νήσος Δράκοντος, ονόματα πάντα αποτελούντα διαφόρους μορφάς μιας και της αυτής εννοίας της του βράχου. (Αθηναγόρας)
Τόργιον=όρος εν Σικελία, όπου νεοττεύουσιν οι γύπες (Ησύχιος), Τόρος= όρος εν Σικελία κείμενον μεταξύ Ηταλείας και Ακράγαντος (Πολύβ.)
Τοριό=Κερκυρ. Λέγεται όταν κρυώνεις απότομα, “μ’ έπιασε τοριό” από το ρήμα τείρω με πολλές έννοιες:βασανίζομαι, κατατρύχομαι, υποφέρω μεγάλως κλπ. (Σταματάκου) μπορεί όμως και “από το τρομερό κρύο, τρέμω ολόκληρη” επίσης “έχει ένα τίρο…” ένα τουπέ, χαρακτηριστικό ύφος, Μ.ΣΤόρον=Λιθοσκοπικόν σκεύος.
Τοροντό=Κουτός, ανισσόροπος και μάλιστα ψηλός το ανάστημα.
Τορόντο=Πόλις του Καναδά.
Τόρος=Όρος της Σικελίας κείμενον μεταξύ Ηρακλείας και Ακράγαντος (βλέπε λέξη).
τόρος= εργαλείον φρεωρυχικόν
Τορός=Το ίχνος, ηύραμε τον τορό =τα ίχνη.
Τορώνη=χωρίον Θεσπρωτίας, αρχαία πόλις της Χαλκιδικής.
Τοσκάνη=Όνομα περιοχής της Ιταλίας άλλοτε δουκάτου η αρχαία Τυρρηνία ή Ετρουρία.
Τοσκαρία=Η κάτω Αλβανία και οι κάτοικοι Τόσκηδες.
Τόσο δα =Λίγο. τοσοδούλης= Μικρούλης τότσο-τούτσο κερκ.
Τότες-τότενες (Κερκυρ.)=τότε
Τουκάλι=Η ψαρόκολλα.
Τούλα=πόλη του ΒΔ Μεξικού και Θούλη ΒΔ της Γροιλανδίας
Τούμα= Το Στόμα τσακώνικα.
Τουλούπα=Το λαναρισμένο μαλλί όπως το βάζουν στη ρόκα.
Τούμπα-τούμπουλες=Ξάπλα,έπεσε κι έκανε μία τούμπουλα, αναποδογυρίζω πριν πέσω
Τουμπακιάζω-ομαι=Πλαγιάζω για να κοιμηθώ.
Τούμπαλιν=Το εναντίον, ανάπαλιν, έπειτα πάλιν.
Τουμπάνια= Τύμπανα.
Τούμπες,Τύμβοι, τούβους=Τάφοι με μικρό ύψωμα από πάνω από όγκους χωμάτων.Τούβοι λάκκοι και τουβανάρες αποκαλούσαν τα μεγάλα κούφια λόγια.
Τουρ=Η ρίζα από τοπωνυμία “Τούρκ” έχει την έννοια του βράχου, της πέτρας.
Τουράν =όνομα διδόμενο υπό των αρχ, Περσών εις το Τουρκεστάν και την χώρα των Τατάρων Τουραίνη όνομα παλαιάς επαρχίας της Γαλλίας Τουρίνο πόλις της Ιταλίας εν |Πεδεμοντίω (Πρωΐας)
Τουρκουάζ=πολύτιμος λίθος.
Τουρκί ή τορκός =Η ρόδα, στεφάνι του βαρελιού κ.α. στην Κέρκυρα τορκός, είναι μέρος από το στόλισμα του κεφαλιού της χωριάτικης ενδυμασίας.
Τούρκος=Ακρωτήριον νησίδος των Οινουσών, Τουρκοβίγλα ακρωτήριον Επιδαύρου. Τουρκοβούνια Αθήνας βουνοσειρά, Τούρκικα, Τούρκικο, Τουρκολίμανο Πειραιώς, Τουρκοπάλουκον εν Φαναρίω Παραμυθίας, Τούρκου ρεύμα, Τούρκου Κάβος και Τουρχίνα εις Άνδρον, Τούρκος τοπωνύμιο εις Παξούς,Τουρκοβάνα ακρ. Αιγίνης, Τουρκολέϊκα χωρίον Αρκαδίας, ο Τούρκος λέγεται και τούρλος, ακρ. Θήρας τούρλη αγροικία Σύρου και Αιγίνης, Τούρλη νησίδιον παρά την άκραν της Αντιπάρου, Τουρλίτης βραχονησίς της ΝΑ άκρας Ανδρου, κλπ.(βλέπε Τούρκοι)
Τούρκος =Τοπωνυμία εις Παξούς
Τουρκοβάνα= κοινή ονομασία του όρους Πεντέλη.
Τουρκολέϊκα= Χωρίον της Αρκαδίας.
Τουρκίτις=Εν Ανδρω σκόπελος υψηλός.
Τούρκος και Τούρλος =Ακρωτήριον Θήρας, αμφότερα αποδιδόμενα εις ακρωτήρια και νησίδας.
Τούρκοι=Τουρκόι, Τουρικο Τυρικ Οκτουκορ,Οκτυτιο. Δωρική πόλις Αρκάδων, Αρκαδία=Τουρκία, Ουρτουκία =Αρκαδία. Οϊς Τουρκορτούρ= εις Τουρκεστάν. όικορούτ=οίκησις από Τουρκιοιρ Ορκουτορ=από Ποντίους Αρκάδες. Κροϊρουορ, ουτροκόκις=φρούριον, ακρόπολις. Ις Κρουτοκουρ ή Τσουκορουτ εκ Τριπόλεως. Αποκρυπτογράφησις επιγραφών Μέσης Ανατολής από Καραβά-Γαλάνη Μ.
Τούρλα=Ακροτήριον Λυκύνου αλλά και γεμάτο μου το τούρλωσες το πιάτο μου, το γέμισες.
Τουρλίτις= Βραχονησίς ΝΑ Ανδρου.
Τούρλος= Τοπωνύμια του Νημπουργιού, εν Κορθίω, εν Παλαιοπόλει, εις Παξούς. Τουρλωτή=Μονοφατσίου Κρήτης.Τούρκου Ρεύμα, Τούρκου Κάβος και Τουρχίνα εν Άνδρω.
Τουρτουρίδα=Η τρυγών, η πολυλογού, ελαφρόμυαλη, πιθ.από το τερετίζω.
Τούρτουρο=Η ξαφνική δυνατή βροχή που δεν κρατάει πολύ. Δυνατό κρύο, τουρτουρίζω=τρέμω από το κρύο
Τραγανός=Ο τόπος με αδύνατο χώμα που σκορπίζεται σαν άμμος.Τραγανό σταφύλι=γκριτζανιστό.
Τραγασαί=χωρίον εν Ηπείρω, από Τραγάσου, ού εις χάριν ο Ποσειδών αλός πήξιν εποίησεν, όθεν Τραγασαίοι άλες
Τραέτο κερκ.==Ταξίδι
Τράλλες οι=Επαρχία της
Ιλλυρίας, Τραλλία-Τράλλεις, αλλά και της μικράς Ασίας.
Τράλλεις=Επίσημος της Λυδίας πόλις κτισθείσα το πρώτον υπο Λυδών και Καρών και κατοικουμένη υπό πολλών Ελλήνων παρά το όρος Μεσσογίδα.Τραλλιανός ο κάτοικος.
Τραλλείς=ούτως εκαλούντο μισθοφόροι Θράκες τοις βασιλεύσιν οι τας φονικάς χρείας πληρούντες (Ησύχιος)
Τράλη=πόλι της ΝΔ Ιρλανδίας
Τράμπα=Η ανταλλαγή.
Τραμπύα=πόλις της Ηπείρου πλησίον του Βουνίμων (Βούνειμα πόλις Ηπείρου. Ουδετέρως. Κτίσμα Οδυσσέως, ήν έκτισε πλησίον Τεραμπύας, λαβών χρησμόν ελθείν προς άνδρας “οί ουκ ίσασι θάλασσαν”. βουν ουν θύσας έκτισε)
Τρανιψοί=έθνος Θράκιον (Ησύχιος)
Τρανσυλβανία=όνομα χώρας της Ρουμανίας και Τρανσυλβανικαί Αλπεις (Πρωΐας)
Τραπάτσαλος=Ακατάστατος, τρόπο-άτσαλος, μη θετικός..
Τράπεζαν= Τρά-πεσ-δα, λέγεται σανός πλατεία ομαλή, στηριζομενη συνήθως επί τεσσάρων στηριγμάτων, ποδών, χρησιμεύουσα προς εναπόθεσιν επ’ αυτής διαφόρων πραγμάτων. Πιθανολογείται ότι η λέξις έχει τιμηθεί εκ του τε-τρά-πεζα, η έχουσα τέσσαρας πέζας =πόδας. Ετοιμολογείται κατά τον Θωμόπουλο.
Όπως επίσης Τράπεζαν του αργυραμοιβού ή του τραπεζίτου.
Τραπεζίτσα=οροσειρά Πίνδου με τη παρουσία Αγριόγιδου
Τραπεζούς-ούντος =Όρος της Ταυρικής χερσονήσου.
Τραπεζούς-ούντος=Πόλις της Αρκαδίας επί του Αλφειού ποταμού κτισθείσα το πρώτον υπό του Τραπεζούντος ενός των παίδων του Λυκάονος, των οποίων οι κάτοικοι μετωκίσθησαν ύστερον εις την Μεγαλόπολιν.
Τραπεζούς-ούντος=Πόλις επίσημος και εμπορική του Ευξείνου πόντου επί των συνόρων της Κολχίδος.(Νικ. Λωρέντης) σήμερα Τουρκία
Τραπελίζω=Τρεκλίζω όπως ο μεθυσμένος.
Τρασκελίζω= Δρασκελίζω, πηδώ, τρασκελιά, πήδημα.
Τράχυνος =στη Χίο. Τραχεία κατά τον Όμηρο η Ιθάκη –Παξοί
Τράτα= Σκάφος. Τρατάρης =ψαράς που ψαρεύει με τράτα. Χορός τράτας. Τρατάρω=Προσφέρω, φιλεύω.(βλέπε λ.Τροϊία)
Τράτο= Το διάστημα επί τόπου και χρόνου, παράτασι, προθεσμία.
Τραυσός=έθνος Σκυθικόν, οι τους μεν γεννωμένους ατιμάζουσι, τους δε τελευτώντας κατευφημίζουσιν (Ησύχιος)
Τράφος=(αρχ.τάφρος),ο χάνδαξ που ορύσσεται στα άκρα ομαλών και επιπέδων αγρών προς διοχέτευσι των νερών της βροχής.
Τραχανάς=Έδεσμα παρασκευαζόνενο από αλεύρι κατά προτίμησι σταρένιο και γάλα, προοριζόμενο για κατανάλωσι κατά την χειμερινή περίοδο.
Τραχίς=ή Ιωνκ.τρηχίς αρχαία μητρόπολις της Τραχινίας χώρας εν τη Φθιώτιδι Θεσσαλίας, κειμένη μεταξύ του όρους Οίτης και του Μαλιακού κόλπου. Τραχίς υπάρχει και πόλις μικρά της Φωκίδος πλησίον της Ληβαδειάς (Νικ. Λωρέντης)
Τραχηλιά=Αρμαθιασμένα φλωριά, νομίσματα κ.α. κρεμόμενα από το λαιμό για στόλισμα από τις νεόνυμφες (Ήπειρο).
Τράχωμα= Η προίκα. Κατά τον Γρ. Κολέφα είναι λέξις βυζαντινή.
Τρεβίας=ποταμός επίσημος της άνω Ιταλίας πηγάζων εκ των Απεννίνων ορέων και εκβάλλων εις τον Πάδον. Πολύβιος
Τρεμεντίνα=Η ρητίνη, ρετσίνη, τερέβινθος.
Τρέμπεμ=φοβούμαι, τρέω, τρέμω παλαιά αλβαν.(Λουκά Μπέλλου)
Τρήρος=χώρα της Θράκης περί τα σύνορα της Μακεδονίας την οποίαν κατώκουν οι Τρήρες και Τρήρος ποταμός της χώρας του Λατίου εν Ιταλία (Νικ. Λωρέντης)
Τρητόν όρος=(τιτράω) όρος της Πελοποννήσου μεταξύ της Νεμέας και των Μυκηνών επί του οποίου ευρίσκετο το σπήλαιον του φοβερού Νεμαίου λέοντος έχον δύω εισόδους. Ησίοδος Θεογ.531(Νικ. Λωρέντης)
Τρία και ακίς. Ακίς σημαίνει το μυτερό, το αγκωτό,την προεξοχή, την όχθη, το άκρο.
Τριβαλλοί=Εθνος Θρακικόν ή Ιλλυρικόν (βλέπε Θράκη). Τριβαλλικός αλλά και Τριβέλι =αρχ.τριβή, τρίβω τριβόλιον αρχ. υποκορ. Τρίβολος ζιζάνιο των αγρών, η κολλητσίδα Τριβόλης επώνυμο Κερκύρας
Τρίβω=Ιδιωμ. Δωροδοκώ, καταβάλω, πληρώνω για να επιτύχω κάτι.
Τρίγωνο=Αναπαράσταση του ιερού Τρίπδα του Απόλλωνα ήταν το τρίγωνο, το “Δέλτα το μυστικό”. Στην Πυθαγόρεια φιλοσοφία το ισόπλευρο και ισογόνιο τρίγωνο, το αποκαλούμενο εντελές τρίγωνο αποτελούσε το σημαντικότερο μέρος της Τετρακτύος, η οποία δεν προσδιόριζε απλώς την τετράδα αλλά το Μυστικό του Δημιουργού Όνομα.
Τρίγωνας =Τοπωνυμία παρά το Πλουμάριον ουκ άσχετον προς την σύστασιν του εδάφους.
Τριήρης=φρούριον της Φοινίκης (ποιας Φοινίκης;) κείμενον παραθαλασσίως, μεσημβρινώς της Τριπόλεως
Τρίκαλον και Τρίκαλα=Φρούριον της νήσου Σικελίας κείμενον μεσογείως μεταξύ του Κριμισσού και Ιμέρα ποταμού (Στεφ.Βυζάντιος) και Τριόκαλα τα Τρίκη-Τρίκκη =Πόλις αρχαία και οχυρά της Εστιαιώτιδος χώρας εν Θεσσαλία ἐπὶ του Πηνειοῦ ποταμοῦ, πατρίς του Ασκληπιού, Τρικαίος-αία.
Τρικλάδα=Τρίκλισμα, ζαλάδα.
Τρίλλα=όταν ο μουσικός παίζει με όργανο ή τη φωνή του δύο νότες γρήγορα
Τρίμματα= Τα ψιχία του άρτου, ψίχαλα, ψίχουλα.
Τριμήνι=Ποικιλία σίτου.
Τρινάκριος Πέλαγος=Βρισκόταν στην Ελλάδα κοντά στον Αχελώο ποταμό.
Τρινακρία-Τρινακία και ο Τρινάκριος Πόντος =Βρισκόταν κοντά στον σημερινό Αχελώο. Τρινακία ή Θρινακία κατά τον Όμηρο
Τρινακρία =(Η έχουσα τρεις άκρες) ἀλλὰ καὶ Τριόπις, Τριόπιον, Τριπεζοῦς, Τρικέρι, Τρίδειρον, Τριζόνιον, Τρικόρνιον, Τρίκαρνον, Τρίκλινο, χωρίον εν Κερκύρα. Τριμύθι, Τρινασσὸς, Τρίγωνο, Τρίκολι, Τριὸ, Τρίβαντον, Τρίποδος, Τριπόδι, Τριποδίσκος, ήταν η νῆσος τοῦ Ἡλίου-Ἀπόλλωνος, ἔχει τρεῖς ἀκίδας ἤ ἀκὰς, τρες πόδας, δι' ὅ καὶ ἐκαλεῖτο οὐ μόνον Τρίποδες· πόλεις εἰς τὰς ὁποίας ἐξαιρετικῶς ἐλατρεύετο ὁ θεὸς Ἀπόλλων.
Τριμματίζω=Δίνω βοήθιεα από ευσπλαχνία ή έλεος.
Τρινακρία ή Τρινακία ή Θρινακία=Νήσος, το πρότυπο του Τρίποδα, αλλά και η μητρόπολη των Δελφών και της Δήλου, ο Όμηρος το νησί αυτό το αποκαλεί Αιολίην, νησί του Αιόλου. “Και να εφτάσαμε στην Αιολίδα, εκεί που κατοικούσε ο Αίολος Ιπποτάδης, ο φίλος των αθανάτων θεών, σε νησί πλωτό”.
Τριποδέντρης=Ο εφευρίσκων ανακαλύπτων τα κρυπτόμενα, ερευνών.
Τρι(ή)μερο=Η τριήμερη πραγματική νηστεία ακόμα και του ψωμιού που έκαναν παλαιότερα κάθε Καθαρή και Μ.Εβδομάδα.
Τριόπας=Εποικήσας την Λέσβον δια του υιού αυτού Ξάνθου κομίσαντες εξ Άργους αποικίας Πελασγών εις Λέσβον εντεύθεν και η συγγένεια μεταξύ Άργους-Αργολίδος ένθα απαντώμεν Κρείαν,Φλιασίαν, Τρητόν, Λάρισσαν, Εύβοιαν, Χείμερον, Κάναθον, Κηφισσόν, Τύρινθα, Σήπειαν, Κοίλην,Τενέαν, Μέλιναν, Λάμπην, Οινόην και άλλα ονόματα προς την Λέσβον.
Τριόπιον=ή Κνίδος. Και ιερόν ένθα εορτάζουσιν
Τριπολίτις=χώρα της Μακεδονίας περιλαμβάνουσα τρεις πόλεις την Άζορον, Δολίχην και Πύθιον = Πελαγονία Στραβ.
Τριπτόλεμος=υιός του Κελεού βασιλέως τηε Ελευσίνος εν Αττική και της Μετανείρας Υπάρχει μύθος που υποκρύπτει ιστορικήν εποχήν της πρώτης καλλιέργειας του σίτου εισαχθείσης πρώτον υπό του Αιγυπτίου Κέκρωπος και εφεξής υπό του Ερεχθέως (Ν.Λωρέντης)
Τριπυργία=χωρίον επί της νήσου Αιγίνης Ξενφ.Ελλην. (Ν. Λωρ.)
Τρίσκατος=Ο διάβολος τρεις φορές σκατωμένος, αναθεματισμένος.
Τριταία=πόλις αρχαία των Αχαιών εν Πελοποννήσω, ύστερον μία των δώδεκα πόλεων αίτινες εσχημάτιζον τον Αχαϊκόν δεσμόν, τανύν Τριτί Στραβ. Πολύβ. Τρίτεια=Θουκιδ.
Τρίτεια η=πόλις της Φωκίδος κειμένη επί των συνόρων των Λοκρών (Στεφ. Βυζάντ)
Τριτογένεια=επίθετο της Αθηνάς, ως γεννηθείσης παρα τη Τριτωνίδα λίμνη ή από του Τρίτωνος μικρού ποταμού ρέοντος πλησίον των Αλαλκομενών εν Βοιωτία η πλησίον της Τριτωνίδος λίμνης εν Λιβύη (Παξών) γέννησις της Αθηνάς και πολλοί άλλοι μύθοι που μπερδεύονται μέσα στο χάος των αιώνων…(Μ.Σ.)
Τριώτα=Είδος παιδιάς.
Τρινάκριος Πέλαγος=Βρισκόταν στην Ελλάδα κοντά στον Αχελώο ποταμό.
Τρινακρία-Τρινακία και ο Τρινάκριος Πόντος =Βρισκόταν κοντά στον σημερινό Αχελώο.
Τρινακρία, ἀλλὰ καὶ Τριόπις, Τριόπιον, Τριπεζοῦς, Τρικέρι, Τρίδειρον, Τριζόνιον, Τρικόρνιον, Τρίκαρνον, Τριμύθι, Τρινασσὸς, Τρίγωνο, Τρίκολι, Τριὸ, Τρίβαντον, Τρίποδος, Τριπόδι, Τριποδίσκος, ήταν η νῆσος τοῦ Ἡλίου-Ἀπόλλωνος, ἔχει τρεῖς ἀκίδας ἤ ἀκὰς, τρες πόδας, δι' ὅ καὶ ἐκαλεῖτο οὐ μόνον Τρίποδες· πόλεις εἰς τὰς ὁποίας ἐξαιρετικῶς ἐλατρεύετο ὁ θεὸς Ἀπόλλων.
Τρίκκη =αρχαία πόλις της Θεσσαλίας ἐπὶ του Πηνειοῦ ποταμοῦ, τα σημερινά Τρίκκαλα. Τρίκκερι χωρίον Πελοποννήσου.
Τρινακρία =(Η έχουσα τρεις άκρες) Τριοπίς, Τριόπιον, Τριπεζούς, Τρικέρι,ακρωτήριο στον Παγασητικό κόλπο. Τρίδειρον,Τρινασσός, Τρίγωνο, Τρίκολι,Τρίκαρνον, Τριμύθι, Τριό, Τριποδίσκος, Τρίποδες, Τρίκλινον χωρίον εν Κερκύρα.
Τρινακρία ή Τρινακία ή Θρινακία=Νήσος, το πρότυπο του Τρίποδα, αλλά και η μητρόπολη των Δελφών και της Δήλου, ο Όμηρος το νησί αυτό το αποκαλεί Αιολίην, νησί του Αιόλου. “Και να εφτάσαμε στην Αιολίδα, εκεί που κατοικούσε ο Αίολος Ιπποτάδης, ο φίλος των αθανάτων θεών, σε νησί πλωτό”.
Η πετρήεσσα Πυθώ=η πετρώδης Πυθώ.
Η αγαθέη Πυθώ=η ευλογημένη Πυθώ.
Η αμήμων νήσος του θεού Ηλίου=Το λαμπρότατο άμωμο νησί του θεού Ήλιου.
Τρινακρία =Ελέγετο επίσης και Ερύθεια-Ερυθρά.
Τρίποδας, Τρινακρία, Τριπτόλεμος=Ήταν το ιερότερο σύμβολο των αρχαίων. Ονόματα μυστικοτέρας σημασίας, όπως επίσης Τροιζήν. Δεν ήταν μόνο οικιακό σκεύος ή έπαθλο, αλλά ταυτοχρόνως ήταν και ιερός βωμός και Θεά, η “Μάκαιρα Εστία” αναπόσπαστο για κάθε Ναό και κάθε Ελληνικό σπίτι.
Τρίποδας Δελφικός= Τρεις βάσεις (πόδια) σημαίνουν την θεία γνώση, που χαρακτηρίζει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.Ήταν και ιερό σύμβολο της Αρτέμιδος, της δίδυμης αδελφής του Απόλλωνα.
Τρίποδες= Εχρησίμευον ὡς κοσμήματα καὶ σκεύη καλλωπιστικὰ. Τρίποδες ναθη-ματικο» που εδίδοντο ως έπαθλα στους αγώνες.
Τριποδέντρης=Ο εφευρίσκων ανακαλύπτων τα κρυπτόμενα, ερευνών.
Τρίποδες=Λέβητας, πυρίκαυστος,τρισκελής, χυτρόπους (χύτρα με πόδια) πυροστιά, άπυρος (αυτός που δεν πυρόθηκε),αίθων (μαυρισμένος),δυωδεκάβοιος, (ο έχων αξία 12 βοών), τεσσεράβοιος (ο αξίας τεσσάρων βοδιών), εμπυριβήτης αυτός που μπαίνει στη φωτιά), μέγας, εύχαλκος, ωτήεις (ο έχων αυτιά), λαβές, λοετροχόος,(αυτός που έβαζαν το νερό για λούσιμο),περικαλλής, χρυσήλατος (ο κατασκευασμένος από σφυρήλατο χρυσό), μαντιπόλος (εμπνευσμένος, αυτός που χρησιμοποιείται από τους μάντεις) δαφνηκόμος, δαφνοστεφάνωτος, ερίτιμος, ο πολύτιμος, ο άκρως τιμόμενος.
Τρίπολις=χώρα μικρά της Αρκαδίας περιέχουσα τρεις πόλις την Καλλίαν, Δίποινα και Νώνακριν (Παυσαν. η 27). Πόλις της Φρυγίας επί του Μαιάνδρου ποταμού τανύν Τριβούλ. Και πόλις επίσημος της Φοινίκης κειμένη παραθαλασσίως αποικία των τριών πόλεων, της Τύρου, Σιδώνος και Αράδου
Τριπολίτις=χώρα της Μακεδονίας περιλαμβάνουσα τρεις πόλεις την Άζορον, Δολίχην και Πύθιον = Πελαγονία Στραβ.
Τριπτόλεμος=υιός του Κελεού βασιλέως τηε Ελευσίνος εν Αττική και της Μετανείρας Υπάρχει μύθος που υποκρύπτει ιστορικήν εποχήν της πρώτης καλλιέργειας του σίτου εισαχθείσης πρώτον υπό του Αιγυπτίου Κέκρωπος και εφεξής υπό του Ερεχθέως (Ν.Λωρέντης)
Τρίπολις ἐπὶ τοῦ Μαιάνδρου ποταμοῦ· πᾶσαι δὲ αἱ πόλεις, αἱ φέρουσαι τὸ ὄνομα τοῦτο, εἰς τὸ ὕδωρ κυρίως ἀναφέρονται.
Τρίπολις=πόλις επίσημος της Φοινίκης κειμένη παραθαλασσίως αποικία τριών πόλεων, της Τύρου, Σιδώνος και Αράδου, σχηματίζουσα ενα κέντρον συμμαχικόν των τριών επικρατιών όπου εγίνοντο αι γενικαί συνελεύσεις τανύν εκπεσούσα όλως της αρχαίας αυτής ακμής και μεγάθους.(Στράβ.)
Τρίπολις= Πόλις της Φρυγίας επί του Μαιάνδρου ποταμού τανύν Τριβούλ, όθεν Τριπολίτης ο κάτοικος.
Τρίπολις=χώρα μικρά της Αρκαδίας περιέχουσα τρεις πόλις την Καλλίαν, Δίποινα και Νώνακριν (Παυσαν. η 27). Πόλις της Φρυγίας επί του Μαιάνδρου ποταμού τανύν Τριβούλ. Και πόλις επίσημος της Φοινίκης κειμένη παραθαλασσίως αποικία των τριών πόλεων, της Τύρου, Σιδώνος και Αράδου
Τριπολίτις=Χώρα της Μακεδονίας περιλαμβάνουσα τρεις πόλεις την Άζορον, Δολίχην και Πύθιον = Πελαγονίαν (Στραβων).
Τρίποδες ναθη-ματικο”. Οἱ τρίποδες ἐπίσης ἐχρησίμευον ὡς κοσμήματα καὶ σκεύη καλλωπιστικὰ, ὅτε καὶ κατεσκευάζοντο οὗτοι μικροὶ, κομψοὶ καὶ ἔγγλυπτοι, διδόμενοι ὡς δῶρα τοῖς φιλτάτοις, ἰδίως δὲ ὡς ἔπαθλα τιμῆς ἕνεκεν εἰς τοὺς ἀγῶνας.« Καὶ τούτους ἐγνώρισεν ὁ Ὁμηρος.
Τρίποδες Οἱ =Εἶχον διάφορα ὀνόματα: λέβης, μπυρος, τρισκελής, χυτρόπους, πυρος, αθων, δυωδεκάβιος, τεσσεράβιος, μπυριβήτης, μέγας, εχαλκος, τήεις, λοετροχόος, περικαλλς, χρυσήλατος, μαντπόλος, δαφνηκόμος, ρίτιμος.
Ὁ Ὅμηρος ὅμως ἠγνόησεν τὸν Δελφικὸν Τρί-ποδα, ὡς ἠγνόησε καὶ τοὺς Δελφοὺς, ἐγνώρισεν ὅμως τὴν Πυθ, «Πυθνα πετρήεσσαν», «Πειθ γαθέην» καθ' ἡμᾶς διάφορον τῶν Δελφῶν.
Τριποδέντρης=Ο εφευρίσκων ανακαλύπτων τα κρυπτόμενα, ερευνών.
Τρι(ή)μερο=Η τριήμερη πραγματική νηστεία ακόμα και του ψωμιού που έκαναν παλαιότερα κάθε Καθαρή και Μ.Εβδομάδα.
Τριπόλισσοι=έθνος Θεσπρωτικκόν, ούς και Τριπολισσίους καλεί Ριανός εν τω πεντεκαιδεκάτω (Στεφ.Βυζάντιος)
Τρίπους =παρὰ τοῖς ἀρχαίοις ἦτο σκεῦος οἰκιακὸν χρησημοποιούμενος, ἵνα ἐπ’ αὐτοῦ τίθεται λέβης ἐπὶ τῆς πυρᾶς· τοῦτον τὸν τρίποδα ἐγνώρισε καὶ ὁ Ὁμηρος.
Τρίπολις=χώρα μικρά της Αρκαδίας περιέχουσα τρεις πόλις την Καλλίαν, Δίποινα και Νώνακριν (Παυσαν. η 27). Πόλις της Φρυγίας επί του Μαιάνδρου ποταμού τανύν Τριβούλ. Και πόλις επίσημος της Φοινίκης κειμένη παραθαλασσίως αποικία των τριών πόλεων, της Τύρου, Σιδώνος και Αράδου
Τριπολίτις=χώρα της Μακεδονίας περιλαμβάνουσα τρεις πόλεις την Άζορον, Δολίχην και Πύθιον = Πελαγονία Στραβ.
Τριπτόλεμος=υιός του Κελεού βασιλέως τηε Ελευσίνος εν Αττική και της Μετανείρας Υπάρχει μύθος που υποκρύπτει ιστορικήν εποχήν της πρώτης καλλιέργειας του σίτου εισαχθείσης πρώτον υπό του Αιγυπτίου Κέκρωπος και εφεξής υπό του Ερεχθέως (Ν.Λωρέντης)
Τριπυργία=Χωρίον επί της νήσου Αιγίνης Ξενφ.Ελλ.ε΄, 1, 10.
Τρισυνολόγος ή Κουβαράς (Κουμπαράς, στη Σμύρνη ελέγετο Κουμαράς)=Μικρόν αγγείον φορητόν κλειστόν εντός τού οποίου από μικρή θυρίδα ρίπτεται μεταλλικόν χρήμα προς φύλαξιν.(Θωμόπουλος)
Τρίτα- Τριτώ= Η κεφαλή, το κρανίον.
Τρίτα= ούτως η Κνωσσός ωνομάζετο (Ησύχιος)
Τριταία=και Τρίταια πόλις αρχαία της Πελοποννήσου ύστερον μία των δώδεκα πόλεων που εσχημάτιζον τον Αχαϊκόν δεσμόν τανύν Τριτί Στράβ.Πολύβ. όθεν Τριταιεύς-εως πληθ. οι Τριταιείς. Τρίτεια=Θουκιδ. Τριτάκη τοπωνύμιο Πατρών.
Τρίτεια=Πόλις της Φωκίδος κειμένη επί των συνόρων των Λοκρών,Στεφ,Βυζάν.Τριτέαι και Τρίταια όπου και Τριτειείς οι κάτοικοι και Τρειταιείς Θουκιδ.
Τρίτη=πόλις περί τας Ηρακλείους στήλας, η χρήσις εν τω Σάλμυκα κείται
Τριτογένεια= Όνομα Ἀθηνᾶς.
Τρίτσα=Ψάθα ανδρική των τελευταίων ετών στην Κέρκυρα.
Τριτώ=η κεφαλή (Η.Τσατσόμοιρος)
Τρίτω και τρίτη=Πόλις περί τας Ηρακλέους στήλας.Το ίδιο όνομα υπάρχει και εν Τροία και Φωκίδα και Μακεδονία.
Τριτὼ= Ελέγετο ἡ κεφαλὴ· ἀλλὰ ἡ κεφαλὴ ἐλέγετο ἐπίσης καὶ κρᾶτα, ἐκ τοῦ κρὰς κρατός, αἰτιατικὴ κρᾶτα· ἐκ τῆς κεφαλῆς δέ, τῆς κράτας ταύτης, ἔλαβε τὴν ὀνομασίαν της ἡ νῆσος τῆς Κνωσοῦ, ἡ Κρήτη, διότι ἡ μητρόπολις αὐτῆς Τρινακρία, Σάμη Ἐρύθεια Τριτὼ ἐκαλεῖτο ἐπίσης καὶ Κράταιις, (Αθηναγόρας)
Τριτώ=Εις την αθαμανικήν διάλεκτο είτε αιολιστί είναι συνώνυμος με την κεφαλή.
Τριτώ –Τρίτα = Κατά τους Κρήτες η κεφαλή το κρανίον.
Τριτωνίς λίμνη=Η θάλασσα Κερκύρας-Παξών-Ηπείρου. Τρίτη νῆσος εἶναι ἡ Παξὸς καὶ ἡ Τριτωνὶς λίμνη, δηλ. ὁ Γάγιος, ὁ λιμὴν τοῦ Φόρκυνος· ἐξ ἧς οἱ Τρίτωνες καὶ ἡ Τριτογένεια. Η αρχική Τριτωνίς υπέστη φοβεράς υπό σεισμών καταστροφάς, απεσχίσθη δε της όλης νήσου μέγα μέρος, αυτό είναι η καταποντισθήσα Ατλαντίς δηλονότι το μεταξύ Λευκίμμης –Κερκύρας και Παξών διάστημα.
Τριτωνίδα=Λίμνη κοντά στην Αιθιοπία(Παξών) και του πλησίον ωκεανού (ο ‘Ομηρος εννοεί θάλασσα) όρους, το οποίον καλείται από τους Έλληνες Άτλας. Η Τριτωνίδα Λίμνη υπέστη φοβερές κασταστροφές από σεισμούς, ενώ αποσχίσθηκε μεγάλο τμήμα του νησιού, το οποίο είναι η καταποντισθεύσα Ατλαντίς, δηλαδή το μεταξύ Λευκίμμης Κερκύρας και Παξών διάστημα (Αθηναγ.).Εξαιτίας σεισμών αφανίσθηκε η Τριτωνίδα λίμνη, διότι διερράγησαν τα προς τον ωκεανό τμήματα του εδάφους της. (Διόδωρος)
Τριτωνίδες Λίμνες=Αναφέροναι τρεις, Βοιωτίας, Θεσσαλίας, Λιβύης. Η αρχική Βοιωτία-Θεσσαλία-Λιβύη είναι τα νησιά των Παξών-Κερκύρας, Νείλος και Τρίτωνας το αυτό, Νείλος καλείται η θάλασσα των νησιών μας.
Τρίτωνο-Τρίτος-Τρίτω=Πόλις της Λέσβου διατηρήσασα το όνομα εν αυτής στην επαρχία Μεθύμνης.
Τρίτων =Ποταμὸς ἐν Λιβύῃ, ἀλλ’ ἀρχικὴ Λιβύη εἶναι περὶ τὴν θάλασσαν Κερκύρας-Παξῶν.
Τρίτωνας=χείμαρος της Αρκαδίας. Ποταμός της Λιβύης, Κρήτης
Τρίτων-Τριτώνη-Ατρυτώνη καὶ Τρίτωνες=Θεοὶ θαλάσσιοι.Ὁ Τρίτων ἦν υἱὸς τοῦ Ποσειδῶνος καὶ τῆς Ἀμφιτρίτης, κατοικῶν εἰς τὸ βάθος τῆς ἀβύσσου τῶν ὑδάτων.
Τρίφυλοι=οι Καύκωνες
Τριφυλία= η Ήλις λέγονται και Τρίφυλοι παρά τω οικισθήναι από τριών φυλών ή από τριών πυλών ή από Τριφύλης της Κλυτίου μητρός (Στεφ.Βυζάντιος)
Τριψάνα=Ψωμί τριμμένο στο γάλα ως πρόχειρο φαγητό.
Τροία=η πρότερον Ιδαία πόλις έπειτα Τευκρίς, εν Αττική κώμη ή τις νυν Ξυπετή δήμος ρονται καλείται Τρωΐτης ποταμός και όρος Τρωϊκόν Αιγύπτου. Έστι Τροία προς τω Αδρία της Βενετίας και άλλη Λατίνων (Στεφ.Βυζάντιος)
Τροία- = Το Τη-Ρώου (Πόλις της Αιγύπτου) λεγόταν και Τροία, στην Αιγυπτιακή σημαίνει Ταυρίς που σημαίνει στα Αιγυπτιακά την πέτρα, το λατομείο και ήταν γνωστά κατά την αρχαιότητα και σήμερα ακόμη, αραβικά τιορ σημαίνει ορυκτό, αμιγής χρυσός ή άργυρος, τιάρα. (Βλέπε Ταύρος)
Τροία και Ίλιον= Τὴν Λυκίαν, τὴν Παφλαγονίαν, τὴν Καρίαν, τὴν Φρυγίαν καὶ τὰ φύλλα τῶν δίων Πελασγῶν, αναφέρονται στην Θεσπρωτική Ήπειρο.
Τροιζήν=πόλις ή χωρίον εν Άργει Πελοποννήσου, ολίγον απέχουσα της θαλάσσης επί του Σαρονικού κόλπου ιερά του Ποσειδώνος εις την οποίαν εβασίλευε ποτέ ο Πιτθεύς πάππος του Θησέως και όπου εγεννήθη και ανετράφη ο αρχαίος ούτος των Αθηναίων Ήρως ο λιμήν αυτής εκαλείτο Πώγων, τανύν Δαμαλάς. Τροιζήν εν Μασσαλία της Ιταλίας (Νικ.Λωρέντη)
Τροίης=πόλις (α 2) Τροίης της Ιλίου (Ησύχιος)
Τροϊία=Προσωδιακή προφορά της Τροίας.Τρώϊοι=από Τρώος του ήρωος. Επροφέροντο όλα τα φωνήεντα όχι ως δίφθογγοι αλλά γλιστρούσαν στην επόμενη συλλαβή
Με τη διακοπή της Προσωδίας, η γλώσσα εξελίχθηκε σε γλώσσα της επιστήμης. Όμως συγχρόνως, αρχίζει και η αντίστροφη μέτρηση για την ελληνική γλώσσα, χάνοντας μαζί και τη συνέχεια της μουσικής της εξέλιξης αφού τα μουσικά στοιχεία δεν χρησιμοποιήθηκαν, ενώ αφαιρέθηκαν αργότερα με τις διάφορες εξελίξεις, όπως: Με την καθιέρωση κανόνων γραμματικής και συντακτικού που κατά καιρούς αλλάζουν, καθιέρωση της Καθαρεύουσας, της Δημοτικής, πολυτονικό- και συνεχή απλοποίηση της γλώσσας που συνεχώς αποδυναμώνεται από την αρχική της δημιουργία. Αργότερα καταργούν το πολυτονικό, με μονοτονικό ή και κατάργηση των τόνων, αλλαγές στη γραμματική και του συντακτικού και απόπειρες επιβολής της Λατινικής, η οποία προωθείται από ανθέλληνες (Κίσσινγκερ κ.α.) η Λατινική είναι εκβαρβαρισμένη η Ελληνική. Ίσως χρειαστεί, να ξαναρχίσουμε από την αρχή να μαθαίνουμε την ελληνική γλώσσα, διότι αν δεν χρησιμοποιηθεί και η ΠΡΟΣΩΔΙΑ που είναι μέσα στον ψυχισμό μας, πάλι θα ματαιοπονήσουμε. Μ.Σ. (βλ.Προσωδία)
Τρόμεπος=αρχιερέας και δάσκαλος της ενδιάμεσης γραμμικής γραφής ΑΒ
Τρομώ=Τολμώ, “Αν τρομάς πείραξέ με”
Τροπάρι=Το μικρό χρονικό διάστημα.Η λέξις πιθανώς να προήλθε από το χρόνο που διαρκεί ένα εκκλησιαστικό τροπάρι. “Έβρεξε 2-3 τροπάρια=χρονικό διάστημα. Αλλά δηλώνει και τη γκρίνια= “αρχίρηκε πάλι το ίδιο τροπάρι”.
Τροπαταριά=Η ριπή, τα ομαδικά πυρά των όπλων.
Τρούπα=τρύπα, αχούρι= αχυρών, γύρος =γιούρος, χώμα=χιούμα (αλβ.τσακ.)
Τρο-φή=Από τη συλλαβή αυτή έχουμε πολλά παράγωγα της ίδιας έννοιας.Τρώγω, τρατάρω, τρόφιμα, τρωγάλια(στραγάλια), τραπέζι,τράπεζα,
Τροφός= Η τροφός αυτή που θυλάζει το μωρό.Ο νεώτερος δεσπότης,Τροφώνιος (Πελασγικά).
Τρυγητής=Ο μήνας Σεπτέμβριος.
Τρυπητού= “Μία των πρώτων καλλονών των Παξών, με τραπεζοειδή βάσιν ως γιγάντιος στυλοβάτης εν τη θαλάσση και η εντύπωσις, ήν προξενεί είναι εκπληκτική, μυθώδης, δύναται τις ειπείν. Νομίζει τις εαυτόν πυγμαίον εν τω μέσω της μεγαλοπρεπείας ταύτης, διότι αληθώς ουδέν δύναταί τις να φαντασθη ωραιότερον ή την θαλάσσιον άρωμα εκχέουσαν τράπεζαν, υπό μεγαλοπρεπή εν τω γλαυκώ αέρι τεταμένην αψίδα, αληθές ενδιαίτημα θαλασσίων Θεών και Νηρηίδων, Ακουσίως δε ονειροπολεί η φαντασία εκεί μυθολογικάς παραστάσεις.”Αρχιδούξ της Αυστρίας Λουδοβίκος Σαλβατώρ εις το βιβλίον του περί των Παξών.
Τρωάς=η χώρα του Ιλίου η οποία εκαλείτο Τευκρίς και Δαρδανία και Ξάνθη. Τρωϊάς η γυνή της Τροίας
Τρωγώσιμη=Η μέρα που επιτρέπονται τα αρτυμένα φαγητά όπως το κρέας.
Τρώϊοι=από Τρώος του ήρωος.
Τρωϋρίζω=Τριγυρίζω, φέρνω “τρωϋρω”, τι τρωϋρίζεις;
*Τσ-τσα-τσι=
Πρωτόγονες συλλαβές.(Κέρκυρα, Κύπρο, Παξούς κλπ.).Τση, τόπα, της το είπα. τσώπαινε=σώπαινε μη μιλάς
*Τσ-= Προφορά του κ στο Άργος, Κρήτη, Προύσα, Τσακώνικα και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδος, το δε υ ως ου και πολλάκις το υ επροφέρετο ου Τσούριος (Κύριος). Εις τα αρχαία Ελληνικά λεξικά ακόμα και στα νεώτερα δεν υπάρχουν λέξεις που αρχίζουν από τσ-τζ-μπ-μπρ-γκρ κλπ. όπως: Όμηρος, Ησύχιος, Νικόλαος Λωρέντης, Στέφανος Βυζάντιος, Σταματάκου, Μπαλτά κ.ά. με αυτή την αλαζονεία, άθελά μας αποκρύψαμε την συνέχεια της αρχικής μας ομιλίας. Και εν συνεχεία, απόγονοί μας, αποκαλέσανε Βάρβαρους, (κι αυτή παρεξηγημένη λέξη από τους σύγχρονους) αυτούς που συνέχησαν να χρησιμοποιούν λέξεις σαν αυτές. Σήμερα αγωνιζόμαστε να αποδείξουμε την Ελληνικότητα των λέξεων. Ενώ αρχαιότατες λέξεις, σύγχρονα Λεξικά τις βαπτίζουνε σλαύικες, τούρκικες, ιταλικές κλπ.το δε υ ως ου και πολλάκις το υ επροφέρετο ου Τσούριος, (Κύριος)
Τσ-τσο! =άρνηση, σηκώνοντας προς τα πάνω το κεφάλι με ιδιάζουσα προφορά
Τσάβαλα=Ο ρουχισμός.
Τσαγκαράδα=Τοπωνύμιο Πηλίου
Τσαγκάρης=Υποδηματοποιός από το τσαρούχι που συνυπήρχαν με τον τσαρουχά.
Τσαγούλι=Η σιαγών.Στραβοτσιάγουλος.(Πωγώνι)
Τσαερό=Η τσαγέρα.
Τσαΐρι=Το χορτολείβαδο. αρχαία λέξις οικισμός, Στη Μακεδονία η κάθε φάρα είχε το τσαΐρι της. Όταν τα τσαϊρια έγιναν πολλά τότε ονομάστηκαν λιβάδια δηλ.Υγρότοποι. Υπάρχουν πάρα πολλά τοπωνύμια Λιβάδια σ’ όλη την Ελλάδα.(βλέπε λειβάδια)
Τσακίρηκος=Ο αλλοίθωρος τα μάτια.
Τσακίρ-κέφ=Διασκέδασι ήρεμη.Ελαφρά μέθη.
Τσακλατίζω και σεκλετίζομαι=Ανακατώνω. “Μου τσακλατίστηκε το μελό”=ανακατώθηκε, ζαλίστηκε.
Τσάκνο-τσάκνα=Ξύλα λεπτά και ξηρά κατάλληλα για; προσάναμα.
Τσακπίνης=Πανούργος, σβέλτος, έξυπνος.
Τσακωνική=Διάλεκτος, θυγάτηρ της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Κατά τον κ.Χατζηδάκην παρήχθη εκ της λέξεως Λάκων-πλθ. Λάκωνες. Γλώσσα αρχαία Δωρική, συγγενής της Ομηρικής ήτοι της Ιωνικής διαλέκτου. Λαλείται σήμερα εις δύο δήμους της επαρχίας Κυνουρίας(βλέπε λέξη) εις τον δήμον Λιμναίων (Λεωνίδειον, Τυρόν, Μέλανα, Βοσκίναν κ.ά. συνοικισμούς) και εις τον δήμον Βρασιών (Άγ. Ανδρέαν, Πραστόν, Καστάνιτσαν, Σίταιναν και Κορακοβούνιον). (Μιχ. Λεκού)
Τσάκων=Ο κάτοικος της Τσακωνίας και όχι πάσης της επαρχίας Κυνουρίας από των Α υπωρειών του Πάρνωνος μέχρι του Αργολικού που ομιλεί την τσακώνικη διάλεκτο. Αλλά και ίδια η ρίζα της λέξεως τσακώνω-τσάκωσα-τσακώθηκα= Έπιασα. Μάλλωσα. Παλαιώτερη θεωρία είναι ότι η λέξις Τσά-κωνες παρήχθη εκ της λέξεως Καύ-κωνες, μιας των Πελασγικών φυλών. H συλλαβή Τσά- συχνά μας μπερδεύει με το βυζαντινό Σε- Cε- Κε μας έχει δώσει πολλές λέξεις: Σάμη- τσάμη-, τσα-μουριά, τσάμικος χορός, τσα-γγάρης, τσο-λιάς, τσέ-λιγκας, τσα-ρούχι κ.α.(Μ.Σ.)
Τσαλιάζω=Σπάζω μέχρι διαμελισμού.Τσαλιάζουμε τα σταφύλια=Τα πατούμε.
Τσαλίμια=Φερσίματα, καμωματα, τσαλιμάκια.
Τσαλιστάω=Φροντίζω, προσπαθώ.
Τσαμάδ=Αλλαξοπιστείν, πάντες οι αρνησίθρησκοι ελέγοντο Τσαμάδες ή Τσάμηδες και Τσαμαδάς ή Τσαμαντάς ο τόπος όπου κατώκουν οι Τσαμάδ, οι μεμυημένοι, οι νέοι προσήλυτοι εις την λατρείαν του Βάαλ, ήτις μη ούσα αγνή. Τουναντίον οργιαστική και ακάθαρτος εθωρείτο ως βορβορώδης, λασπώδης. Εντεύθεν και η λέξις Τσαμούρ η σημαίνουσα τον βόρβορον, την λάσπην. Βλέπε Βάαλ.Βόρβορος=Λασπώδης.
Τσαμαντάς=Θεσπρωτίας χωριό με αρχαία ακρόπολη στη δυσπρόσιτη πλαγιά της Μουργκάνας.και σπουδαίο Λαογραφικό Μουσείο Τσαμαντά.
Τσαμένος=Καημένος προφορά βυζαντινή (cα-τσα-κα)-φλιμένος (Κέρκυρα).
Τσάμοι-Τσάμιδες=Βλέπε Σάμη-Σάμιδες.
Τσάμηδες=Τσάμηδες Μουσουλμάνοι.
Τσάμικος=Διάφορα προϊόντα , Θεσπρωτικής προελεύσεως, όπως τσάμικο ξύλο(ελάτης) ταμπάκος, αλλά και χορός κ.α.
Τσάμπα-τσάμπες=Γενικώς τα μικρά πουλιά, σπουργίτες. Πολύ φθηνά δηλ. τσάμπα!
Τσαμπαρδόνα =H έχουσα ύφος λαμπερό και αυτοπεποίθηση,πιθανόν από το κόρδωμα-κορδώνομαι.
Τσαμπάς=Ανδρική κοτσίδα.Ιστ. Στα παληά χρόνια της Τουρκοκρατίας, οι έλληνες κούρευαν γύρω-γύρω το κεφάλι και άφιναν το κουρκοκέφαλο ακούρευτο, τα δε μαλλιά τους έφθαναν σαν των γυναικών ως πίσω στις πλάτες.
Τσαμπάσης=Αυτός που εμπορεύονταν άλογα, μουλάρια.
Τσαμπουνώ=Σαλπίζω με την τσαμπούνα= είδος σάλπιγγος. “Τι τσαμπουνάς δεν ξέρω”=αερολογείς.
Τσαμπούνα=από τα πιο πρωτόγονα λαΙκά πνευστά που βγάζει ήχο ίδιο όπως του κλαρίνου, επικρατούσε στα περισσότερα ελληνικά νησιά, στην Κρήτη λέγεται μαντούρα ή μπαντούρα είναι μια καλαμένια φλογέρα με κλειστό το στόμιο που είναι κομένο κι έχει συνήθως 5 τρύπες και παίζεται κυρίως προσαρμοσμένει στο ασκί (Δέσποινα Μαζαράκη)
Τσανάκα=Βαθύ μεταλικό κυρίως πιάτο.
Τσανάκι=Σαννάκιον είδος ποτηρίου. “μάζεψε τα τσανάκια σου και φεύγα”=μάζεψε τα υπάρχοντά σου και δίνε του.
Τσαντίλα=Κωνικό, είδος υφάσματος
Τσαντσαρώνομαι=Αναρριχώμαι.
Τσάπος=Ο τράγος το κριάρι. Ο αγράμματος ο άξεστος.Τσαποδόντης= αυτός που έχει πλατειά και ακανόνιστα δόντια.Τσαπί, τσάπα γεωργικό εργαλείο.
Τσαπράκα=Τσαπράκια.Τα γυναικεία ασημένια στολίδια του στήθους διαφόρων σχεδίων και ποιοτήτων της στολής του Πωγωνίου.
Τσαράπα=(Ίνκας)Νερό που κατέρχεται από βουνό
Τσαραπλανά=χωρίον Πωγωνίου-Ηπείρου
Τσαρδάκι =Μικρό βοηθητικό δωμάτιο.
Τσαρκαρεύω κερκ.= Ψάχνω να βρω. ουσ.Τσάρκα
Τσαρούχι=Υπόδημα παλαιοτέρων εποχών των Ελλήνων εξ ου και τσοπάνης, τσολιάς η ανδρική στολή των Σελλών-Cελλών= το Βυζαντινό Σε-Cε επροφέρετο τσε.
Τσάρπα=Στόλισμα κεντητό, μπορδούρα σε ποδιές.
Τσαρώ=Προσπάθεια. “Πρέπει να κάμεις τσαρώ= να προσπαθήσεις.
Τσατί=Η στέγη.
Τσατίζω=Σαστίζω, τσάτισε το μυαλό, τούστριψε.
Τσατμάς=Τοίχος μη πέτρινος.
Τσατσαβίζω=Φέρομαι ανισσόροπα, δεν σοβαρολογώ.
Τσατσάρα= η χτένα των μαλλιών
Τσαφίζει=Κάνει αισθητό κρύο.’”Ερριξε τσάφι”=πάχνη παγωμένη.
Τσάφκα=Το μεγάλο φλυτζάνι.
Τσαφλιάζω=Σπάω διαμελίζω.
Τσάχαλο=Μικρό κομμάτι ξύλου ή κάτι άλλο που μπάίνει στο μάτι.
Τσέα,ά=τσακώνικα η οικία,(σε, κε, τσε)κελλάρι κλπ.
Τσελοκόπα=Είδος πέλεκος, ειδικό τσεκούρι.
Τσέπω=Η ψηλή το ανάστημα.
Τσέργα=Η μεγάλη βαριά φλοκωτή κουβέρτα από μαλλί πρόβειο.
Τσερίτσανα=χωρίον Δωδώνης-Ηπείρ.“στη βρύση στα Τσερίτσανα” δημ.τρ.
Τσέτα=Η κλάρα που βρίσκεται στην κορυφή του δέντρου με πυκνό φύλλωμα. Ή συγκεντρωμένους καρπούς, όπως μήλα περισσότερα από δύο.
Τσέφλι ή τσόφλι=Το κέλυφος του αυγού, καρυδιού κ.α.
Τση=της, τση τόπα, της το είπα. Τσακώνικα, Κύπρος, Κέρκυρα
Τσι=τι; αντων. Ερωτημ. τσακώνικα αρχ. οι Κύπριοι σι βόλε- τι θέλεις;
Τσι=Τρεις τσακώνικα, “τσι σίντεε μουρίε”=τρεις ρίζες-δέντρα μουριές.
Τσιά-ιές=Η σπίθα, η στάλα.
Τσιβούρι=Είδος μουσικού οργάνου που ήταν παλαιότερα σε χρήσι.
Τσιβουρίζι=Κάνει τσίβα ή τσίφα, τσιβούρα= κρύο.
Τσιγαρίδα=Τα ψημένα σκληρά φύλλα της πίττας κ.α. Τσιγαρίζω=Καβουρδίζω.
Τσιγκρί=Πειραχτήρι “μη με τσιγκράς”=μη με πειράζεις.
Τσιγκρώνω=Κρυώνω παγώνω από το κρύο.Τσίγκρος το λυωμένο χιόνι, ή νερό κρυσταλωμένο σε πάγο.
Τσικνώνω=Κάνω μορφασμό της μύτης ή των φρυδιών που αφίνει υπονοούμενα.
Τσικρίκι=Είδος ρόκας χρησιμοποιούμενη άλλοτε στην υφαντουργική σχολή Βησσάνης. Μικρή ανέμη.
Τσιλιβήθρα=αδύνατο-κουνιέται -δεν έχει ησυχία, σουσουράδα
Τσίλικο=Το νεοκομένο νόμισμα αυτό που απαστράπτει.
Τσιλίζομαι, τσερλίζομαι=Έχω ελαφρά ευκοιλιότητα. Παροιμία.”Ο τσίλιαρης κορόϊδευε τον κλάνιαρη”.
Τσιλημπουρδώ-Αρχ.Σιληπορδώ=Ατακτώ, αντεστραμμένως πορδοσιλώ της αυτής εννοίας (Αθηναγόρας).
Τσίμα-τσίμα=Άκρη-άκρη “Μου γιόμισες το φλυτζάνι τσίμα-τσίμα.”
Τσιμερώνω=Χορταίνω.
Τσιμιά-οι τσίμες=Είδος μικρών ψαριών της λίμνης των Ιωαννίνων κατά τη διάρκεια του χειμώνος. Τα τσιμιά εξηφανίσθησαν από το 1917, οπότε ρίχτηκαν στη λίμνη 30 χιλιάδες κυπρίνοι, που σαν μεγάλα ψάρια έφαγαν τα μικρά.
Τσινάω=κουνάω κάποιον για να ενοχλήσω, τσιμπώ, κλωτσώ ευγενικά
Τσιντσιρίζω=Αναλαμβάνω, αναζωογονούμαι, δυναμώνω.
Τσινάρι= Ένα κλωνι από το σταφύλι.Ο τζίντζηρας=ο τζίτζικας.
Τσιορίτσα=Ο δοθιήν,διάσωνας, καλόγερος,η πυώδης απόφησις του δέρματος.
Τσιορνεύω=Κλέπτω.
Τσιουμέλα=Περιουσία, χρήμα, κεμέρι που έβαζαν τις λίρες επί Τουρκοκρατίας.
Τσίπα=ντροπή
Τσίπρα=Τσίπουρα, τα μετά την αφαίρεσι του χυμού, μετά το στράγγισμα των σταφυλλιών απομένοντα.Το απόσταγμα από τα τσίπουρα ή τσίπρα=το ρακί.
Τσιούμπρος=Το εσωτερικό του καρυδιού ολόκληρο.
Τσιρίγο ή Τσερίγο=το νησί τα Κύθηρα, Τσιριγώτης
Τσιρίσι=Είδος κολλητικής ουσίας προερχόμενη από δέντρο και ειδικότερα την κερασιά.
Τσιτάω-τσιτώνω=Προξενώ αμυχή, αγκυλώνω,τρυπώ ελαφρώς το δέρμα.
Τσίτιμα=Το μαντήλι που βάζουν στην επίσημη ενδυμασία τους δεξιά οι νειόπαντρες.
Τσίτο=με τη λέξη αυτή διώχνουμε τη γάτα- ουστ ισχύει για το σκύλο
Τσίτσα η=Μικρό δοχείο με στενό λαιμπό για λάδι ή κρασί από ξύλο ή τενεκέ.Ελ αρχ.τίτθη=θηλή, μαστός.και ούρα, πάω για τσίσα μου
Τσίτσιδι=Ολόγυμνος.
Τσίφα=κερκ.ψυχρούλα –κρύο
Τσιφτές= Είδος κυνηγετικού όπλου.
Τσογλάνι=Ύβρ.συνηθισμένη και εις τη Μακεδονία-Θράκη.Ο ελαφρός τον νουν και τις πράξεις, τύπος άλλοτε της αυλής των πασάδων, ως γελωτοποιός κ.α.
Τσόκα=Υψωμα, κορυφή βουνού. Εντοπισμένο ελαφρό πρήξιμο.
Τσοκαλιάζω-Cοcαλιάζω=Κοκαλιάζω, κρυώνω.
Τσοκανίζω=Προξενώ κρότο, εργάζομαι με το τσοκάνι=σφυρί για τη λάξευσι πέτρας κυρίως.Τσοκανίδια,τα θρύματα από το τσοκάνισμα, τα πελεκούδια.
Τσόκος=Ο γερός ο δυνατός στις σωματικές του δυνάμεις.
Τσόλι=Τάγμα τουρκικού στρατού άλλοτε.
Τσόλια=Ευτελή ρούχα, παληά, υφάσματα ευτελή.
Τσολιάς-τσέλιγκας-τσοπάνος-=Εύζωνας αρχ.(ευ+ζώνη) τσολιάς προφορά του σε =τσε κατά βυζαντ. Cελλοί=τσελλοί. Τσοπάνος, τσαρούχι τσαγγάρης κλπ.
Τσολίζω=στουμπίζω, εξάγω τον καρπό, τον διαχωρίζω από τα στάχυα χτυπώντας τα με ειδική ράβδο, άλλως τσουμπίζω.Παραγ. τσόλισμα,τσούμπισμα,τσολισμένο.
Τσολικόνω=Ενισχύω με τσολίκι=ατσάλι.
Τσονδήλα=Χωρίον Πωγωνίου-Ηπείρου
Τσόνω=Μεγαλώνω, αυξάνω.Περιποιούμαι με ιδιαίτερη φροντίδα να μεγαλώσει κάτι, Τσόντα
Τσοπόρια=θαμνώδη ξύλα για θέρμανση.
Τσορβάς=Η σούπα με ρύζι και κρέας.
Τσουγκρίζω= Αρχ. Συγκρούω.
Τσούκα=υψηλή κορυφή. λάθος
Τσουκάλι=Σκεύος μαγειρικής, μαυροτσούκαλο
Τσουκαλιό=Χωρίον Κερκύρας
Τσούκραβος=Ο κατσαρομάλλης.
Τσουλώνω = κερκ.Πεισμώνω, κακοκαρδίζομαι, συνοφριώνω τα χείλη
Τσουπώνω=Παχαίνω, γεμίζω την κοιλιά.
Τσούπα- τσούπρα= Το κορίτσι.
Τσουρία.(Κυρία) Τούχα αντί τύχη, ούλα αντί όλα και άλλα πολλά μέχρι σήμερα στην ύπαιθρο.
Τσουράπια= μάλλινη κάλτσα (Σε όλη την περιφέρεια)
Τσουρδέλι=κοριτσάκι κερκ.
Τσουρούλι-τσουρούλι= Κοματάκι-κοματάκι, αδύνατο, φθαρμένο.(κερκ)
Τσούρης=Ο Γιαννιώτης στην Πωγωνησιακή διάλεκτο. αποτελεί παραφθορά του κύρης=αφέντης, κύριος, τσούρης
Τσουρουκεύομαι=Παθαίνω αναπηρία, “τσουρουκεύτικα στον πόλεμο”.
Τσουράπι=κοντή μάλλινη κάλτσα ανδρική
Τσουρώ=Ουρώ, κατουρώ.
Τσου τ’άπα =Κερκυραϊκή προφορά: τους τα είπα
Τσουτσουμίδα = Μαντήλι κόκκινο Κερκυραϊκό κεφαλής, με άσπρα ή κίντρινα σχέδια
Τσούτσουρας=Ο έχων την ικανότητα να αναρριχάται σε ψηλές κορφές δέντρων.
Τσουτσουρώνομαι=Υπερυφανεύομαι, κάνω τον καμπόσο.
Τσούχτρα= Είδος θαλασσινού εντόμου.
Τσόχα= Είδος υφάσματος.
Τσυρίζει =συρίζει, συριγμός (Πρωΐας)
Τυάραι-Θυάραι= Εν Λέσβω υπήρχε πόλις ή χωρίον έχουσα άμεσον σχέσιν προς τον Διόνυσον.
Τύλις ,Τύλεως =πόλις Θράκης του Αίμου πλησίον και τυλίτης
Τύλος ο και Οίτυλος =πόλις της Λακωνίας κειμένη παραθαλασσίως, τανύν Βίτουλον Ομ.Ιλ.Β. Στράβων
Τυμφαία= χώρα ορεινή και απότομος περί το όρος Τύμφην εν Ηπείρω και του Αράχθου ποταμού παρά τους όρους της Θεσσαλίας (Νικ.Λωρέντης) όρος της Ήπείρου επί των συνόρων της Μακεδονίας. Τύμφη όρος Θεσπρωτικόν όπου παρουσία του αγριόγιδου και Τυμφαία πόλις (Στεφ.Βυζάντιος)
Τυμφαίον έθνος= άθεον έθνος, λέγει δε τους Ηπειρώτας (Ησύχ.)
Τυμφρυστόν=όρος της Θεσσαλίας περί τα σύνορα της Αιτωλίας επί του οποίου έχει τας πηγάς του ο Σπερχειός ποταμός (Νικ. Λορέντη)
Τύμωλος=Τμώλος
Τύνη=δωρικώς δε συ (Ησύχ.)
Τυνησία=οι πρώτοι κάτοικοι ήταν οι Πελασγοί και κατόπιν οι Κρήτες, Μυκηναίοι κ.α. η ονομασία οφείλεται προφανώς στην πόλη Θύνισσα εκ τουΤύνις(Λιακόππουλος)
Τύπαιον=όρος της επαρχίας Ήλιδος εν Πελοποννήσω εις Τριφυλλίαν χώρα επί τού Αλφειού ποταμού και Τυπάναια χώρα (Νικ.Λορέντης)
Τυράγνια= Υπερκόπωσι από την πολύ εργασία.Τύραννα. Τα βάσανα.
Τυρβηνός=επίθετον του Απόλλωνος τύρβησις=βλέπε λ.ηλιβατόν αέρα
Τυρέω-τρυπώ= τρητός, τρυπητός. Τύρρις καὶ τύρσις καὶ τύρσος =Ο περίβολος, τὸ τείχινον ἕρκος, τὸ κυκλοτερὲς τεῖχος, τὸ περιβάλλον τὸ ἄστυ, τὴν πόλιν, συνεπῶς εἶναι ἡ ἔπαλξις, ὁ προμαχὼν, ὁ πύργος, τὸ ὀχυρὸν μέρος τῆς πόλεως.
Τυριγέται-Τυρρηγέται=Οι περί τον Τύραν ποταμόν κατοικούντες Γέται λαοί εν τη ευρωπαϊκή Σαρματία παρ’ Ηροδτ.
Τυρολίτης-τιρολίτης=ορυκτόν αποτελούν ένυδρον αρσενικικόν άλας του χαλκού.
Τυρόλο-Τιρόλο=όνομα χώρας Αυστρίας-Ιταλίας,
Τυρολόη=πόλις της Ανατολικής Θράκης
Τύρος =εν τη ιερά Γραφή Ζορ, πόλις αρχαιοτάτη της Φοινίκης. Έστι και Τύρος της Λακωνικής και νήσος προς τη Ερυθρά θαλάσση, ήν Αρτεμίδωρος Τύλον δια του λ καλεί. Έστι και πόλις Ινδίας και Λυδίας και Πισιδίας. Αρριανός δε τα Άναθα Τύρον καλεί εκλήθη δε και Παλαίτυρος και το εθνικόν Παλαιτύριος (Στεφ. Βυζάντιος)
Τύρος=πόλις της Συρίας
Τύρρανα=Πόλις της νυν Αλβανίας Βλέπε Τυρρηνοί Πελασγοί
Τυρρηνία =Η ἀρχικὴ ἦτο ἐν Ἑλλάδι, καὶ δὴ ἐν τῷ Ἰονίῳ πελάγει τῶν μεταξὺ Παξῶν καὶ Κερκύρας.
Τυρρηνία= Συνήθως παράγουσι ἀπὸ τὸ Τύρρις, Τύρσις, ἐννοοῦντες τὸν περίβολον, τὸ τεῖχος, τὸν πύργον. Βεβαίως ἔχει ἡ λέξις καὶ τὴν σημασίαν ταύτην, ἀλλὰ κατὰ δεύτερον λόγον· κυρίως ἔχει τὴν ἀρχικὴν αὐτῆς καταγωγὴν ἐκ τοῦ τυρέω-τρυπῶ, τρητός, τρυπητός, ὥστε Τυρρηνοὶ νὰ εἶναι οἱ ὀρυχεῖς, οἱ ὀρύσσοντες φρέατα, μεταλλεῖα, οἱ μεταλλουργοί. Οἱ Τυρρηνοὶ οὗτοι διετήρησαν ὡς ἱεροτάτην κληρονομιὰν τὴν ὀνομασίαν τῆς πατρίδος αὐτῶν Παξῶν καὶ τοῦ πολιούχου θεοῦ αὐτῆς Γαΐου, διετήρησαν δὲ οὐχ ἧττον καὶ τὴν ἄλλην ὀνομασίαν τῶν Παξῶν, τὴν Ἰθάκην. Ἰθακησίας δὲ νήσους ἐκάλουν νησίδας τινὰς ἐν τῇ Τυρρηνικῇ θαλάσσῃ, κατὰ τὴν μαρτυρίαν τοῦ Πλινίου. Ὅτι δὲ πρότερον κατῴκουν οὗτοι περὶ τὸ Ἰόνιον μαρτυρεῖ Διονύσιος ὁ Ἀλικαρνασσεύς.
Ἀλλ' ἡ τρανωτάτη ἀπόδειξις τῆς ἐκ τῶν νήσων ἡμῶν καταγωγῆς τῶν Τυρρηνῶν εἶναι ὅτι εἰς τὰ νομίσματα αὐτῶν ἐξετύπουν τὴν κεφαλὴν Αἰθίοπος, διότι ἡ ἀρχικὴ καὶ κατ' ἐξοχὴν Αἰθιοπία, ἡ ὁμηρικὴ Αἰθιοπία, εἶναι αἱ νῆσοι τῶν Παξῶν-Κερκύρας.(Αθηναγόρας)
Τυρρηνία –Τιταρύσιος =Εις Παξούς.
Τύρρεις καὶ τύρσεις, τὰς «Turris»= Ωνομάσθησαν καὶ οἱ κτίσαντες τείχη Πελασγοί, Τυρρηνοὶ καὶ Τυρσηνοί, κατὰ δεκάδας ἀριθμοῦνται τοιαῦτα τείχη, ὡς π.χ. τὸ τῆς Βέλλιανης, τὸ ὁποῖον κινεῖ τὸν θαυμασμὸν καὶ τὴν ἔκστασιν οἱ ὁποῖοι, ἦσαν καλοὶ ναυτικοί, ὡς ἦσαν καὶ καλοὶ ἐπίσης οἰκοδόμοι.
Τυρρηνοί Πελασγοί=Εκαλούντο και οι Ετρούσκοι. Η φθογγολογική εξέτασι επιταφίου στήλης μακρά επιγραφή εις την νήσον Λήμνον 1886, έδειξε σχεδόν ασφαλώς την συγγένειαν της γλώσσης των Τυρρηνών Πελασγών, Ετρούσκων ή Τόσκων. Αλλ’ η εν Ιλλυρία Αλβανοί ονομάζουσιν εαυτούς Τυρρηνούς (Τύρρανα) καιΤόσκους (Τόσκε) ως εκάλουν εαυτούς Τόσκους φυλαί τινες των παρά τον Καύκασον αρχαίων Αλβανών, και ως έλεγον εαυτούς Τυρρηνούς οι εν Λήμνω, εν άλλαις νήσοις, και εν Αττική Πελασγοί. Οι δε Ετρούσκοι λέγονται ελθόντες εξ Ασίας και όντες άποικοι Λυδοί ήτοι Χεταίοι. Ταύτα πάντα συνδέουσιν αύθις τους Πελασγούς, Ετρούσκους, Χεταίους προς τους Αλβανούς.(Θωμόπουλος)
Τύρος =εν τη ιερά Γραφή Ζορ, πόλις αρχαιοτάτη της Φοινίκης. Έστι και Τύρος της Λακωνικής και νήσος προς τη Ερυθρά θαλάσση, ήν Αρτεμίδωρος Τύλον δια του λ καλεί. Έστι και πόλις Ινδίας και Λυδίας και Πισιδίας. Αρριανός δε τα Άναθα Τύρον καλεί εκλήθη δε και Παλαίτυρος και το εθνικόν Παλαιτύριος (Στεφ. Βυζάντιος)
Τυρρηνία=Ιωνκ.Τυρσηνία επαρχία επίσημος της Ιταλίας καλουμένη υπό των Ρωμαίων Ετρουρία
Τυρρηνοί-Πελασγοί=Διεκρίθησαν ως ναυτικοί και θαλασσοκρατήσαντες, εχαρακτηρίσθησαν ως λησταί-πειραταί. Τυρρηνοί και Τηλεβόαι και Τάφιοι =πειραταί διάφοροι συγγενείς προς αυτούς είναι και οι Θεσπρωτοί λησταί περί ων ο Όμηρος αναφέρει εν Οδυσσεία.
Τυρρηνοί= Οι ορυχείς, εκείνοι που σκάβουν πηγάδια, μεταλλία, τους μεταλλουργούς. Οι Τυρρηνοί διατήρησαν την ονομασία της πατρίδας τους των Παξών όπως επίσης και την άλλη ονομασία την Ιθάκη.”ιθακήσια νησιά” υπάρχουν στην Τυρρηνική θάλασσα, κατά τη μαρτυρία του Πλίνιου. Το ότι παλιότερα κατοικούσαν στο Ιόνιο Πέλαγος το μαρτυρεί ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσέας. Υπάρχουν και νομίσματα με αποτύπωμα κεφάλι Αιθίοπα, που είναι η κατ’ εξοχήν Αιθιοπία η νήσος των Παξών.
Τύρρις ή Τυρσίς= Το τείχος, ο περίβολος, ο πύργος έννοια κατά δεύτερο λόγο η πρώτη είναι από το τυρέω=τρυπώ.
Τυρτίτι-τιρτίρι=επίχρυσο ελικοειδές σύρμα ,Τυρός= δηλώνει εξόγκωση, φούσκωμα απ’όπου και τα τύ-λη, τύ-μβος
Τυφλαμώς=Στραβωμάρα.”τυφλαμώς μου και δεν τάειδα.”
Τυφώς και Τυφών= Ο θεός των ανέμων
Τύφωμαι=βρέχειν·
Τυχαίνει=Μόνο στο Γ΄ενικό του παρατατικού με τη σημασία έπρεπε. Δεν της τύχαινε τέτοιος άντρας=ανάρμοστος γάμος.
Τύχη = Λεγεται στα λατινικά fortuna, φουρτούνα παρ’ ημίν λέγεται ο σφοδρός άνεμος.Φούρια το βίαιον και μανιώδες.
Τύχη (Τu-he) = (Προσωδιακά το υ με κλειστό το στόμα κι όχι ου) θείον πτηνόν Η θυγάτηρ της Τηθύος και του Ωκεανού αναφέρεται εις το πνεύμα. Ο Πίνδαρος εννοεί αυτήν ως σώτειραν των ναυτιλλομένων. Εις την Εκκλησιαστική σλαβωνική γλώσση, η οποία είναι κλάδος της πρωτοελληνικής, το πνεύμα λέγεται Δουχ, και λατινιστί τύχη = Fortuna, φουρτούνα όμως και παρ’ ημίν καλείται ο σφοδρός άνεμος.
Τύψον ἔκχεε= κατὰ τὸν Ἡσύχιον· ἀλλ᾿ ὕδωρ καὶ περιστερὰ, ὕδωρ καὶ πνεῦμα συνταυτίζονται.

1 σχόλιο:

  1. Στο χωριό μου (Κόρωνος Νάξου) με το τσιγκρώνω εννοούμε κατσουφιάζω,
    είτε από θάμπωμα,
    είτε από θυμό (κατσουφιάζω = συνοφρυώνομαι σε αυτήν την περίπτωση),
    είτε από στενοχώρια (γίνομαι κατηφής).

    Την προέλευση της λέξης δεν την ξέρω, και η λέξη δεν υπάρχει στα λεξικά. Εσείς την ανάγετε στη λέξη τσίγκρος που επίσης δεν υπάρχει στα λεξικά. Πού έχει χρησιμοποιηθεί αυτή η λέξη; Με ενδιαφέρει να μάθω και περιμένω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την απάντησή σας.

    Ιωάννης Κουμερτάς (koumertas@hotmail.com)

    ΑπάντησηΔιαγραφή