Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

ΤΟ ΛΕΞΙΚΌ ΣΙΓΜΑ


Σίγμα
Σ και Μ τὸ γράμμα = Γεννᾷ ἐν τῇ ἑνώσει αὐτοῦ μετὰ τῶν φωνηέντων καὶ συμφώνων πλῆθος λέξεων ἐν τῇ ἀρχαίᾳ γλώσσῃ, ἀναφερομένων εἰς τὰ ναματώδη ὕδατα, τὰ τε ἡδέα καὶ τὰ ἄλλα.(Αθηναγόρας)
*Σ, Σε, Σι, Ση, Σου=Στην ομηρική εποχή, προομηρική και πρωτόγονο Ελληνική έχει μέχρι σήμερον την σημασίαν του ύδατος.
Σλ το θέμα καὶ αἱ ἐξ αὐτοῦ προερχόμεναι λέξεις σοὺλσελ, σὰλ, σὶλ, σὼλ, ὡς καὶ τὸ θέμα σλμ ἐξ οὗ αἱ ὀνομασίαι Σαλομὼν, Σελὴμ-Ἱερουσαλὴμ, Σελλοὶ, Σαλαμὶς, Σιλωὰμ καὶ ὅσαι ἄλλαι τοιαῦται ἀναφέρονται ἀρχικῶς εἰς τὸ ὕδωρ, καὶ δὴ τὸ ἐκ τῆς πέτρας ἀναβρύον, τὸ διαυγὲς καὶ καλὸν.
Παρατηρούμε: Σδευς(Ζευς) επώνυμα που ακόμα σώζονται:Σμπόνιας, Σδρούλιας,
Σάββα-σάμπα=Συχνά εναλλάσσεται το β σε μπ και το μπ σε πι σάμπως =μήπως. Βραβεύω=μπράβο.Βακαλάος=μπακαλιάρος
Σαβαὶ =Η κραυγὴ τῶν βακχεόντων· σαβαζίω, βακχεύομαι.
Σαβάζιος=Ο θεός του οίνου Διόνυσος.
Σαβάζια θύσλα=Σπονδαί οίνου προς τιμήν του Διονύσου.
Σαβίνη-Σαβέλλοι=όνομα αρχαιοτάτης χώρας της μέσης Ιταλίας(βλέπε λ.)
Σάβοι=“Οι θεραπεύοντες”, οι θεραπευταί, οι άνθρωποι οι αφοσιωμένοι στην λατρείαν του Σαβαζίου, οι βακχεύοντες.
Σάβος=Κατά τον Ησύχιον η βακχεία.
Σαγάνι ή Σάνι=Πιάτο βαθύ κυρίως χάλκινο, που έφερε εγχάρακτα σχέδια.
Σαγιάδα= Αρχ. Επίνειον=λιμάνι) της Μεσογαίας, της ορεινής πόλεως των Φιλιατών, οπωσδήποτε δεν είναι άσχετος προς την Σαμοθράκη. Ούτε προς την ομηρική Σιδώνα.
Σαγγάριος= Ο επισημότερος ποταμός της επαρχίας Βιθυνίας εν Ασία, όστις πηγάζων επί του όρους Διδύμου πλησίον της αυτόθι κώμης Σαγγίας και ρέων δι ενός μέρους της Φρυγίας, εκβάλλει εις τον Εύξεινον Πόντον τανύν Σακαριά.(Νικολ.Λωρέντη). Σαγγάριος =ποταμός Λυδίας και Φρυγίας (Ησύχιος) Σαγγάη πόλις και λιμένας της Κίνας (Πρωΐας)
Σαγιονάρα=Αποχαιρετισμός , αντίο, λέξις Άπω Ασίας (αποκρυπτογράφηση Καραβά-Γαλανη Μ.)
Σαγκάρ= Αναφέρεται εἰς τοὺς Ἴβηρες-Habiru-Ἠπειρώτας. Σήμερον ἴσως ἔτι σώζεται ἡ ὀνομασία εἰς τὸ ἐπίνειον τῶν Φιλιατῶν Σαγιάδα, ἥτις κατὰ τοὺς ἀρχαίους χρόνους καὶ μέχρι τῶν χρόνων τοῦ Ἀλῆ-Πασᾶ ἦτο ὁ κεντρικὸς λιμὴν τῆς ὅλης Ἠπείρου· ἐντεῦθεν ἴσως καὶ οἱ Ἠπειρῶται-Ἰβηρίται-Hiberi ἐκαλοῦντο Sagar.
Σαγματά =Μονή, Σάγμα=το έλυτρον της ασπίδος =έλυτρον=θήκη, κάλυμα, πηγαί.
Σάγραι= Έθνος Αιθιόπων.
Σαίνει –Σαΐνι=Τινάσσει, κολακεύει, ασπάζεται, θωπεύει, προσηνεύεται.
Σάϊοι= Θρακικός λαός, που κατοικούσε περί την πόλιν Άβδηρα κατά την ιστορική εποχή απέναντι από τη Σαμοθράκη, Σίντιες και Σαπαίοι καλούμενοι κατά τον Στράβωνα.
Σαϊρι=Θεαματική ψυχαγωγία, “έκανα σαϊρι στο χορό”. Κοσμεί, φιλοκαλεί, καλλύνει.
Σάϊκος=Ο πλήρης άρτιος στο πνεύμα στο μυαλό.
Σαϊς, ιος, η= Σαϊδι πόλει της κάτω Αιγύπτου. (Πορτ Σάϊδ Προϊστορική πόλη στο Δέλτα στην οποία λατρευόταν η θεά Νηίθ (Η πόλη είχε ιδρυθεί από Αθηναίους 8.000 χρόνια πριν από το Σόλωνα (δηλαδή το 8600 π.Χ. ) προστάτης θεός ήταν η Αθηνά όπως και στην Αθήνα (Πλάτων, Τίμαιος-Κριτίας).Το Νηίθ είναι λέξη γραμμένη απο τα δεξιά προς τ’ αριστερά. Τα πλοία της Σαϊδος έφεραν για σύμβολό τους δύο σταυρωτά βέλη (σαϊτες). Σαϊτις ήταν επίκληση της Αθηνάς και στην Πελοπόννησο και συγκεκριμένα στον Ποντίνο λόφο της Λέρνης, όπου υπήρχε και ιερό της θεάς. Ιδρυτής του ιερού ήταν ο Δαναός (Παυσ. Ζ΄36, 8). Υπάρχουν πολυάριθμα άλλα τοπωνύμια στην Ελλάδα με το όνομα αυτό, ακόμη και στην Ιαπωνία, όπου ένας νομός της Χονσού ονομάζεται Σαϊτάμα. Σαϊτα είναι το βέλος και ένα είδος φιδιού σχετίζεται και με το σίτο(λόγω σχήματος) εξ ου και Σητεία ή Σετία κλπ.(Λιακόπουλος εκδ.) Το λατινικό Σαγκίτα προέρχεται από την ελλην. λέξη σαϊτα επομένως και η λέξη σαγκιττάριους= τοξότης είναι ελληνική κι όχι Λατινική που κι αυτή είναι ελληνική.). Κατά τον Παυσανία είχεν υπό το όνομα αυτό κι έναν ναόν εις την Αργολίδα.
Σαίρω=Σαρόω-ώ, σαρώνω.Σάρες τοπ.Ηπείρου.
Σάϊς=Η πόλις της Αιγύπτου Πόρτ Σάϊδ αν διαβαστεί από αριστερά γίνεται Δίας
Σαισαρία= Η Ελευσί(ν) πρότερον.
Σαιστό=Ελαία θλαστή. Δεν έχεις σέστο Κερκ, έκφραση, δηλ.ανοικοκύρευτη
Σάκαι =Σκύθαι, Σάκαια Σκυθική εορτή (Ησύχιος)
Σακατεύω, σακατώνω=Χτυπώ άσχημα, ταλαιπωρώ,βασανίζω,καθιστώ κάποιον ανάπηρον
Σάκας=Κάτοικος της χώρας των Σακών εν Ασία, σύνηθες ονοματεπώνυμον στην Ήπειρο.
Σακίν=Ρητώς, κατηγορηματικώς,ορθά,κοφτά.Σακίν μη το κάνεις αυτό=επ’ουδενί λόγω.
Σάλα-σέλα-σόλι-σούλι=Είναι οι βράχοι ταυτόσημοι προς το κουλ-ουρι το οποίον αρχικώς ήτο γκούλ=βράχος. Διότι η αρχική γλώσσα είχε τον ήχον γκ και ντ, μπ συν τω χρόνω εκλεπτυνθείς εισήλθεν εις την κλασσικήν γλώσσαν υπό την μορφήν του γ, δ, π,. Ο λαός όμως δια μέσου των αναρίθμητων αιώνων διετήρησε την αρχικήν προφοράν.
Σάλα- Σουλαμέθ= Όνομα της Αφροδίτης –Περιστεράς αλλά και της αμπέλου.
Σάλα=Φροντίς, βλάβη.
Σάλα=η γαρ φροντίς σαλώος =ο πεφροντισμένος (Ησύχιος)
Σάλα=Ισόγαιο εσωτερικό κατώφλι σπιτιού που έχει και άνω όροφο. (Ηπειρος)
Σάλα= Ελεγον οι νεώτεροι Έλληνες το ωραιότερο δωμάτιο που ήταν της υποδοχής των ξένων, το μετέπειτα σαλόνι. Εκεί έστρωναν τη “μεσάλα” στο τραπέζι το άσπροκεντημένο τραπεζομάντηλο για το γεύμα ή δείπνο.
Σὰλα =Οἱ Ἕλληνες τὴν Ἀφροδίτην ὠνόμαζον ἤ Θάλα, τοῦ θ καὶ τοῦ σ ἐναλλασομένων, ὡς θάλασσα= σάλασσα, διὰ τοῦτο καὶ τὴν ἐκ τοῦ ἀφροῦ τῆς θαλάσσης γεννηθεῖσαν Ἀφροδίτην Θαλασσίαν-Σαλασσίαν ἐκάλουν.
Σάλα, σέλα, σόλου, Σοῦλι εἶναι οἱ βράχοι ταὐτόσημοι πρὸς τὸ Κούλ- ουρι, Γκουλ= βράχος. Αρχικά η γλώσσα είχε τον ήχο Γκ-Μπ-Ντ.
Σαλαβάρ=Μάγειρος.σαλαγή=βοή, σαλαγιάσματα των προβάτων.
Σάλαγος=Ένας των υιών του Οινοπίωνος.
Σάλαγος=Οίνος Χιακός.
Σαλαγκαντόρω=Η γυναίκα που δεν συμμαζεύεται εύκολα στο σπίτι της και γυρίζει στα ξένα (σαλαγέω).
Σαλαμίνα = Είδος σταφυλής.
Σαλαμίς= Σαλαμὶς εἶναι λέξις ἑλληνικωτάτη, ἡ ἄλλη αὐτῆς ὀνομασία «Κούλουρις» ἀριθμεῖ ἡλικίαν ἕξ καὶ πλέον χιλιάδων ἐτῶν ἐγράφησαν τόσα ἀσαφῆ περὶ τῆς ὀνομασίας τῆς ἱστορικῆς ταύτης νήσου, ὥστε ἐκπλήσσεταί τις βλέπων πόσον οἱ σοφοὶ ὑπῆρξαν ἀμβλύωπες, μὴ δυνηθέντες οὐδὲν να ἐννοήσωσι περὶ τῆς λέξεως Σαλαμίς, ἡ ὁποία ἐκτὸς τοῦ ὀνόματος τούτου ἔφερε καὶ τόσα ἄλλα, ὡς Κούλουρις-Πελάνα, Κιχρεία, Σκιράς, Πιτυοῦσα, Ἰαονία, Ἐλεοῦσα, Δρυοῦσα, Ἐλευσίς, καὶ νῆσος Δράκοντος, ὀνόματα πάντα ἀποτελοῦντα διαφόρους μορφὰς μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς ἐννοίας, τῆς τοῦ βράχου.(Αθηναγόρας)
Σαλαμίνα =Εἶδος σταφυλῆς, καὶ ἕτερον Σαλοβάτικο.
Σαλαμίς=Κύπρου παρά τας εκβολάς του πεδιαίου ποταμού,θυγάτηρ του Ασωπού ποταμού η νυν Κόλουρη ή Κούλουρη.
Σάλας=Χωρίον Ηρακλείου Κρήτης εν τω λεκανοπεδίω του Γιοφύρα ποταμού.
Σαλέμη =Πόλις τῆς Σικελίας ἐν τῇ ἐπαρχίᾳ Δρεπάνου.
Σαλεύω=Μετατοπίζω ελαφρώς κάτι από την κανονική τους θέσι, ταράζω, σπάζω.
Σάλιοι, Σελινοὺς, Σελήνη· ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀντιθέτου τόποι γαληνιαῖοι, εἰρηνικοὶ, ὅταν ὁ βασιλεὺς τοῦ τόπου Αἴολος, δέσῃ εἰς ἀσκοὺς τοὺς ἀνέμους.
Σάλμα=Σκουπόχορτο.Χόρτα άγρια που χρησιμοποιούνται ως σκούπες, εγχώριες.
Σαλμυδησσός=πόλις και Αιγιαλός παρά τον Εύξεινον Πόντον (Νικ. Λωρέντης)
Σαλμώνη= τῆς Ἤλιδος. Σελμὼν ἑβραϊστὶ εἶναι τὸ Μαυροβούνι· καὶ ἡ ἐν Κύπρῳ Σαλαμὶς, καὶ Πελλάνα καὶ Πελεστάθη, ἐκ τοῦ Πέλα-Σέλα· πέλανον δὲ, κατὰ τὸν Ἡσύχιον, ὁ ἀφρὸς.
Σάλος= Αρχαία λέξη θόρυβος, είναι από την ταραγμένη, φουρτουνιασμένη θάλασσα –άλα-σάλα-σάλος. (Δωρικός-Χατζηγιαννάκης)
Σαλούτου=Η δραχμή
Σάλωνα=πόλις Ιλλυρίας και Σαλώναι πόλις Δαλματίας (Στεφ.Βυζάντιος) αποικία των Ρωμαίων σώζονται ακόμη ερείπια, Στράβων(Νικ. Λωρέντης)
Σάλωνα= Η ἀρχαία Ἄμφισσα, ἡ οἰνόεσσα, διότι τὸ ἀμφὴς καὶ ἀμφίος, ὡς ἀναγράφει ὁ Ἡσύχιος, εἰς τὸν οἶνον ἀναφέρονται.(Αθηναγόρας)
Σαλτανάτι=Επίδειξις εμφανής, πομπώδης, νταϊλίκι.σάλτο=πήδημα
Σάμα = Ο θεὸς τοῦ ἡλίου Σουμεριστὶ, ἀλλ᾿ ὁ Σάμα, ἦν θεὸς ἠπειρωτικὸς, τῆς Σάμης-Σαμουριᾶς, ἥτις λέγεται ἐπίσης Κασσώπη· καὶ σήμερον ἔτι οὕτω λέγεται τὸ τμῆμα τοῦτο τῆς Ἠπείρου, ἡ ἄλλως Θεσπρωτία λεγομένη, ἡ Σαμουριὰ. Οἱ Σουμέριοι τὴν χώραν αὐτῶν ἐκάλουν Kingi τ.ἔ. χώρα Καλάμων. Ἀλλὰ καὶ ἡ Δωδώνη καὶ τὰ περὶ αὐτὴν οὕτω ἐλέγοντο, ἐξ οὗ ὁ πάτριος ποταμὸς τῆς Ἠπείρου λέγεται Καλαμᾶς.(Αθηναγόρας). Σ.Μ.=Η ρίζα της λέξεως Σάμη αλλά και ο Θύαμις την αυτήν ρίζα έχει του σ τρεπομένου του σ, εις θ, όπως Σιός-Θεός και Σύαμις ελέγετο η χώρα της Σάμης και ο ποταμός της. Την ίδιαν ρίζα σ.μ. βρίσκομεν και εις άλλην ιστορικήν λεξιν Σιμόεις(βλέπε λέξη) ο οποίος ήτο ποταμός της ομηρικής Τροίας.
Σάμα=Μνήμα, Δωριείς δε στοιχείον.(Ησύχιος).
Σάμαινα=Είδος νεώς(ναός) υός (ομοίως)έχουσα προτομήν (βασιλικήν).(Ησύχ.)
Σαμαναίοι=Έλληνες Σαμάνοι.
Σαμά-νος=Ελληνική λέξη, Ιερέας-ιατρός –προφήτης πρωτόγονης εποχής πριν ο άνθρωπος ακόμη αναπτύξει τις γλωσσικές του δυνατότητες. Μπορούσε να ελέγχει τα ενεργειακά επίπεδα και να τον απελευθερώνει από τις αρνητικές λειτουργίες σώματος και ψυχής αξιολογώντας τα δεδομένα της φύσεως. Ένας από αυτούς θεωρείται κι ο Πυθαγόρας και άλλοι της εποχής εκείνης. Υπάρχουν Σαμάνοι ιθαγενείς σήμερα ακόμη σε αυτόχθονους πληθυσμούς, που με τη βοήθεια φυτών-βοτάνων και πρωτόγονης μουσικής τύπου Πεντάφθογγου πολυφωνικού τραγουδιού με ακατάληπτες για μας λέξεις θεραπεύουν ανάλογες ασθένειες. Εις την Ελλάδα την τελευταία χιλιετία υπήρχαν γέροντες και γραίες που γνώριζαν πολλά για ν’ ανακουφήσουν ή και να θεραπεύσουν πολλές ασθένειες με τη βοήθεια πολλών βοτάνων, φυτών, ξόρκια κλπ. Οι μετέπειτα αυτού του είδους θεραπευτές, βοτανολόγοι ή ξορκισταί κλπ. με την επιβολή της επιστήμης –αφρόνως όπως πάντα συμβαίνει εν ονόματι της επιστήμης σε όλους τους τομείς-, αυτοί οι πρακτικοί γιατροί δυσφημίσθησαν καί ονομάσθησαν περιφρονητικά “Κομπογιανίτες”. Αλλά και σήμερα η εποχή μας δημιούργησε επιστήμονες “μαϊμού” ανίδεοι καιροσκόποι, έχουν παρεισφρύσει εις την επιστήμην κι αποκτήσει πτυχίον “Μαϊμού”, επιφέροντες βλάβη στην επιστήμη και στους ασθενείς. Όμως για πολλά χρόνια οι πρακτικοί γιατροί που ήταν αποτέλεσμα μελέτης της φύσεως, πρόσφεραν στον άνθρωπο βοήθεια και θεραπευτικές αγωγές, όπως ήταν οι “βεντούζες” για το κρυολόγημα (βύω=γεμίζω, βουτούσαν σε οινόπνευμα μπαμπάκι πάνω σ’ ένα πηρούνι, το άναβαν και μέσα σ’ ένα γιάλινο είδος ποτηριού βουτούσαν κι αμέσως το κολούσαν στην πλάτη του ασθενούς και μετά αφού τελείωνε σ’ όλη την πλάτη το ζέσταμα, έτριβαν με οινόπνευμα και σκέπαζαν τον ασθενή. Μ’ αυτό τον τρόπο περνούσαν τα κρυολογήματα και άλλα πολλά που ίσως θα ήταν χρήσιμα να είχαμε διατηρήσει. Επίσης η βασκανία με πολλούς τρόπους μπορούσαν να άρουν από τον παθόντα τις ενοχλήσεις και να τον επαναφέρουν στην προτέρα κατάστασή του, όπως και άλλες ψυχασθένειες. (Βλέπε Σιλά)
Σαμα-ντάς ή Τσαμαντάς= Σάμη, ονομασία προϊστορική. Σαματάς σήμερα εννοούμε το θόρυβο-σύγχυσις.
Σάματις-σάμπως =μήπως.
Σαμα-ρείτες=Ηπειρωτικής προελεύσεως Ιουδαίοι.
Σαμαροσκούτι=Μάλλινο εγχώριο ύφασμα χρησιμοποιούμενο το χειμώνα.
Σαμαρώνω=Επιθέτω το σάγμα στο ζώο, το σαμάρι=το σάγμα.
Σάμβαλα=σάνδαλα
Σαμβίκη=σάμβυξ, μεγάλο έγχορδο όργανο, του οποίου το μέγεθος υπερέβαινε το ένα μέτρο. Το σχήμα του ήταν τριγωνικό και κατά τον Αθήναιο, ήταν όμοιο με τηνν πολιορκητική μηχανή, που είχε το ίδιο όνομα. Ο Ανδρέας ο Πανορμίτης στο 33ο βιβλίο της ιστορίας της Σικελίας αναφέρει ότι ονομάστηκε σαμβύκη γιατί όταν υψωνόταν ίσια έμοιαζε με το σχήμα ενός πλοίου στην οριζόντια θέση με έναν όρθιο χορδοκράτη επάνω της, παιζόταν με πλήκτρο.(Σόλων Μιχαηλίδης)
Σαμέ=Ονομάζουν οι ιθαγενείς του Αμαζονίου τον ελθόντα λευκό γενειοφόρο από τη χώρα που ανατέλει ο ήλιος μέσω του ωκεανού. Στους ιθαγενείς Βραζιλιάνους ο Σαμέ ο θεός του Ήλιου. Σαμόϊς νήσος του Ειρηνικού ωκεανού.
Σάμερον=σήμερον, νυν (Ταραντίνοι)
Σάμη=Τόπος υδατόλουστος η παρά τον ποταμόν Θύαμιν ή Καλαμάν χώρα.
Σάμη= Εννοείται η Ήπειρος, προϊστορική ονομασία, ἥτις κατὰ ταῦτα ἔκειτο οὐχὶ μακρὰν τῆς Ἰθάκης-Παξῶν, οὕτως ὥστε ἠδύναντο κάλλιστα οἱ ἐν Ἠπείρῳ βοσκοὶ τοῦ Ὀδυσσέως καθ' ἑκάστην ἡμέραν νὰ φέρωσι εἰς τοὺς μνηστῆρας «πίονας αγας κα βος», ζῶα ἀπὸ τὰς ἀγέλας τὰς ὁποίας διετήρει ἐν τῇ Ἠπείρῳ, καὶ πάλιν αὐθημερὸν νὰ ἐπιστρέψωσιν εἰς τὰ ποίμνιά των.
Σάμη ἡ ὁμηρικὴ =Η νυν Τσαμουριὰ. Τὶ δὲ σημαίνει ἡ λέξις Σάμος ἤ Σάμη; Σημαίνει ὅ,τι καὶ ἡ Ζάκυνθος, ἡ Κρήτη, ἡ Κεφαλληνία, δηλαδὴ τ λήεντα, τὰ ὀρεινὰ καὶ τραχέα, ὡς τὰ Ζαγόρια, ὁ Τόμαρος ἤ Ὀλύτσικας, τὰ Τσουμέρκα, τὰ Π(ο)γόνια, τὰ Κεραύνια, ὁ Κουρίλας, μέρη ὀρεινά-ὑψηλά. (Ομηρος)
Σάμηδες-Σάμιοι εἶναι οἱ ὑψαύχενες, οἱ ὑψηλοί, οἱ ὀρεινοὶ Ἠπειρῶται, οἱ Σέλληνες-Ἕλληνες.(Αθηναγόρας)
Σάμην=καὶ ἐν Κρήτῃ, Σαμαρίνα δὲ λέγεται ἄλλος τόπος τῆς Ηπείρου
καὶ ταύτῃ ἀποικίᾳ, ἐν ᾗ ἀναφέρεται τὸ Σαμόνιον ἀκρωτήριον, καὶ Σαμαρία ἐπίσης ἐν Κρήτῃ, οἱ ἐν Ἰταλίᾳ Σαμνίται ἐξ Ἠπείρου ἔχουσι τὴν ἀρχὴν αὐτῶν καὶ οἱ ἐν Ἰουδαίᾳ Σαμαρεῖς· καὶ ἡ ἐν Ἰωνίᾳ νῆσος Σάμος καὶ τὰ ἐν Συρίᾳ Σαμόσατα, διότι Συρία αὐτὸ τοῦτο δηλοῖ, ὅ,τι καὶ ἡ λέξις Ἥπειρος, ἡ ὁμηρικὴ Ὑπερίη, η ορεινή χώρα η υψηλή, η υπερέχουσα, οἱ Ἄραβες τὴν Συρίαν καλοῦσι Σὰμ καὶ ἰδιαιτέρως τὴν Δαμασκὸν η οποία είναι λέξις ελληνική. (Αθηναγόρας)
Σαμία=είδος τι Αμπέλου (Ησύχιος)
Σαμία Σύβιλλα = Ἠπειρῶτις ἦν, καθ᾿ ὅσον ὡς ἀπεδείξαμεν, ἡ ὁμηρικὴ Σάμη ἦν ἐν Ἠπείρῳ, ἡ μέχρι σήμερον φέρουσα τὸ ὄνομα τοῦτο Σαμουριὰ, καὶ ἡ Σίβυλλα Κιμμέρια καὶ αὕτη ἦν Ἠπειρῶτις, ἐφ᾿ ὅσον ὁ ἀρχικὸς λαὸς τῶν Κιμμερίων ἐν Ἠπείρῳ ἦν, ὅπου καὶ ὄρη Κιμμέρια, τὰ ἤδη Τσουμέρκα λεγόμενα. Καὶ ἡ Σίβυλλα Ἀμάλθεια καὶ αὕτη Ἠπειρῶτις. (Αθηναγόρας)
Σαμονίβα, Σκάπετα, καὶ Κιάφα= Ἡ Κιάφα εἶναι ὁ ὁμηρικὸς Κύφος ἡ πρωτεύουσα τῶν Αἰνιάνων καὶ Περραιβῶν.
Σάμος-Σάμη= Τα δασώδη και τα ορεινά, τα τραχιά. Τα ύψη.
Σαμοθράκη= Θράκη και Σαμοθράκη φέρονται αρχικώς εις το Ιόνιον Πέλαγος, η Σαμοθράκη λεγόταν και Αιθιοπία. Σάμος η Θρηϊκίη=Σαμοθράκη. υπάρχει νήσος Μαθράκη και είναι ένα από τα διαπόντια νησιά του Ιονίου
Σαμνίτες= Οι Ιταλικής Χερσονήσου Ηπειρωτικής προελεύσεως.
Σάμου υληέσσης Θρηκίνης=της Σαμοθράκης, άλλοι της προς Θράκη Σάμου, η οποία ομωνύμως λέγεται και το εν αυτή όρος. Ου μνημονεύει, αλλά πάντοτε αυτήν Σά(λα)μον καλεί και ουδέποτε Σαμοθράκην κατά σύνθετον (Ησύχιος)
Σάμους= Κατά τον Στράβωνα, οἱ ἀρχαῖοι ἔλεγον τοὺς ὑψηλοὺς τόπους.
Σαμπί=παλιό αχρηστευμένο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου, σήμερα χρησιμοποιείται μόνο ως αριθμητικό
Σάμπως=Σαν-πως, μήπως, ωσάν.
Σάννοι και Τσάνοι=όνομα λαού της Μικράς Ασίας.(παρατήρησα πολλά επώνυμα της Θεσπρωτίας –Κερκύρας-Παξών τα συνάντησα στη μικρά Ασία :όπως Τσάνος, Καμβύσας, Αμπλάς, Σαρακινός, Φίλιος που είναι και επίθετο του Διός και υπήρχε ναός στη Μεγαλόπολη Αρκαδίας)
Σανσκριτική=Γλώσσα Σουμερίων, πρωτίστως όμως υπήρξε η γλώσσα των Ηπειρωτών-Πελασγών, οἱ Ἰνδοὶ βραδύτερον ἤ ἄλλοι ἐν Ἀσίᾳ λαοὶ ἐλθόντες εἰς ἐπικοινωνίαν πρὸς τοὺς θαλασσοκράτορας Ἕλληνας, ὅτε πλέον ἡ Ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶχεν ἐξελιχθεῖ, καὶ αὐτοὶ παρὰ τῶν Ἑλλήνων ἔλαβον, γλῶσσαν, θεὸν καὶ πολιτισμὸν. διὰ τοῦτο καὶ παρ’ αὐτοῖς θὰ εὕρωμεν τὸ ἱερὸν γράμμα χ ἐν τῇ ὀνομασίᾳ τῶν θεῶν· οὕτω: Βράχμας ἐλέγετο ἕν τῶν τριῶν προσώπων τῆς παρ’ Ἰνδοῖς θείας Τριάδος. Βράχμας ὁ πατὴρ, ὁ πλαστουργὸς τοῦ παντὸς, ἡ ἀρχικὴ παραγωγικὴ πηγὴ· ὁ Βισχνοῦ ὁ μεσίας, καὶ Σίβας ὁ καταστροφεὺς. Αἱγνὶ ὁ θεὸς τοῦ πυρὸς, ὁ Sarya ὁ παρ’ Ἕλλησι Ἥφαιστος. Ἐχάθις θεὰ σύζυγος τοῦ Sûrya. Χαρὰς ἰνδικὴ θεότης. Σαχάτρις θεὸς, βασιλεὺς. Haritas οἱ ξανθοὶ ἀκτινοβολοῦντες ἵπποι τοῦ Ἠλίου. Harit τὸ χρῶμα τοῦ Ἡλίου καὶ τῆς αὐγῆς, aurora, ἡ αὔρα ἡ Ἠὼς. Ushas ἡ αὐγὴ. Ush= καίω. Edhas=ἀνάπτειν· Arushis ἤ Arushas ἤ Roliitas αἱ φωτειναὶ ἀγελάδες.(Αθηναγόρας) το ξ στη Σανσκριτική παριστάνεται με KSH, HS(CHS) Kαραβά Γαλάνη Μ.
Σαντέτικος=Αυθεντικός
Σαντο-μέρι=Τοπωνύμιον.
Σάντο-νες και Σάντονοι=παλαιά Κέλτικη φυλή (Πρωΐας) Σάντονοι οι, Λαός της Ακουϊτανικής Γαλλίας κατοικούντες παραθαλασσίως και έχοντες επίσημον πόλιν το Μεδιολάνιον τανύν Σάϊντες καλουμένην, Στραβ.δ ΄Πτολ.β,7 έτι Σάντονες και Σέντωνες παρά Στεφ.Βυζάντ.
Σαντό-νιος=(γεωλογ.)σαντόνιος βαθμίς, η έκτη εκ των εννέα βαθμίδων εις άς υποδιαιρείται η νεοκρητιδική διάπλασις του μεσοζωϊκού αιώνος (Πρωΐας)
Σαντο-ρίνη= Άλλο όνομα της Θήρας
Σάπαι=Έθνος Θράκιον.Αρχικά Θράκη ελέγετο η Ήπειρος λόγω του χρώματος της θρακιάς των πρώτων ανθρώπων, η σημερινή Θράκη είναι η δεύτερη.
Σαπίτης=Είδος ιοβόλου φιδιού που ρίχνει το δηλητήριο.
Σαρα-κατσάνοι=φυλή νομαδική ζώσα κυρίως εν Αρκαδία, Ηπείρω, Θεσσαλία και Μακεδονία. Σαρα-κηνοί όνομα των Αράβων αλλά Αραβία ήταν άλλο όνομα των Παξών και “σάρα” σαν συλλαβή συνθετικό πολλών πόλεων όπως:Σαραγόσσα πόλη της Ισπανίας Σαράγεβον ή Σεράγεβον(Πρωΐας)
Σαρα-ντάπηχον=όνομα χωρίου Κορινθίας όνομα μυθολογικών κατοίκων τηε Ίδης, πανυψήλων το ανάστημα και θρυλικώς ρωμαλέων(Πρωΐας)βλέπε Ίδη, ιδεύς
Σαρα-ντάπορος=όνομα μικρού ποταμού εν τω νομά Λαρίσης πηγάζοντος εκ του Ολύμπου και διαρρέοντος στενήν κοιλάδα (Πρωΐας)
Σαρκερός=Παχύσαρκος
Σάρα = Μέλας, Ερυθρός
Σάρα=στην αρχαία θρακική(δηλ. ηπειρωτική) σήμαινε ποταμός, με παράγωγο το ρήμα σαρόω-ώ που σημαίνει σκουπίζω, καθαρίζω Σβατι=φως στην Σανσκριτική, την οποία συναντούμε μετά την αρχαία Ελληνική στα αρχαία κείμενα των Ινδιών τις Βέδες σημαίνει φως ενώ στη (Θρακ-Ηπειρ.) το φως είναι σβετι με ρίζα το σβιτ. Σαρασβάτι λοιπόν σημαίνει, “λάμπων, εξαγνιστικός ποταμός” και συμβολίζει την αποκαθαρμένη και αναγεννημένη ψυχή που έχει κατακτήσει την αληθινή γνώση (Βασιλ. Δερουκάκη) Σήμερα σε πολλές πόλεις και χωριά τη σκούπα τη λένε σάρωμα-σαρίδια κλπ.Βλέπε Βεδυ(Μ. Σ.)
Σαράϊ=Το παλάτι, το μέγαρο, αρχοντικό.
Σάρακας=Το προϊόν του σαρακοφαγομένου ξύλου που μοιάζει με κίτρινη σκόνη.
Σαρα-κύνα= Εν Λαγκαδά, Γραβενοίς,Τρικκάλοις, Σελίνω Κρήτης, Αρκαδίας, Μεσσηνίας Σαρακυνάδα= Ζακύνθου.
Σαρακύνικο= Ακροτήριον Ευβοίας, παρά την Πάργα, εν Κερκύρα-Παξοίς.
Σαρα-κινάτικα= Κερκύρας
Σαρα-κυνός= Σάρα=Μέλας ερυθρός=κύνος =βράχος.
Σαρακυνοί= Νομού Πέλλης, χωρίον Θράκης.
Σαρακυνού= Κορυφή της Δίκτης εν Κρήτη.
Σαράφ= Στη Γραφή λέγεται ο όφις, φλογοβόλος.
Σαράφης =Κοινώς κερματιστής, ο τραπεζίτης.(βλ.Ανδρακάς και Κάσιος)
Σάργασον=το γένος χλωροφυκών φυτών. Σαργός=ο σπάρος (Πρωΐας)
Σαρδανάπαλος=λέξη που χρησιμοποιείται και σήμερα “πάντες σχεδόν απάσης ακολασίας και τρυφής δούλων τούτον αναγράφουσι γεγονέναι
Σαρδάνιον=Σαρδόνιος λέγεται ο καθ’ υπόκρισιν γενόμενος, από του σετηρέναι τοις οδούσι.(Απολλων. Σοφιστού).
Σάρδεις αι, Ιωνκ. Σάρδιες=αρχ.μητρόπολις του Λυδικού βασιλείου εν Ασία πλησίον του όρους Τμώλον, καθέδρα του βασιλέως Κροίσου (Ν.Λωρέντης)
Σαρδόνιος γέλως=ο καθ’ υπόκρισιν ή επί κατάρα ερριμένος γέλως (Ησύχιος)
Σαρδώ=Νήσος μεγάλη πλησίον της Αφρικής
Σάρδος= νήσος μεγάλη και εύφορος της Μεσογείου θαλάσσης εκαλείτο Ιχνούσσα διότι εοικυία ήν ανθρώπου ίχνει, κατοικήθη αρχαιόθεν υπό Ιλιέων (Νικ.Λωρέντης)
Σάρειοι=Το όνομα των Ελλήνων προ των Πελασγών ήταν Σάρειοι -Σάρειος. Που έκαναν ταξίδια στο διάστημα με ταχύπλοα σκάφη (δίσκος Τζόπα, Θιβέτ). Όταν αναλυθεί η λέξη Έλλην δίνει πληροφορίες πως είναι Σάριος-Σάρειος πλανήτου αστερισμού Σειρίου. (Καραβά-Γαλάνη Μ.) Ας προσέξουμε να μη το παρεξηγήσουμε με σημερινές έννοιες όπως έγινε στον Όμηρο όπου ο Ωκεανός, η λίμνη, η Θάλασσα, έχουν την ίδια έννοια, εμείς ανατρέξαμε στον ωκεανό με τη σημερινή έννοια, παρεξηγούμε το γυμνό σώμα με το γυμνάζομαι, όπως ξανθός ο Οδυσσέας αλλά, άλλο χρώμα είχε το πρωΐ που έβγαινε ο ήλιος κι άλλο χρώμα των ανθρώπων φαινότανε το σούρουπο κ.α. πολλά παραδείγματα που μας μπέρδεψαν βγάζοντας άλλο νόημα με τη σημερινή έννοια. Διάβασα σ’ ένα αρχαίο κείμενο ότι δύο Έλληνες ταξίδευαν στον αστερισμό του Σείριου κι από πάνω έβλεπαν κάτω τη γη και με άλλες λεπτομέρειες που μου διαφεύγουν. Έμεινα συλλογισμένη σκεπτόμενη πως έβλεπαν από ψηλά…Σήμερα αναρωτιέμαι μήπως εννοούσαν άλλη Ήπειρο; Γιατί εμείς εκτός την Ήπειρο την Ελληνική που κράτησε το όνομα της μέχρι σήμερα, λέμε Γαία Ήπειρος! όμως είναι και η Αμερική, Αυστραλία κ.α.
Σαρμανίτσα=Είδος κούνιας. Μ’αυτή πήγαιναν στο χωράφι ζαλωμένες οι γυναίκες.
Σαρπ= Η πέτρα, Σαρπηίαν πέτρα.
Σαρπηδόνιον= Ακρωτήριον τῆς Θράκης ἐπὶ τοῦ Αἰγαίου ΝΑ τοῦ Αἴνου, καλούμενον Πάξοι.
Σαρπηδών= Αρπηδών εκ του Άρπη που σημαίνει δρέπανον, Άρπη και Δρέπανον-Δράπανον ελέγοντο η Κέρκυρα μετά των Παξών κατά τα πανάρχαια χρόνια. Υιός του Ποσειδώνος.(βλέπε Δρέπανον)
Σαρπηδὼν = Καὶ Ἀρπηδὼν ἐκ τοῦ ἄρπη, ἥτις λέξις σημαίνει δρέπανον· «σαρπηδών, γράφει τὸ Μ. Ἐτοιμολογικόν, παρὰ τὸ ἄρπη, ὅ σημαίνει δρέπανον»Ἄρπη καὶ Δρέπανον καὶ Δράπανον ἀπὸ ἀμνημονεύτων αἰώνων ἐλέγοντο ἡ Κέρκυρα μετὰ τῶν Παξῶν.(Αθηναγόρας)
Σαρπηδών(Αρπηδών)=Νήσος προς τω Ωκεανώ εν ή αι Γοργόνες, γράφει ο Φώτιος, αλλά πατρίς των Γοργώνων αναντιρρήτως είναι η Κέρκυρα και οι Παξοί.
Σαρπηδών =Ακρωτήριον της Κιλικίας (Στράβων) και λίθου Σαρπηδονίου καλουμένου. Σαρπηδών Ακτή Θράκης. (Ησύχιος) ποιας Θράκης; Ιστορικής ή Προϊστορικής
Σάρρα=λιθοσωρός εις κοίτας χειμάρρων (Πρωΐας)
Σάρτο κερκ.=Πήδημα
Σάρων=Αρχαίος τις βασιλεύς της Τροιζήνος εν Πελοπόννησω.
Σαρωνίς-ίδος=Θάλασσα., επίθετο της Αρτέμιδος κληθείσης από του ναού τον οποίον ήγειρεν προς τιμήν της ο Σάρων βασιλεύς της Τροιζήνος. Σαρωνικός κόλπος =Εν τω Αιγαίω πέλαγος μεταξύ της Αττικής και της Πελοποννήσου
Σάσων-ος= Μικρά νήσος ελληνική επί της εισόδου του Ιονίου πελάγους.
Σατοῦρνος= Ο Κρόνος.
Σάτρα =Ο χρυσὸς, ἐξ οὗ καὶ Σατράπης.
Σάτραι οι=Λαός της Θράκης κατοικών μεταξύ του Νέστου και Στριμόνος ποταμού, εις τους οποίους ανήκον και οι λεγόμενοι Βέσσοι.
Σαυνίται ή Σαμνίται=αρχ. λαός της Κάτω Ιταλίας, “σαυνιτικοί πόλεμοι” οι μεταξύ Σαυνιτών και Ρωμαίων (δ΄-γ΄ αι. π.Χ.) (Πρωΐας)
Σαύος=Δ.παραπόταμος του Δουνάβεως εν Νοτιοσλαυΐα (Πρωΐας)
Σαύραι=έθνος Θράκιον (Ησύχιος) αλλά ποια Θράκη; την Ιστορική ή την Προϊστορική;
Σαχαλίνη=όν. Μεγάλης ν. Του Ειρηνικού ανηκούσης εις την Ρωσίαν και Ιαπωνίαν (Πρωΐας)
Σάω=Σώζω, “αλλά σάω μεν ταύτα και σάω δ’ εμέ” (Απολλων.Σοφιστού)
Σβα-σβε-σβη-σβι-σβο-σβου-σβω, σγ,=
Άπειρες λέξεις που ακούγονται με ζβ ξεγελώντας αυτούς που παρεκτρέπονται της Ελληνικής γλώσσας και θεωρούν αυτές Σλαβ.
Σβούρα, σβέρκος, σβήνω, σβέλτος, σβόλος...

Σβάρνα=Σβαρνίζω, συνώνυμο του βολοκοπώ.
Σβάστικα= Αγκυλωτός σταυρός.Σύμβολο πριν από τον κατακλυσμό.
Σβέλτος= Γρήγορος, ευκίνητος.
Σβέρκος= Το πίσω μέρος του λαιμού.
Σβίγγος= Γλύκισμα σε βόλους ζύμης.
Σβίδρα=Σβέλτος
Σβόλος= Ο βόλος.
Σβούρα= Περιστρεφόμενος ξύλινος ή μεταλλικός κώνος.
Σβώ ή σβήνω= Το σταμάτημα της καύσης.
Σγαρλίζω- αγαρλίζω=Ηπειρος-Κέρκυρα ανακατώνω
Σγόρνα = Υδροροή λ.Κερκυραϊκή
Σγώνω κερκ.= ζυγώνω, πλησιάζω.
Σγούμπα – σγούμπος, σγόμπος-γόμπος=κυφός, καμπούρης, αλλ.σβόμπος.
Σγουρομάλλης= Ο κατσαρομάλλης.
Σγούρος –σγουρός= Ο κατσαρός.
Σδεύς=Ζευς.Σδώνας σήμερ. Επώνυμον.
Σεβίζειν=Κυρίως λατρεύειν τον θεόν Διόνυσον.
Σεβντάς= Ενδιαφέρον,έρως,αγάπη,συμπάθεια.
Σεβρίον=Χωριό της Λακωνίας, Σεβρός υιός του Ιπποκόοντος αρχαίος ήρως του οποίου εις βωμός ευρίσκετο εκεί όπου και πήρε το όνομά του το χωρίον.(Παυσν.) Σέβραι όνομα πόλεως της Γαλλίας όπου έγινε το 1920 η συνθήκη των Σεβρών υπογραφείσα μεταξύ Τουρκίας και των δυνάμεων της Αντάντ. Σεβρό μαλακό λεπτό δέρμα εκ δοράς εριφίων όπου κατασκευάζονται γάντια, υποδήματα κλπ.
Σέδες=Πολίχνη (μικρή πόλις) παρά την Θεσσαλονίκη.
Σεδοῦντα=Αἱ πηγαί τοῦ Ποταμοῦ τοῦ Πλουμαρίου.
Σείω-σFείω= Πάλλω, κινώ.
Σείε= Ο θείος.Τσεία=θεία τσάτσα κερκ.=θεία
Σείκιλος=λυρικός ποιητήςκαι μουσικός 1ο-2ο αιώνα μ.Χ. μία επιτύμβια επιγραφή που βρέθηκε στις Τράλλεις της Μ.Ασίας είναι ένα μικρό αλλά ολοκληρωμένο μουσικό -ποιητικό κείμενο, που είναι αφιερωμένο στη μνήμη της γυναίκας του Ευτέρπης. Η στήλη αυτή με το κάψιμο της Σμύρνης από τους Τούρκους είχε χαθεί. Σήμερα “φιλοξενείται” εις το μουσείο της Κοπεγχάγης.
Σειρ-Σείριος=ήλιος
Σεῖραι= Διάφοροι τοπωνυμίαι ἐν Ἀρκαδίᾳ καὶ ἐν Πελοποννήσῳ ἐν γένει. Σειρή η=Η φυλή, το σόϊ, η φάρα (Ηπειρος).
Σειρῆνες Αἱ =Ήσαν θυγάτερες τοῦ Ἀχελώου καὶ τῆς Μούσης Μελπομένης ἢ Καλλιόπης ἢ Τερψιχόρης ἢ Ἐτερόνης.
Σειρήνα=Νησίς πλησίον της Αστυπάλαιας.
Σειρηνοῦσαι αἱ = καὶ Εἰρηνοῦσαι, αι Νῆσοι τῶν Παξῶν.
Σειρῆνι =Μεγάλο καὶ Μικρὸ τῆς ἐπαρχίας Γρεβενών· καὶ τόσαι ἄλλαι ἐκ τῆς αὐτῆς ρίζης, ἅπασαι σχετιζόμεναι στενώτατα πρὸς τὰς Νήσους τῶν Παξῶν, τῆς κοιτίδος ταύτης τῶν Σειρήνων (βλέπε Ειρήνη).(Αθηναγόρας).
Σειραίος=Μικρός ποταμός.
Σειριάς Γη=Η Αίγυπτος. Σε μιαν επιγραφή ο ναός της Ίσιδος είναι Σειριάς γη και η ίδια η Ίσις είναι Νειλώτις ή Σειρίας, ο Νείλος είναι Σείριος “Νειλώτις χθων” Αισχ. Νείλος όμως υπάρχει και τοπωνύμιον στους Παξούς. Για το επίθετον της Ίσιδος “Σειριάς” ο Πλούταρχος αναφέρει ότι οι Αιγύπτιοι από τα άστρα τον Σείριο θεωρούν ιερό της Ίσιδος επειδή φέρνει την βροχή.
Σείριοι-Σάρειοι ή Άριοι=Ονομάζονταν οι λευκοί άνθρωποι (λευκή φυλή δεν εννοούν μόνο το άσπρο δέρμα) από την εμφάνισή τους το 228 000 π.Χ. μέχρι το 96.000 π.Χ.Από το 90.000 π.Χ. μέχρι το 37.000 π.Χ. ονομάζονταν Σάρειοι ή Άριοι Θαγετοί. Θαγετός ονομαζόταν ο εναπομείνας λευκός, ξανθός υψηλόσωμος άνθρωπος (Κέλπαιος).Φύλα Θαγετικά από το 55.000 π.Χ. μέχρι την 11η π.Χ. χιλιετία, αυτοονομάζονταν Σελλοί ή Ελλοί. Από το 11.000 π.Χ. οι λευκοί Θαγετοί της Αιγηΐδας και των παραμεσογειακών χωρών, αυτοονομάζονταν Πελασγοί αλλά και Έλληνες. Της Αμερικής όμως οι Σελλοί, οι ελάχιστοι εναπομείναντες από τους κατακλυσμούς, συνέχισαν να αυτοονομάζονται μέχρι τον 6ο μ.Χ. αιώνα Σελλοί ή Σελλάνες. Όλα τα Θαγετικά και Πελασγικά φύλα, κάτοικοι της Αιγηίδος και των παραμεσογειακών χωρών, έφεραν διάφορα ονόματα:Μινύες, Σελλοί, Αιολείς, Σόλυμοι, Ίωνες, Αχαιοί, Δαναοί, Γραικοί. Δωριείς, αλλά και Έλληνες.Και από τον 9ο π.Χ. αιώνα ονομάζονταν όλα τα φύλα της έκτασης αυτής Έλληνες (Καραβά-Γαλάνη Μ.) Βλέπε λ. Έλληνες-Θαγετοί.
Σειρμή=(Ήπειρος) Επιδημία που σέρνεται.
Σεκάδα=(κερκ.) ενόχληση, στενοχώρια
*Σὲλ=πέτρα ἀπότομος καὶ ἀπρόσιτος,
Σέλα και Ελα = Πέτρα, βράχος, (βλέπε Μυρμιδόνες).
Σέλας, σελήνη, είλη-ζήλη, ήλιος, Γήλιος σχετίζεται με το χρυσό. Αλλά και Ζάλος, δαλός-δαυλός είναι η δάδα που φωτίζει, που λάμπει για τούτο κλαι ο Άρης ο χρυσήνιος (που έχει χρυσά ηνία) και χρυσοπήληξ που έχει χρυσή περικεφαλαία λεγόταν Ζηλήμων, το οποίον είναι ταυτόσημον, και ο Διονύσιος ο χρυσοκόμης και χρυσωπός και χρυσόκερως Ζηλήμων λεγόταν. Το ίδιο Ζηλήμων λεγόταν και η χρυσόθρονη και χρυσοπέδιλη και χρυσηλάκατη.{που έχει χρυσή ρόκα ηλακάτη) Ήρα.
Σέλας πυρός=Η λαμπρότης του πυρός από τούτου και σελήνη.(Απολλ.Σοφιστού)
Σέλαιναι= Λαμπάδες.(Ησύχιος)
Σελάνα=Σελήνη
Σελλασία=Πόλις Λακωνίας κειμένης επί του Οίνου ποταμού.
Σελλήεις=Ποταμός της Ίλιδος επαρχίας εν Πελοποννήσω.
Σελασιέ Χαϊλέ= Άρχων του κράτους της σύγχρονης Αιθιοπίας.
Σελήνη= Ο στέρεος βράχος, το στερέωμα, (βλέπε Μυρμιδόνες). Α-σέληνος=παραλία Σκιάθου
Σε-λήνη=ΣΙ-Μέλας, λήνη=Οίνος δυνατός. Πορο-σε-λήνη=σταφυλή μέλανος οίνου δυνατού.
Σελήνη=Πόλις εν τη οινοφόρω Τυρρηνία. Σελινούς=πόλις της οινοπληθούς Σικελίας. Λιάτικα σταφύλια μαύρα.Λιόσια χωρία Αττικής κ.ά.
Σελήνη-Σελάνα-Σεληναίη=Η νέα Σελήνη, Σουμερ. Λέγεται ΒΑ-ΒΑΡΑ,ή Βραβρωνία, ήτοι Βαρα-βαρα-ωνία Άρτεμις, Σελήνη, και το κύριο όνομα Βαρ-βάρα, ήτοι η λάμπουσα ως Σελήνη, η Λαμπρινή. ΒΑΒΑ-ΡΑ από θέματος ΒΑΡ και ΒΑ-ΒΑΡ. Λάμπω και ο ήλιος λέγεται ΒΑΡ όθεν το ημέτερον βράδυ από ΒΑΡΑ ηλίου, ΔΟΥ δύσις. (Θωμόπουλος)
Σελήνη=όρος Λιβύης (Λιακόπουλος)
Σεληνίτης=Εν τη υδατοβριθή Άνδρω.
Σελιανήτικα=Περιοχή Πελοποννήσου.
Σέλιανη=Παραμυθίας πλήρης υδάτων.
Σέλλα= Επαρχία Καλαβρύτων, Πατρών και Ευρυτανίας.
Σέλλαι αι=Χωρίον Λασιθίου.
Σελλάδαι= Γένος ιθαγενών (ένδοξον) γράφει ο Ησύχιος.
Σελλάδες = χωρίον Άρτης.
Σέλλας ο= Τριφιλίας, Νομός Μεσσηνίας.
Σελλασία=μία των πέντε επισήμων πόλεων της Λακωνίας (Σπάρτη, Σκίρος, αι Βρασιαί (Πρασιαί), Γύθειον).Ως αρχαιότατοι κάτοικοι της Λακωνίας αναφέρονται οι Κυνούριοι και οι Λέλεγες. Όνομα Χαϊλέ Σελασιέ σύγχρονος ηγέτης της Αιθιοπίας.
Σέλλες=Θεσπρωτίας τοπωνύμιο
Σελλήεις=Ποταμός της επαρχίας Ήλιδος εν Πελοποννήσω ρέων μεταξύ του Πηνιεού και Αλφειού και εκβάλλων εις την θάλασσαν.
Σελλήεις=Ποταμός εν τη Θεσπρωτία, όθεν το έθνος Σελλοί.(Απολλωνίου Σοφιστού).και άλλο της Τρωάδος.
Σελλία=Χωρίον Χανίων και επαρχία Λαγκαδά
Σελλίον = Νομού Άρτης, και Ρέθυμνον και Καλάβρυτα οικισμός.
Σελλίτσα= Γύθιον μετονομασθείς εις Λαγκάδα.
Σελλοί=Ήσαν οι πρίγκηπες του αρχικού ελληνισμού, ουδ’ ήσαν ανιπτόποδες ή χαμοκοίται, χαμεύναι ως διφορουμένως, κατά την συνήθειάν του γράφει ο Όμηρος. Ούδ’ ήσαν άξεστοι και ρυπαροί ασκηταί, ή ευνούχοι, ως οι νεώτεροι κακώς υπέθεσαν. Οι Σελλοί ελέγοντο και Γραικοί ή Ραικοί, Ρεξ ο βασιλεύς.Και το έτερον όνομα των Σελλών Τόμουροι το αυτό σημαίνει: βασιλεύς. Οι Σελοί-Τόμουροι ελέγοντο και Μολοσσοί, τουτέστιν βασιλείς-βασιλικοί.Μολοσσός ήτο ο υιός του Αχιλλέως Νεοπτολέμου ή Πύρρου και της Ανδρομάχης του Έκτορος, βασιλεύσας εν Δωδώνη και την άλλη Ήπειρο.
Σελλοί, Σελά= Η Δωδώνη το έδος του Διός, η δυσχείμερος και χειμαρρώδης.
Σελλοί καὶ Ἐλλοί = Ονόματα ἔχοντα ἄμεσον σχέσιν πρὸς τὴν περιστερὰν, τὰς δὲ ἱερείας τῆς αὐτῆς θεᾶς Πελείας καὶ Πελειάδας ὠνόμαζον, διότι ἡ λέξις πέλεια περιστερὰν σημαίνει. Σελλοὶ ἤ Ἑλλοὶ οἱ ὑποφῆται (ερμηνευτής θείων χρησμών) τῆς Δωδώνης-Περιστερᾶς ἐλέγοντο καὶ Τόμουροι ταυτοσημάντως. Καὶ τὸ ὄρος ἐν ᾧ ἡ περιοχὴ τοῦ ἱεροῦ αὐτῶν μαντείου Τόμαρος λέγεται. Οἱ ἱερεῖς οἱ ἔχοντες ὡς σύμβολον τὴν περιστερὰν καὶ τὸν φαλλὸν, τὸ γονιμοποιὸν τοῦτο ὄργανον, ήσαν οἱ γενέται τοῦ ἔθνους, τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ· ἦσαν οἱ ἱερεῖς καὶ βασιλεῖς αὐτοῦ, διότι οἱ βασιλεῖς ἀρχικῶς ἦσαν καὶ ἱεροθύται, ἱεροφάνται καὶ ἱεροπόλοι, καὶ οἱ ἱερεῖς ἦσαν ἐπίσης ἡγεμόνες καὶ βασιλεῖς· βασίλαι ἐν Ὀλυμπίᾳ ἐλέγοντο οἱ ἱερεῖς τοῦ Κρόνου· νομίζομεν δὲ ὅτι δὲν θὰ ἁμαρτήσωμεν γλωσσικῶς, ἄν τὸ ὄνομα βασιλεὺς παραγάγωμεν ἀπὸ τὸ σελὸς, δεδομένου ὅτι τὸ ε τρέπεται εἰς ι ὡς θεὸς-θιὸς καὶ σιὸς· ὡς γνωστὸν δὲ οἱ Σελλοὶ ἐλέγοντο καὶ Γραικοὶ ἤ Ραικοὶ, Rex δὲ ὁ βασιλεύς.
Σέλλος=Οικισμός επαρχία Ναυπακτίας.
Σέλος=Το χωριό.
Σεμέλη η= Αδελφὴ της ήταν η Ἰνὼ, ἀμφότεραι δὲ θυγατέρες τοῦ Κάδμου καὶ τῆς Ἀρμονίας· ὡς ἡ Ἰνὼ καὶ ἡ Σεμέλη φέρονται ἀδελφαὶ, ἀλλὰ ἦσαν κυρίως ἕν μόνον πρόσωπον, οὕτω καὶ ὁ Διόνυσος καὶ ὁ Ἡρακλῆς ἐν ἀρχῇ ἦσαν ἕν καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπον. Πᾶσαι αἱ ὀνομασίαι αὕται Κάδμος, Ἀρμονία, Σεμέλη, Ἰνὼ, Ἥρα, Ἡρακλῆς, Διόνυσος, ἔχουσιν ἄμεσον σχέσιν πρὸς τὸν βράχον, τὴν πέτραν, τὸν λίθον, τὰ ἄντρα, τὸ φρέαρ τὴν κρήνην. Ἐν τῇ πρωτογόνῳ γλώσσῃ ὅτε μόνον μονοσύλλαβοι λέξεις ὑπῆρχον, ὅτε οὔτε δίφθογγοι, οὔτε ὀρθογραφία ἡ σημερινὴ, βεβαίως Οἰνὼ καὶ Ἰνὼ τὴν αὐτὴν εἶχον σημασίαν, τὴν τοῦ λακκώματος, τοῦ βάθους, τοῦ φρέατος· ἄλλως τε ἔχομεν καὶ ῥητὴν μαρτυρίαν ὅτι ὁ Διόνυσος ἀνετράφη ἔν τινι σπηλαίῳ τῆς Φαιακίας-Μάκριδος, τῆς Δρεπάνης ἤ Δραπάνου, διότι ἡ Κέρκυρα ὡς καὶ οἱ Παξοὶ ἐλέγοντο καὶ Μάκρις καὶ Δρέπανον. Δὲν μᾶς ἐκπλήττει δὲ ἡ πληροφορία ὅτι ὁ Διόνυσος ἀνετράφη ὑπὸ τὴν προστασίαν τοῦ Ἡρακλέους, διότι Διόνυσος καὶ Ἡρακλῆς καὶ Ἀπόλλων εἶναι τρεῖς μορφαὶ μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς θεότητος· ὡς γνωστὸν δὲ καὶ οἱ τρεῖς οὕτοι λυσσωδῶς κατεδιώχθησαν ὑπὸ τῆς Ἥρας, καὶ ἐν γένει πᾶσαι αἱ περιπέτειαι τῆς ζωῆς αὐτῶν συνταυτίζονται, βραδύτερον δὲ ἐχωρίσθησαν εἰς τρεῖς ἰδιαιτέρους θεοὺς.
Σεμίραμις=Περιστερά όρειος Ελληνιστί (Ησύχιος)
Σεμπέπι=Εξ αιτίας.
Σεμπρεύω= Συνεταιρίζομαι, συνεργάζομαι, συγγενεύω. Ο σεμπριός= βοηθός, συνεταίρος, σεμπριά=συνεταιρισμός, συμπεθεριό. Η σημασία και η έννοια του όρου αυτού απαντάται κατά τον μεσαίωνα στις γεωργικές κυρίως σχέσεις και παραμένει τέτοια μέχρι σήμερα.
Σεντούκι=Μεγάλο κα μακρύ κιβώτιο εγχάρακτο καλλιτερχνικής αξίας κατασκευάζετο ως προικώο.
Σέντρα=Η όρεξις, το ενδιαφέρον.
Σεπέτα=Μεγάλα καλάθια χρησιμοποιούμενα τον καιρό του τρύγου.
ΣΕΡ=(σFερ σειρά, όρμος Ομηρ.), ορμαθιασμένος, στερεά συνδεδεμένος
Σερ(σFερ)=Σειρά, όρμος
Σέρβια=Κοζάνης, όνομα πόλεως της Δ.Μακεδονίας
Σερβία=όν. τέως βασιλείου της Βαλκανικής (από του 1918) μία των τριών χωρών της Νοτιοσλαυίας (ΠρωϊαςΛεξ.)
Σερβιάνα=χωρίον Ιωαννίνων-Καστανοχώρια
Σέρβω= Η όμορφη.
Σεργιανίζω=Περιδιαβάζω, κάνω περίπατο.Σεργιάνω=για τη γυναίκα που σεργιανίζει
Σερέτης=Στρεψόδικος,ψεύτης, άδικος.
Σερ(ι)κό=Το άρρεν, έτεκεν άρρεν=έκαμε σερκό (σερνικό)
Σέριφος=Το χρυσοφόρο νησί του Αιγαίου.
Σερμεγιές=Το κεφάλαιο,πρώτη ύλη.
Σέρραι=Πόλις της Μακεδονίας. Σέρρα ποταμός παρά τα Πλάτανα (βλέπε Πλατάνιος ποταμός).
Σέρρα-σέρα=Χορός Ποντίων(αρχαίος πυρρίχιος, θεωρείται ένας από τους πιο φημισμένους χορούς του κόσμου, κοντά στις πηγές του ποταμού Σέρρα ήταν το φημισμένο φρούριο του “Ήλ’ ο κάστρος” που υμνήθηκε από ελληνικές και τουρκικές παραδόσεις και από δημοτικά τραγούδια για τον ηρωϊσμό και τη γενναία αντίσταση των υπερασπιστών του.
Σέρρειον –Σέρριον=Ακρωτήριον ή όρος της Θράκης επί του Αιγαίου Πελάγους απέναντι της Σαμοθράκης τανύν Κάβο –Μακρύ.
Σέρω= Σύρω (Ήπειρο).
Σεστάδος=Σωστός, σωστέος, Σως=τέλειος.
Σεφέρι=Η ξενητειά. Ταξίδεμα, εκστρατεία.
Σέφκολα=Τα φαγώσιμα σιέσκλα του κήπου.
Σηκύλαι= Αἱ ταμίαι παιδίσκαι, κατὰ τὸν Ἡσύχιον.
Σηλυβρία-Σηλυ(μ)βρία=(σηλυ-βρια),πόλις Ανατολικής Ρωμυλίας (Θράκης) κειμένη στα παράλια της Προποντίδος με λιμένα
Σήλια=μικρά πιθάρια
Σήμα-σημείο= Ο τάφος, ο τύμβος.
Σήμα =Ταυτόσημη με τον τάφο, διότι οι τάφοι των αρχαίων είχαν από πάνω ένα μικρό ύψωμα. Από κει αποκαλούνταν τύμβοι, οι λεγόμενες τούμπες, τα υψηλότερα μέρη τα έλεγαν τούβους, Τούβοι λάκκοι=κούφια λόγια.
Σημαλεὺς= ὁ Ζεὺς καὶ Ὕης καὶ Ὄμβριος.
Σημάδεμα, σημαδεύω=κοκέβω, βάζω σημάδι.
Σημάδι= Σημείο, ίχνος,στόχος, απόδειξις.
Σημαία= Το ψηλό το υπερκείμενο του εδάφους.
Σήμαντρο=Σιδερένιο έλασμα χρησιμοποιούμενο κατά την Τουρκοκρατία αντί της καμπάνας της εκκλησίας διότι οι Τούρκοι απηγόρευον τις κωδωνοκρουσίες.
Σημειγιωμένος=Ο Σημαδεμένος, αυτός που έχει κάποιο σημάδι εκ γενετής ή επίκτητο.Λαογρ. ”Ρώτ’ σαν το Χριστό:πως θα ξέρωμ’ εμείς τον κακό τον άνθρωπο για να φυλαγώμεστε;κι αυτός τους είπε:Εγώ θα τον σημαδέψω, θα του βάλλω κάποιο σημάδι που θα το γλέπετε για να φυλάγεστε” (Σ.Στούπη Πωγώνι)
Σηπία=Η σουπιά που όταν αλιεύεται, θολώνει το νερό εκχέοντας ένα υγρό, είδος μελανιού. Συγγεν.Ρήμα σήπω, τοπων. Σαππών Δράμας με πλούσια ορυκτά.
Σήτα=Αρχ. κόσκινο Σήθω= κοσκινίζω.
Σθενέβοια =Θυγάτηρ τοῦ Ἰοβάτου ἤ Ἀμφιάνακτος βασιλέως τῆς Λυκίας, γυνὴ τοῦ Προίτου βασιλέως τοῦ Ἄργους, ἤ Κορίνθου, ἡ ἐρασθεῖσα τοῦ Βελλερεφόντου, ὅστις καὶ Σθενέβιος ἐλέγετο. Τὴν Σθενέβοιαν ταύτην ὁ Ὅμηρος καλεῖ Ἄντειαν. Ἀλλ' ἡ Λυκία, ὁ Βελλερεφόντης καὶ ἡ Ἄντεια ἔχουσιν ἄμεσον ἀναφορὰν πρὸς τὰς Νήσους ἡμῶν, τῶν ἄντρων.

*Σι,Σου, Σω, Σουλ,Σελ= Εις την πρωτοελληνική σημαίνει ύδωρ, αναβρύον εκ της πέτρας.

*Σια=Προφορά βαριά Cha αυτήν διατηρούν οι Γάλλοι εκ της Ηπειρωτικής ομιλίας.Πρώτη Ελλάς αποδεδειγμένα υπήρξε η Ήπειρος.

*Σι-τσι=Ύδωρ
Σιάδες=(ch)Θυσίαι υπό των Λακώνων με νερό , μέλι, και οίνο.
Σιάδι=(ch) σσιάδι κάτω, κατάχαμα. Ίσια πέρα. Πάτωμα σπιτιού.
Σιαδαράκι=μικρή ομαλή επίπεδη έκτασις.
Σιαγιάκι=Μάλλινος άσπρος χοντρός επενδύτης, βασικό εξάρτημα της γυναικείας ενδυμασίας.
Σιαϊνης-σαϊνης=Ρωμαλαίος, ευκίνητος σαν το γεράκι.
Σιαγκαλίζω=(ch)Κουτσομπολεύω, ανακατώνω.
Σιαγκαμπένα=Εσώρουχο, κυτίως μάλλινο από σαμαροσκούτι εγχώριο.
Σιακάς=(ch)Αστειότης, χαριεντισμός.
Σιακάτω, Σιαπάνω, Σιαπέρα=Προς τα κάτω, απάνω, πέρα ίσια κατα νοητή κατεύθυνσι.
Σιάλιαγκος=(ch) Ο σαλίγκαρος, ο κοχλίας, Γκολιοσιάλιαγκος,ο γυμνός κοχλίας.
Σιαμαντούρα=(ch)Ο χαρταετός.
Σιαπέρατος=(ch)Ο αφελής,καλοκαγαθος.
Σιαϊτάνης=(ch)Ο σατανάς (φρ. Πίσω μ’ σ’έχω σιαϊτάνη).
Σιαφαρίζω=(ch)Καθαρίζω, δαπανώ, διασκορπίζω ασώτως περιουσία.
Σιαφρανίζω=Κιτρινίζω ελαφρώς, ωρισμένα ασπρόρουχα με σιαφράνι=ζαφορά, το φυτό κρόκος και η χρωστική ουσία απ’ αυτό.Σ(ι)οφράν= ο κρόκος.
Σιάψαλο=Κείνος που το σώμα του έχει μαζευτεί, και ρικνώσει λόγω γήρατος.
Σιαψάκι=Ο κοντόσωμος.
Σιάχνω-σάζω-ισάζω(αρχ.)=Ισιώνω, τακτοποιώ, συγυρίζω.
Σιαχουλεύω= Χωρατεύω, αστειεύομαι.
Σιγγίδουνον=παλαιότερο όνομα του Βελιγραδίου (Λιακόπουλος)
Σιγή(σFιγή) = Η σιωπή
Σιδάρι=Κερκύρας τοπων. Σιδάριος=χαλκούς, Σιδηρού Μακεδονίας
Σίδαι=χωρίον Βοιωτίας
Σίδη=πόλις Λακωνίας, πόλις Παμφυλίας
Σ(ι)οφράν= ο κρόκος.
ΣκαιF αί πύλαι=Πύλαι της Ιλίου.
ΣκαF όν=Η αριστερά χείρ.
Σκιάθος=νησί των Βόρειων Σποράδων το ιστορικό όνομα είναι από το Σκιά-θος =πολύ. Όπως όλα τα νησάκια του Αιγαίου πελάγους ήταν αρχικά κορυφές βουνών σε μιά όμορφη κοιλάδα λεγόμενη “Αιγαιϊς”. Δεν γνωρίζουμε το προϊστορικό του όνομα πριν από τον κατακλισμό.
Σ(chί)δηκα, Σ(chί)δης= Λεγόταν τα ντόπια γυναικεία φορέματα του Πωγωνίου παλαιότερα και ο τεχνίτης τους ο ράφτης “σίδης”.Παράλληλα τα Δεροπολίτικα ρούχα ήταν κοντήτερα από τα Πωγωνήσια τα οποία ήταν μακρύτερα ελέγοντο “κολοβά” κι ο τεχνίτης τους “Κολοβός” που σώζεται το παρεπώνυμο.
Σιγείον= Ακρωτήριον της Τρωϊκής χώρας κείμενον αρκτικώς των εκβολών του Σκαμάνδρου ποταμού επί του Αιγαίου πελάγους (Αιγαίο αρχικά ελέγετο το Ιόνιο υπάρχει και Αιγαίος ποταμός και η πόλις της Κερκύρας Αιγαί.) τον οποίον οι μεν θεοί εκάλουν Ξάνθον, οι δε θνητοί Σκάμανδρον όστις πηγάζει επί του όρου της Ίδης και ενούμενος με τον Σιμόεντα εκβάλλει εις την θάλασσαν. Επίσης υπήρχε πόλις Σιγείον με λιμένα επί του Σιγείου ακρωτηρίου έχουσα εν φρούριον Αχίλλειον καλούμενον, πλησίον του οποίου έκειτο το σήμα του Αχιλλέως τανύν Ιενισχέ, (Ηρόδοτος) μας πληροφορεί ο Νικ. Λορέντης. Όμως Τροία –Ίλιον αποδεδειγμένα είναι στη Θεσπρωτία.
Σίβυλλαι Σ(υβ)ελλαὶ= Σίβυλαι-Σίπελαι, αἱ ἱέρειαι καὶ προφήτιδες τοῦ
Βὴλ-Σαμᾶ, τοῦ Ἔλ-Διονύσου, τοῦ ἀρχικοῦ θεοῦ τῆς Δωδώνης, τοῦ ὑψίστου θεοῦ· ὡς οἱ Ἑλλοὶ καὶ οἱ Ἕλληνες, οὕτω καὶ Πέλειαι καὶ Σύβυλαι εἶναι λέξεις ἀδελφαὶ.

Σιδάρι=Τοπωνύμιον Κερκύρας από το σίδηρο και τα μεταλλεία που υπήρχαν πλησίον Κασσιώπης. Σίδερη=Χωριό Θεσπρωτίας με ερείπια αρχαίας φρυκτωρίας (πυρκαϊά, πυρσεία, καύσις Ησύχιος). Σιδηροχώρι, Σιδηρόκαστρο = Μεσσηνίας,Σιδηρόκαστρο=Δράμας Μακεδονίας
Σιδάριος =Κατὰ τὸν Ἡσύχιον, ὁ χαλκεὺς, τέμενος, Θέμις, ἥ «τεκεν ρας τς χρυσς».
Σιδεροστιά=Η πυροστιά,πυροστάτης.
Σίδηῥοδιὰ =Ροδιά, διὰ τὸ ἐρυθρὸν αυτής χρῶμα τοῦ καρποῦ της μετά του σιδήρου. Παράγωγες λέξεις σίδιον, σιδιωτόν, σιδοειδής, σιδονία. Σιδηροπορδήσαι (βλ.λ.πορ)
Σίδη-Σίδα-Σίντζα=Πόλις αρχαία και λιμήν της Λακωνίας. Πόλις της Παμφηλίας στην μικρά Ασία. Πόλις της επαρχίας του Πόντου κληθείσα αργότερον Πολεμώνιον υπό του βασιλέως Πολέμωνος.
Σιδήρω=Έβρου Θράκης πολλά μέταλλα
Σιδόν= Λευκό έλαιον κατά τον Ησύχιο.
Σιδούντα=Τόπος πλήρης υδάτων στη Λέσβο.
Σιδουντιάς=Κώμη της Κορινθίας
Σιδούς=Τόπος πλήρης υδάτων στην Κόρινθο.
Σιέ=Θεέ (seigneur Γαλλικά)
Σιεγκούνι(ch)=Εξωμίς,χωρίς χειρίδια.
Σιεπετούνα=(ch)Προφορά ο κορμός του σταφυλιού χωρίς τις ρώγες.
Σιέπω=Κύπρος σκέπω=σκεπάζω, προστατεύω.
Σιερμπετώνω=(ch)Υδροχρωματίζω, ασβεστώνω.
Σιερμπέτι=(ch)Το ξυνόγαλο. Γλυκό πιοτό.
Σιερφελές=(ch)Ο ανυπόληπτος,πολυλογάς, άσημος.
Σιθωνία=Όνομα της μεσαίας εκ των τριών χερσονήσων που απολήγει προς Ν η Χαλκιδική. (Νικ.Λωρέντης) Θεσσαλία (Ησύχιος)
Σικάνη=πόλις Ιβηρίας (Στεφ.Βυζάντιος)
Σικανία=η περίχωρος Ακραγαντίνων. ποταμός Σικανός ως φησίν Απολλόδωρος
Σικελία=Η αρχική Σικελία συναντάται ως τοπωνύμιο εις τας νήσους Παξών-Φαιακίας.
Σικελία=χώρα Θράκης λέγει ο Ησύχιος (δηλαδή Ήπειρος). Προϊστορικά, παρατηρεί κανείς ότι συχνά βρίσκουμε ίδια τοπωνύμια στο χώρο της σημερινής Ηπείρου, Φαιακίας, Παξών και Σικελίας, έτσι μπορούμε να φανταστούμε όταν, -δικαίως λέγουν ότι η καταβύθησι της Ατλαντίδος ήταν στο χώρο αυτό- κοιτάζοντας το χάρτη σήμερα, βλέπουμε ναι μεν πόσο μακριά βρίσκεται η Σικελία από την Κέρκυρα και τους Παξούς. Αλλά και πόσο οι ανακατάξεις της γης μπορούν ν’ αλλάξουν το χάρτη. Επίσης στη Βόρεια Κέρκυρα με τα παράξενα σπήλαια και περίεργους βράχους, που όλο και τα τρώει η θάλασσα, απέναντι είναι τα διαπόντια νησιά “Ερείκουσα, Οθωνοί, Μαθράκι” δεν είναι τυχαίο όταν τα μεγάλα ρεύματα εμποδίζουν τους κατοίκους να επικοινωνούν με Κέρκυρα για εβδομάδες. Επίσης Φαιακία Θεσπρωτία ήταν ένας ενιαίος εδαφικός χώρος μαζί με τους Παξούς που η Προϊστορία λέει ότι για χιλιάδες χρόνια οι Παξοί όνομα στον πληθυντικό (έχουν καταγραφεί πολλά ονόματα των Παξών) είχαν αναπτύξει περίπου 30 χιλ. χρόνια μεγάλο πολιτισμό. Κατά τους μελετητάς όλος ο Ομηρικός κόσμος διαδραματίζεται σ’ αυτό το χώρο.
Ο Νικ. Λωρέντης γράφει για τη Σικελία νήσος μεγάλη και επίσημος της Μεσογείου θαλάσσης απέναντι των μεσημβρινών παραλίων της Ιταλίας, από της οποίας χωρίζεται δια του Σικελικού πορθμού, έχοντος κατά Στραβ. ς΄εξι σταδίων πλάτος, κατά δε Πλιν. 3, 14. χιλίων Ρωμαϊκών βημάτων, όλης της νήσου ταύτης ο περίπλους υπήρχε κατά Στραβ. Εξ Εφόρου, πέντε ημερονυκτίων, ήτις εκαλείτο αρχαιόθεν Τριακρία, Θρινακίη και Σικανίη.Ομ.Οδ. Ω, 307. Ως αρχαιότατοι κάτοικοι αυτοίς αναφέροντο οι Κύκλωπες και οι Λαιστρυγόνες, παρ’ Ομηρ. Οδ. εφεξής οι Σικανοί, ελθόντες εκ της Ιβηρίας (Ήπειρος) και ζώντες κατ’ αρχάς βίον άγριον και εσπαρμένοι καθ’ όλην την νήσον, οι Σικελοί μεταβάντες εις αυτήν εκ της Ιταλίας περί το 1200 έτος π.Χ. από των οποίων ωνομάσθη έκτοτε όλη νήσος αύτη Σικελία. (σημ. Μ.Σ.πάντα θα πρέπει να θυμώμαστε τις ανακατατάξεις της γης, σεισμούς καταποντισμούς, που χιλιάδες χρόνια πριν ο χάρτης της γης δεν ήταν αυτός που είναι σήμερα.) Αι επισημότεραι των εν Σικελία Ελλην. πόλεων ήταν αι Συρακούσαι η Μεσσήνη, η Γέλα, ο Ακράγας η Ύβλα, η Καμαρίνα και άλλαι
Σικελία-Σικανία=Η Σικελία ελέγετο παλαιότερα Σικανία, ως Χώρα Θράκης, αρχικά η Ήπειρος ελέγετο και Θράκη εκ του χρώματος των ανθρώπων της θρακιάς. Ο Ορφέας ελέγετο Θραξ και εγεννήθη εις τη Λείβυθρα, μετά την είπαν Λιοπς νυν Ασπροκκλήσι ανάμεσα στους Φιλιάτες Θεσπρωτίας. Σικελία έστι και κατά την Πελοπόννησον γράφει ο Στέφ. Βυζάντιος
Σίκερα=Είδος αλκοολούχου ποτού παρά των αρχ. Εβραίων. Σούκερας=σύνηθες επώνυμον Παυλιάνας- Κερκύρας
Σίκινος= Υπήρχε και εις την Άνδρον. Σίκηνος νήσος περί την Κρήτη, ως Στράβων δεκάτη αύτη Οινόη πρότερον εκαλείτο (Στεφ.Βυζάντιος)
Σικλετίζομαι=Στενοχωρούμαι. Σικλέτι=στενοχώρια.
Σίκυνις= Χορός των Σατύρων.
Σικυοὶ καὶ Σικυὼν= Δὲον νὰ ἀναζητήσωμεν τὴν Κίρκην, τὴν πάνδημον ταύτην Ἀφροδίτην, ἥτις μετέτρεπε τοὺς πίπτοντας εἰς τὰ δίκτυα αὐτῆς εἰς χοίρους ἀποζωοῦσα αὐτοὺς.(Αθηναγόρας)
Σικυός=Ο σπερματίας ως εκ του σχήματος αυτού, παρά τοις αρχαίοις εδήλου το του ανδρός δι’ ό και η παροιμίαι:Τον σικυόν τρώγουσα γύναι την χλαίναν ύφαίνε.
Σικυών=Πρότερον Αιγιαλοί και Μηκώνη, μητρόπολις της Σικυωνίας χώρας Πελοποννήσου, παραθαλάσσίου και έχουσα λιμένα, ακρόπολι και μεγαλοπρεπείς οικοδομάς.εκλήθη και Μηκώνη και Τελχινία ο πολίτης Σικυώνιος και υποδήματα Σικυώνια (Στεφ.Βυζάντιος)
Σιλάχι=Δερμάτινος ζωστήρας που συγκρατεί μαχαίρια, πιστόλια κ.α.
Σιλ (ωαμ)= Σημαίνει ύδατα, πηγήν ή χείμαρρον, αλλ’ όχι ορμητικόν, αλλ’ ήρεμον και ήσύχιον.
Σιλά =Ονομάζουν οι Κινέζοι την Ελλάδα και Σιλαρέν τους Έλληνες,δηλαδή Σελλούς, Ηπειρώτες που έφθασαν στην Κίνα. Στην κεντρική Αμερική υπάρχουν τουλάχιστον εξήντα φυλές, ζωντανά ιστορικά μνημεία. Στη φυλή των Τσάμας,(βλέπε Σαμάνος) ο αρχιερέας απoκαλείται: Odysseas Iliuicamina. Ο Κομφούκιος γράφει:τι ο πρόγονοι ατν λθον κ τν βορείων βορειοδυτικν μερν· οτοι δ, σαν ο λληνες ο τολμηρο κενοι πλοηγο, «ο ναυσίκλυτοι», ο φθάσαντες πρ χιλιάδων τν, πολ πρ τς στορικς ποχς, ες τ πέρατα το κόσμου”.
Ἰνδοὶ, Σίναι, Φοίνικες, Αἰγύπτιοι, Βαβυλώνιοι, Ἐτρούσκοι, Σουμέριοι καὶ λοιποὶ λαοὶ τῆς ἀρχαιότητος, τὸ πᾶν ἔλαβον ἐκ τῶν Ἑλλήνων, ἀλλὰ ἐν τῇ διαρροῇ τῶν αἰώνων, ἰδιοποιηθέντες τὰ τῶν Ἑλλήνων, παρουσιάσθησαν ὡς οἱ ἐκπολιτισταὶ τῆς Ἑλλάδος. Εὐτυχῶς ἔχομεν τὸν Ὅμηρον να μας υπενθυμίζει την προϊστορία μας.
Σίλαρις=Ποταμός της Ν.Ιταλίας.
Σίλκα=Ποταμός της Σιβηρίας.
Σιλίρα=Είδος γαλακτερού παρασκευάσματος.
Σιλ-ωάμ= Ύδατα.Εκ του Σιλ, του λ εναλλασομένου τω ρ ή Σηρ, Σύρηγξ,ή Σύριγξ και αμ ή αχ, σημαίνει βράχον κοίλον και σηράγγιον βαλανείον, υπόγειον δίοδον, υπόνομον, αγωγόν ύδατος αποστάζοντος εν τη Δεξαμενή-Κολυμβήθρα.
Σιληνίαι=της Σαλαμίνος πλησίον του λεγομένου Τροπαίου (Ησυχ.)
Σιλήνια=Χωρίον της αμπελοφόρου Σαλαμίνος, κατά τον Αισχύλο εν Πέρσαις.
Σιληπορδείν Ησύχ.=Σιληπορδώ-Τσιληπουρδώ, φέρομαι αναιδώς.
Σιλίστρια=Όνομα πόλεως της Ρουμανίας επι του Δουνάβεως
Σιμίκιον=έγχορδο όργανο με 35 χορδές (Σόλων Μιχαηλίδης)
Σιμόεις και Σιμόεντι =Ποταμός της ομηρικής Τροίας στη Θεσπρωτία.
Σιμός=τυφλός
Σιμούργκημα=Το μούχρωμα, σουρούπωμα
Σιν= την σεμνήν. “ββων με δύο βήτα για την ίδια λέξη Σιν, συναντάμε στο λεξικό του Ησύχιου, πιθανόν να έχει σχέση με την προσωδιακή προφορά. Με ένα βήτα “βων”=βουν. όπλον.
Σίνα –Κίνα
Σίνα= Σημαίνει μέλαινα, Αιθιόπη, όνομα της Λέσβου. Αμεσον σχέσιν έχει προς την ονομασίαν άλλης πόλεως κειμένης επί της Ηπείρου κατά τα νοτιότερα ακρωτήρια της Λέσβου, Κάνης λεγομένης.
Σίνα=Καὶ Σοῦνα ἀκρωτήριον τῆς Δυτικῆς Μ. Ἀσίας εἰς τὸ στενὸν τῆς Μυτιλήνης. Ἀσφαλῶς καὶ ἡ λέξις αὕτη σημαίνει ὅ,τι καὶ πᾶσαι αἱ συνάδελφοι αὐτῆς ὀνομασίαι τῶν πόλεων τῆς Λέσβου, τὴν μέλαιναν, Αἰθιόπην δηλονότι, καὶ θεωροῦμεν αὐτὴν οὐχὶ ἄσχετον πρὸς τοὺς Σίντιες, τοὺς ἀρχαίους Πελασγοὺς κατοίκους τῆς Λήμνου τοὺς περισυλλέξαντας τὸν Ἥφαιστο ἐκσφενδονισθέντα ὑπὸ τοῦ Διὸς ἐκ τοῦ Ὀλύμπου. Σούνιον τὴν νοτιωτάτην ἄκραν τῆς Ἀττικῆς. Σίνα- πόλις της κεντρικής Ασίας Σινδοῦντα τῆς Κορίνθου. Σίνδαν τῆς Πισιδίας, καὶ δὴ τοὺς Σινδοὺς SindHindus Ἰνδούς, τοὺς μελαινούς, τοὺς μέλανας κατὰ τὸν Εὐστάθιον· καὶ αὐτοὺς ἔτι τοὺς Σίνας, τοὺς Θίνας, κατὰ τὸν Πτολεμαῖον, τοὺς οἰκοῦντας τὴν Κίναν.(Αθηναγόρας)
Σινάϊα=Όνομα πόλεως της Ρουμανίας επι των Καρπαθίων.
Σίνδοι=έθνος Ινδικόν
Σινιές=Χωρίον Β.Κερκύρας, Σίνις, Σινόη, Σινόεσσα, σινίον=κόσκινο.
Σινίτσι = Ηπείρου Συνιές, Συναράδες Κέρκυρα
Σινόεις =Επίθετον του Πανός κληθέντος ούτως από της τροφού αυτού Σινόης, υπό το οποίον είχε αυτός ένα άγαλμα πλησίον της Μεγαλοπόλεως εν Αρκαδία.
Σιντίλα=Η Γύρος περιστροφή, περιπλάνησις.
Σιοντόρια=το (ch)Τεμάχιο, θραύσμα, κομμάτι.Σοντοριασμένος, κομματιασμένος.Σιοντόρω=η περιφροντικώς.Σιοντόρια=οι κακές ειδήσεις.
Σιοποτούρα=Βροχηδόν. “Σιοποτούρα τα δάκρυα”=Βροχηδόν τα δάκρυα.
Σιορ=Θεός (Λάκωνες).σιορ-σιόρα σημαίνει κυρ-κυρά στην κερκυρ. διάλεκτο εξ ου και κύριος- κυρία.
Σιος (CHιοςCH) χωρέσ’= Ο Θεός να συγχωρήσει. Συνηθισμένη ευχή σε πένθη.
Σιοτούρα-ρω=Η φλύαρη που στα λεγόμενά της δεν δίνεται προσοχή.
Σιουγκάρι=(ch) Το βυζαχτάρικο γιδο-πρόβατο. Το μικρότερο παιδί των γονέων το στερνογένι.
Σιούγκραβος=(ch) Ψιλό χαλάζι, χαλαζόνερο.
Σιούκλος ή Σιούσκλος,σίσκλος=Αλλοτε χάλκινο μέτρο κρασιού. Δοχείο που προσδένεται σχοινί ή αλυσσίδα και αντλείται νερό από πηγάδια ή στέρνες.
Σιούκω=Σιούκω απ’ αύτου= Σήκω απ’ αυτού.
Σιουμαλίζω=(ch) Κάνω ελαφρό ψίθυρο, θρόϊσμα.Σιούμαλα=τα μικρά κλαδιά και φύλλα ξερά μαζί που πατώντας ή ανακατεύοντάς τα κάνουν ένα ελαφρό ιδιόρυθμο θρόϊσμα=σιουμαλίζουν.
Σιουμαλιάζω=Η πρώτη τριχοφυϊα των απόκρυφων μερών. Σιουμαλάτος.
Σιουμουγκαϊζομαι=Κινούμαι βραδέως, κάνω κάτι χωρίς όρεξι και τεμπελίστικα.
Σιουμπέκια=Καρύδια καθαρισμένα αρμαθιασμένα και μουστωμένα.(Ηπειρο)
Σιούμπασης=Ο ενοικιαστής του φόρου γεώμορο.
Σιουμπεγές=Υποψία, υπόνοια.
Σιούπτσιανα=τα. Οι καρποί του αγρίου θάμνου σιουμπτσιανιά.
Σιουρίζω=Σφυρίζω. Σιούρισμα και σιουριματιά, θεωρείται κακό να σφυρίζει κανείς βραδυνές ώρες στο σπίτι.
Σιουσιαλιάζω=Παραγεμίζω.
Σιούσιαλο πολύ άφθονο,σιουσιουλάω=περπατώ και σιουράϊ ο τόπος. Σιουσιούλιασαν οι φίλοι στο κατώφλι.
Σιουσιουμανωτός ψηλός το ανάστημα, ευθυτενής και ευτραφής μάλλον νέος.
Σιούτιστα= Χωρίον Ηπείρου, Σιάτιστα Μακεδονία.
Σιούτος=Ο χωρίς κέρατα τράγος, γίδα. Ο πάσχων από ανικανότητα άνδρας.
Σιούψαλο=Γηρασμένο, ρικνωμένο. “Γίνηκες σιούψαλο”=γέρασες.
Σιμπράγκαλα=Τα απαραίτητα για μιά εργασία εργαλεία. Οι όρχεις μεταφραστικά.
Σινάφι=Το συναφές, άτομα του αυτού επαγγέλματος.
Σινί=Είδος χάλκινου ταψιού με επίπεδη επιφάνεια και μικρό χείλος ολόγυρα (κόθρος) που ψένονται οι πίτες. Τα μεγάλα σινιά έφεραν και εγχάρακτα σχέδια, χρησίμευαν για το τραπέζι, όταν δεν βολεύονταν με τον σοφρά.
Σινιές= Χωρίον Κερκύρας, Σίνα όρος, Σίναι έθνος της Ασίας κατοικούν στη μεσημβρινή (Κ)ίνα και άλλα παράγωγα.
Σίντα=Όταν (σύνδεσμος).
Σιντική=όνομα αρχαίας χώρας περί τον Στρυμόνα, και σημερινής επαρχίας της Μακεδονίας (πρώην Σιδηροκάστρου) Σίντιες και Σιντοί ο λαός της Θράκης(Πρωΐας)
Σιοκόρος=Νεωκόρος,θεοκόρος,θεραπευτής θεών.(Ησύχ.)
Σίσκλος = Χάλκινο σκεύος για νερό, ο κουβάς
Σίστι=Στενή λόγχη θηκιασμένη μέσα σε μπαστούνι.
Σισύφειος θάλασσα= Υιός του Αιόλου και σύζυγος της Μερόπης
Σίσυφος, Αἴολος, Γλαῦκος, Προῖτος, Βελλεροφόντης, Ἄντεια, εἶναι ὀνόματα ἀναφερόμενα εἰς τὰς Νήσους των Παξών.
Σίσυφος= Υἱὸς τοῦ Αἰόλου καὶ σύζυγος τῆς Μερόπης. Μερόπη ἡ Κῶ, Κῶς δὲ οἱ Παξοὶ. Οἱ Παξοὶ, αἱ Νῆσοι τῶν ἄντρων καὶ κοιλωμάτων, διότι κόοι =τὰ χάσματα, τὰ κοιλώματα τῆς γῆς.
Σίτα= Είδος κόσκινου λεπτού χρησιμοποιούμενο στο λεπτοκοσκίνισμα του αλεύρου.
Σίφερα=Χρήσιμα πράγματα οικιακής ανάγκης.
Σιφός ή σιφλός= Ο κοίλος τόπος, ο κούφιος.
Σιφνός= Ο κενός, τόπος κοίλος.
Σίφνος =Η νήσος των λατομείων.
Σίφη= Τόπος της Βοιωτίας, εκαλείτο και Εύτρητος
Σίφλογο=Ζέστη πολύ.Σίφος και Σκίφος =συγγενή και σκίπων η ράβδος, σχετίζεται με τους κοίλους βράχους, πάντα σχετικά προς βραχώδη και αντρώδη μέρη.
Σκαγερράκη=πορθμός, ο πορθμός μεταξύ των Β ακτών της Ιουτλάντης και των Ν της Σκανδιναυϊκής (Πρωΐας)
Σκαιαὶ πύλαι =Τοῦ Ἰλίου καὶ Σκιρὰς ἡ Σαλαμὶς.
Σκαία= Η θυγάτηρ τοῦ Δαναοῦ καὶ γυνὴ τοῦ Ἀρχάνδρου.
ΣκαιFαι = πύλαι-πύλη της Ιλίου προς το μέρος του ελλην. Στρατοπέδου, εκ του ενταύθα πύρ-γου εθεάτο τις πάσαν την πεδιάδα (Όμηρος)
Σκαιβόαι= Φυλή Θρακικὴ καὶ Σκιρμάδες ἑτέρα φυλὴ καὶ τέλος ὁ ποταμὸς Ὀσκίος τοῦ Θουκυδίδου ἤ Σκίας.
Σκαιοί=Έθνος Θράκεων και αμαθείς και απαίδευτοι. Σκαιός=απαίδευτος απάνθρωπος, τραχύς, σκληρός κλπ.(Ησύχιος)
Σκαιὸν =τεῖχος καὶ Σκαιοὶ Θρᾷκες και Σκαιός του Στράβωνος. Σκάλα=Παλαιά τοπονύμια μ’ αυτή τη λέξη βρίσκονται κοντά σε σπήλαια. Σκάλα Ζωριανού, Σκάλα Φιλιατών, Σκάλα αρχαία Σάμη Κεφαλληνίας.Σκάλα της Τζαβέλαινας (δίπλα οι πηγές του Αχέροντα). Κακιά Σκάλα. Νήσος Δολίχα, του Ιονικού πελάγους πλησίον του Ακρωτηρίου Σκάλα, νυν Κακάβα. Δουλιχιόδεν εις το Δουλίχιον, και Δουλιχιεύς, εως ο κάτοικος (Ομηρος).
Σκάλμη= Η μάχαιρα καὶ σκάλος, σκάμμα ὁ τάφρος, ὁ βόθρος τὸ λατομεῖον.
Σκαλοφρύδα=Μεγάλη μπολίτσα στον τοίχο της σκάλας όπου τοποθετούν τη βαρέλα του νερού.
Σκαμάνδρεια =Πόλις τῆς Τροίας.
Σκάμανδρος= Ο ποταμὸς καὶ ὁ Ξάνθος, ὁ υἱὸς τοῦ Ἔκτορος, ὁ καὶ Ἀστυάναξ.
Σκάμανδρος=ποταμός ός και Ξάνθος καλείται. Ο Θύαμις εκαλείτο από τον Όμηρο.
Σκαμιάς= Ακρωτήριον, Ποταμός της Λέσβου(;). Σκάμανδρος ο Όμηρος τον ονομάζει Ξάνθο, επιστεύετο ότι οι λουόμενες με το νερό αυτό χρωμάτιζον τα μαλλιά τους ξανθά χρησιμοποιούμενα για την εκτροφή κουκουλιών.από τη ρίζα (ΚΣ=Ξ) ΚΑΝ που δηλώνει το ερυθρόν.
Σκαμνιά= Η συκαμινέα, μουργιά και τα φύλλα της σκαμνόφυλλα.
Σκαμνί=Κάθισμα ξύλινο.Παλαιότερα μοναδικά καθίσματα ήταν τα σκαμνιά ψηλά ή κοντά για ένα ή δυό άτομα..
Σκάμνος=Λέσβιος συγγραφεύς.
Σκαμνέλι=Ἠπείρου.
Σκαμνάκι= Λακωνίας.
Σκαν=Σκαμ, Σκάνδειαι, σικάμ=συκάμινον σκανίτης γυψ ο πυρώδης
Σκάνδεια= λιμήν των Κυθήρων (Όμηρος). Είδος περικεφαλαίας (Ησύχιος)
Σκάνδεια=Πόλις με λιμένα της νήσου των Κυθήρων.
Σκάνδεια=έν μέρος της νυν μεσημβρινής Σου(ε)δίας (Νικ.Λορέντης) Σκάνδεια=Χωρίον ή πόλις και είδος περικεφαλαίας(Ησύχιος) Σήμερα είναι λιμένας της νήσου των Κυθήρων. Σκάνδεια εκαλείτο ένα μέρος της μεσημβρινής Σουηδίας το οποίον ο γεωγράφος καλεί μεγίστην και ανατολικωτάτην κατά τας εκβολάς του Ουϊστούλα ποταμού. Ο δε Πομπ. Μελ. περιγράφει την Σκάνδειαν άλλως Σκανδι-ναυϊαν λεγομένην ως μίαν μεγίστην και εφοροτάτην νήσον της Βαλτικής θαλάσσης κατοικουμένη υπό Τευτόνων(βλ.λέξη)((Νικ. Ορέντης)
Σκανδιναβία= Η χώρα τῶν σχισμάτων, μεταλλείων· τὸ δρέπανον· scrobis ὁ βόθρος, τὸ ὄρυγμα.
Σκανδάλη =Λήμνου.
Σκάνδαλον =Θεσπρωτίας.
Σκάνδαλα =Κῶ.
Σκαν, Σκαμ, Σκάνδειαι=Η ρίζα Καν δηλώνει το ερυθρόν. Σικάμ=συκάμινον σκανίτης δε γυψ ο πυρώδης.Σκαμιάς ταυτίζεται προς την Αιθιοπίαν.
Σκανιάζομαι= Χολοσκάω
Σκανιάζω=Στενοχωρώ, λυπώ.
Σκάνιο κερκ. = Σκα(μ)νί, κάθισμα.
Σκάπτω καὶ κάπτω καὶ καθ’ ἑξῆς.
Σκαπανεὺς =Ο σκαφεὺς.
Σκαπετώ= Τρέχω, χάνομαι, γέρνω, δύω, γλυτώνω, ξεφεύγω.
Σκάπουλος= Ρωμαῖος τοκογλύφος
Σκάπτης= Ρωμαῖος τοκιστὴς καὶ σχίζα τὸ ὄρυγμα.
Σκάρα - σχάρα - ἐσχάρα = Οἱ Κάβειροι «δαίμονες σχαρινος»· καὶ οἱ Κουρῆτες Σκιρτίται λέγονται· ὡς καὶ ὁ Βάκχος. Ὁ Ὀρφεὺς καὶ τὰς Νηρηΐδας Σκιρτητὰς λέγει. Καὶ τὸ μεταναστεύω τὴν αὐτὴν καὶ πλησιεστέραν ἔννοιαν ἔχει· μετ-μεδ εἶναι τὸ μέταλλον, τὸ «μάδι», ἡ σχάρα. Ἐσχάρα - ἐσχαρὶς ἡ ἀρούλα. Ἡ Ἐσχάρα λέγεται καὶ κατζίον· ὡς ὀνομάζομεν καὶ σήμερον τὸ θυμιατήριον τὸ ἐν χρήσει, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ κατὰ τὴν Μεγάλην Ἑβδομάδα. Ἐσχάριον κατὰ τὸν Ἡσύχιον τὸ κοῖλον θυμιατήριον, ἡ λέξις κατζὶ παρεφθαρμένη ἔχει τὴν ἀρχήν της εἰς τὴν ρίζαν καδ, ἐξ ἧς καὶ ὁ Κάδμος, ὁ κυρίως ἐκπρόσωπος τοῦ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου· κατζὶ λέγεται τὸ θυμιατήριο ὡς ἐξ ἀργύρου κατασκευασμένον.
Σκάπετα= Σουλίου Θεσπρωτίας. Σκαπουλάω=Ταυτόσημο σχεδόν με το σκαπετώ και Σκαπουλάρω (Κέρκυρα).
Σκάπουλος= Εν Μεσολογγίω αλιεύς δικαιούμενος ν’ αλιεύη ελευθέρως σε ωρισμένας περιοχάς ανενοικιάστους της λιμνοθαλάσσης.
Σκαπουλάρισμα=Διαφυγή.
Σκαπτὴ ὕλη= Τῆς Θράκης ἔχουσα χρυσοῦ καὶ ἀργύρου μεταλλεῖα.
Σκάρδος= Λευκάδος.
Σκαριάζω=Στέκω-μαι με δυσκολία στα πόδια μου.Σκάριασε καλά την πόρτα=στερέωσέ την.Τα σκαριά=τα στηρίγματα.
Σκαρίκια= Είδησις, Συγχαρίκια από την είδηση.
Σκαρία= Η παιδιὰ, σκάφια τὰ ἰσχία. Σκαρίας πολύτιμος λίθος.
Σκάρκη=Τὰ ἀργύρια· Σκαρίνα =Τῆς χρυσοφόρου Κύπρου.
Σκαρκίνα - καρκῖνος =Εν τῇ μεταλλικῇ ἐννοίᾳ καὶ κάρχνη ἀργυρὶς. Σκαπάνη καὶ σκαφεῖον= Η δίκελλα, δ’ ἦς ἀνασκάπτονται τὰ μέταλλα καὶ Σκαιρός=Ο «αἰδιολέκτης» καὶ σκεῦος τὸ αἰδοῖον, σκύζα δὲ ὁ ὀργασμός, ἀσέλγεια
Σκάροι=πόλις Λυκίας ήταν και κρήνη ιερά “ού κατ’ ευχήν εμβάλλειν τινάς…” (Στέφ. Βυζάντιος)
Σκάρος= Παραδοσιακός ποιμενικός σκοπός Πωγωνίου-Ηπείρου, που παιζόταν όταν “σκάριζαν” (έβγαιναν για βοσκή).τα πρόβατα. Είναι ελεύθερου τύπου αυτοσχεδιασμός. Κινείται σε μη οριζόμενο ιδεατό πρότυπο, από το οποίο ξεπήδησαν οι άπειροι διαφορετικοί “σκάροι” ανακαλώντας τα άγραφα, άϋλα και ανείπωτα χαρακτηριστικά κάποιου απαράβατου αρχαιοελληνικού νόμου. Παιζόταν από το βοσκό με τη φλογέρα του, συνήθως τις βραδυνές ώρες, με θέμα πάντα το σκάρισμα των προβάτων, μεγάλης βουκολικής εκφράσεως με έντονα ψυχικά ερεθίσματα, εχάθη με το πέρασμα του χρόνου και την αλλαγή τρόπου ζωής των σημερινών βοσκών. Σκαρίζω= Βγάνω το κοπάδι στη βοσκή. Κατά τη νύχτα κυρίως, τότε ο βοσκός έπαιζε τη φλογέρα του.
Σκάρπα= Τῆς ἀρχαίας Ἰλλυρίδος. Επώνυμο Κερκύρας.
Σκάρτας=ταχύς (Ησύχιος) Σκάρτος=λειψός
Σκαρτσούνι = Κάλτσα Κερκυρ.
Σκάρυ= Θήρας.
Σκάρφεια= Σκάρφη Λοκρίδος. τόπος εν Λοκρίδι ουχί μακράν των Θερμοπυλών.(Όμηρος) Σκάρφη πόλις Λοκρίδος (Ησύχιος
Σκαρφίζομα=ή σκαφίζομαι αρχ, σκαριφώμαι, επινοώ, σχεδιάζω.
Σκαρφών =Εἴδος καμίνου μεταλλευτικῆς, κατὰ τὸν Ἡσύχιον. Σκεδ, σχεδ, σκεδάννυμι, σκίνδασθαι σχίζειν, διασκορπίζειν· Σκαρώνω=Αράζω κάπου.
Σκασμάδα=Η σχισμή.
Σκατόερος, Σκατόγρηα=Εσχατόγηρος, Εσχατόγρηα υβριστικά.
Σκατζιά = Ράφι
Σκάτολα, σκάτουλα Κερκ.= Σκάτουλα-Σακούλα, Κουτί ξύλινο, κυτίον- υποκοριστικό του κύτος, κιβώτιον.
Σκάφη=Αρχ.σκάφη, κοίλο ξύλινο συνήθως. Ζυμώνουν ψωμί ή πλένουν ρούχα.
Σκαφόνι= Βαρέλι ανοιχτό για το πάτημα των σταφυλιών.
Σκέμζα=Σκαπτὴ ὕλη, παρὰ τὸ Παγγαῖον μεταλλευτικὸς σταθμὸς καὶ συνοικισμὸς πλουσίων χρυσορρυχείων (Ἡροδ. Στ. 46, Θουκυδ. Α, 100) ὅπου ὁ Θουκυδίδης εἶχε πλούσια μεταλλεῖα·
Σκέπας=Σκέπη, υποδοχή. Θερμανθήναι.
Σκεπαστὴ ἤ Σκοπὸς. Ἐσκιζ δὲ βουνὰ τῆς Θράκης·
Σκέμπι-σκέμπια=Μεγάλος κρημνώδης βράχος.
Σκεμποκέφαλος= Ο ισχυρογνώμων.
Σκεπαστὸ= Σαμοθρᾴκης.
Σκεπαστὴ =Χαλκίδος.
Σκερπιῶνα=Φιλιατῶν Ἠπείρου. Σκυθία ἐν τῇ αὐτῇ ἐννοίᾳ, καθ’ ἥν καὶ τὰ ἐκ τοῦ κυθ – Σκιρός= Λατύπη, λίθου το αποπελέκημα
Σκέφρος=Υἱὸς τοῦ Ταϋγέτου ὅπου μεταλλεῖα σιδήρου.
Σκέφαρνος= Ο ἀμφίστομος πέλεκυς·
Σκηπία= Κεφαλληνίας.
Σκήπητον= Τὸ πτύον, κατὰ τὸν Ἡσύχιον, καὶ σκαπάνια ἡ βακτηρία. Σκήπτρον=Διὰ τὴν χρυσὴν αὐτού σύστασιν·
Σκῆψις= Περγάμου, τῆς χώρας τῶν Καβείρων.
Σκιὰ =Χωρίον της Αρκαδίας απέχον δεκατρία στάδια της Μεγαλοπόλεως (Παυσανίας), τοπωνύμιον Εὐβοίας.
Σκιάδα=Το ψάθινο καπέλλο.
Σκίζα-σκίζες=Σκισμένοι κορμοί δέντρων.
Σκιάζω=Εξωραΐζω.
Σκιάζομαι=Φοβάμαι.
Σκιαζούρης= Σκιαούρης (Κέρκυρ).Ο φοβιτσιάρης.
Σ(chί)δηκα, Σ(chί)δης= Λεγόταν τα ντόπια γυναικεία φορέματα του Πωγωνίου παλαιότερα και ο τεχνίτης τους ο ράφτης “σίδης”.Παράλληλα τα Δεροπολίτικα ρούχα ήταν κοντήτερα από τα Πωγωνήσια τα οποία ήταν μακρύτερα ελέγοντο “κολοβά” κι ο τεχνίτης τους “Κολοβός” που σώζεται το παρεπώνυμο.
ΣκαιF αί πύλαι=Πύλαι της Ιλίου.(Όμηρος)
ΣκαF όν=Η αριστερά χείρ.
Σκιάθος=νησί των Βόρειων Σποράδων το ιστορικό όνομα είναι από το Σκιά-θος =πολύ. Όπως όλα τα νησάκια του Αιγαίου πελάγους ήταν αρχικά κορυφές βουνών σε μιά όμορφη κοιλάδα λεγόμενη “Αιγαιϊς”. Δεν γνωρίζουμε το προϊστορικό του όνομα πριν από τον κατακλισμό.
Σκίαθον =Νῆσος του Αιγαίου πελάγους απέναντι ακρωτηρίου Σηπιάδος νομού Μαγνησίας. Σύνθετον ἐκ τῆς Σκι καὶ ἄθωςἄθον, ἄνθος, ἀνθηδῶν, εἶναι λέξεις ἀναφερόμεναι εἰς τὰ πολύτιμα μέταλλα.
Σκιάς=Ο κακούργος, φονιάς.
Σκιάχτρο=Το φόβητρο.
Σκίκκαβοςκίκαβος =Νόμισμα ἐν χρήσει ἐν τῷ Ἅδῃ.
Σκιόρμα=Το ανθρωπάριο γελοίο.Σκιλίδι ή σκλίδα=,Ένα μέρος από τα πολλά που απαρτίζουν το σκόρδο.
Σκιπετὸ =Πλαταριᾶς Ἠπείρου.
Σκίπη= Βουνὸς.
Σκιάποδες =Έθνος ἐν Αἰθιοπίᾳ.
Σκιράδιον καὶ Σκαμβωνίδες= Ἀττικῆς.
Σκίρατες= Οἱ κυβευταὶ κατὰ τὸν Ἡσύχιον·
Σκιραφώδης= Ο ἀπαταιὼν ἐν τῇ αὐτῇ ἐννοία τοῦ δόλιος.
Σκίρος=Πόλις μικρά της Παρασίας χώρας επί των συνόρων της Αρκαδίας και Λακωνίας κατοικία πλησίον Μαιναλέων και Παρρασίων. Σκιρωνίδες πέτραι από Σκίρωνος Σκίρον τόπος Αττικός Σκίρος = Τὸ δυσώνυμον μέρος τῆς πόλεως, τὸ τουρκιστὶ καλούμενον Κὶρκ-Χανὲς ὅπου ἐξαγοράζεται ἡ σὰρξ. (Στεφ.Βυζάντιος).
Σκόπελος=νήσος του Αιγαίου, Πεπάρυθος παλαιότερο όνομα, στους Βυζαντινούς χρόνους ήδη έχει αλλάξει το όνομα σε Σκόπελο.τα παλαιότερα λείψανα κατοίκησηςτοποθετούνται μέχρι σήμερα στην πρώϊμη και μέση φάση της Μυκηναϊκής περιόδου (16ος-14ος αι.π Χ) Αδάμ. Σαμψών.
Σκόρον –Σκίρα=χωρίον πλησίον των Αθηνών παρά τω λιμάνι του Φαληρέως, μ’ έναν ναόν της Αθηνάς κληθείσης απ’ αυτού Σκιράδος.
Σκιρῖται οἱ Ἀρκάδες.
Σκίρον =Τὸ πορνεῖον καὶ σκύτος ὁ δερμάτινος φαλὸς· ἀσκὸς ἐπίσης, σκιὰ ἡ λάμψη
Σκίρος =Μάντις ἐκ Δωδώνης ἱδρύσας τὸ ἐν Ἀττικῇ ἱερὸν τῆς Σκιράδος.
Σκιρτητὴς=Ο πάγχρυσος Διόνυσος - Βάκχος·
Σκιρτῶνες= Κατὰ τὸν Πτολεμαῖον οἱ Ἀλβανοὶ, οὕς ὁ Πλίνιος, Σκιρτάρους λέγει, (Βιβλ. Γ κεφ. 22), οἱ νῦν Σκυπετάροι, οἱ μεταλλουργοὶ -πιθανῶς. Ἴσχυς κατὰ τὴν μυθολογίαν υἱὸς τοῦ Ἐλάτου καὶ σύζυγος τῆς Κορωνίδης, μητρὸς τοῦ θεοῦ Ἀσκληπιοῦ. Τὸν Ἴσχυν καὶ τὴν Κορωνίδα κατεκεραύνωσε ὁ Ἀπόλλων. Ἴσχα καὶ νῆσος ἠφαιστιογενὴς ἐν Ἰταλίᾳ. Ἴσχενος, Γίγας συνεπῶς μεταλλευτὴς. (Αθηναγόρας)
Σκιρτώνιον =πόλις Αρκαδίας
Σκιρτωνία καὶ Σκιώνη= Μακεδονίας.
Σκίρων= Ο ἐπὶ τῶν ὀρέων τούτων ληστὴς, ὅν ἐφόνευσε ὁ Θησεὺς καὶ ἐν γένει πᾶσαι αἱ τῶν Μεγάρων τοπωνυμίαι καὶ ἡ ἀρχαιοτάτη ἱστορία αὐτῶν, ἡ ἀναφερομένη εἰς τὴν Ὁμηρικὴν καὶ Προομηρικὴν Μεγαρίδα, καὶ ἡ ἐν αὐτῇ παρουσία τοῦ Μίνωος, τοῦ Θησέως, τοῦ Αἰακοῦ, τοῦ Κιχρέως, ὅστις ἦν παράστασις τοῦ ὄφεως χρυσοῦ, μαρτυροῦσι τὴν χρυσοφαῆ ὑπόστασιν τῆς ὅλης περιφερείας ταύτης. Σκίσω, σκύσει, νύσσει, κατὰ τὸν Ἡσύχιον. Νύσος ἡ κατ’ ἐξοχὴν πατρὶς τοῦ χρυσοῦ Διονύσου·
Σκίφος= Ξίφος ἐν τῇ αὐτῇ ἐννοίᾳ.
Σκιώνη= Η νῦν Κασσάνδρα·
Σκλάβος=Ο αιχμάλωτος γενικώς.
Σκλίθρα=Ράτσα.Η γεννιά, “Σκλίθρα του διαόλου”.
Σκλίθρα= ρανίς ξύλου που μπαίνει στο δέρμα.
Σκλώπες-σκλούπες=Οι αρχαίοι σκώπες(σκωψ) που σημαίνουν γλαύκες. Σκνίψ=Ζώον χλωρόν τε και τετράπτερον.
Σκόδρα=πόλις αρχαία και επίσημος της Δαλματίας πρότερον χρηματήσασα καθέδρα των βασιλέων της Ιλλυρίας.(Νικ. Λωρέντης).Ήπειρος με ποταμό τον Σκούμπη
ΣκόδραΣκούταρη= Εν Θράκῃ ἰδίως Σκοτοῦσα παρὰ τὸν Στρυμόνα. Σκόδρος= Λακωνίας.
Σκοῖδοςκοῖδος=Ο ταμίας, ὁ οἰκονόμος κατὰ τοὺς Μεκεδόνας.
Συκομαϊδα λέγεται εις Κέρκυρα.
Σκολότοι =οἱ Σκύθαι.
Σκόλοψ, σκάλοψ=Λέξεις τῶν μεταλλείων· Σκολαρίκι=ενώτιον
Σκολιὸν= Ποίημα ὅπερ ἔψαλλον οἱ ἀρχαῖοι συμποσιάζοντες· «σκολιὸν», λέγει ὁ Φώτιος ἐν τῷ Λεξικῷ του καὶ ὁ Σουΐδας «Σκολιὸν ἡ παροίνιος ᾠδὴ» ὡς Ἀριστόξενος·
Σκολιός=στραβός, σκολίωση
Σκόλλις η=Όρος απότομο και πετρώδες μεταξύ ΄Ιλλιδος και Αχαϊας, εκτεινόμενο μέχρι του όρους Λαμπείας εν Αρκαδία κατά Στράβων, το αυτό παρ Ομήρ. Ωλενίη πέτρη αναφερόμενον(Νικ. Λορέντης)
Σκόλις =Αχαΐας πόλις,ο πολίτης Σκολιεύς (Στεφ. Βυζάντιος)
Σκολόπακες= Μπεκάτσες, ξυλόκοτες, ξυλόρνιθες.
Σκολοπόεις, ειτος=ποταμός μικράς Ασίας, ρέων μεταξύ της πόλεως Πριήνης και Μυκάλης. Ηρόδοτ.
Σκολυβία=εκ του Σκόλυβος παρεφθάρη εις Σκλαβία-Σλαβία περιγράφει ευρύ γεωγραφικό χώρο όπου επισιτιστικώς οι κάτοικοί του εξαρτώνται από “εσθιομένους “ βολβούς, γεώμηλα =πατάτα δηλ. πατάς επ’ αυτής (Κων/τίνου Γεωργανά.
Σκομαϊδα=(Αρχ.συκομαγίς). Μάζα, μίγμα σύκων, είδος παστέλι από σύκα.
Σκομβρίδες (Ησύχ.) = Ιχθείς(σκουμπρί)
Σκόμβροι=Θράκιον έθνος
Σκόμβρον-Σκόμιον=Όρος υψηλόν της Θράκης
Σκόπας=Ο αγράμματος, άξεστος.
Σκόπελος= Υψηλός τόπος, η πέτρα, η ακρώρεια αφ ής έστιν σκοπείν τα κύκλω, και εξέχουσα εις θάλασσαν πέτρα, οι δε ακρόπολις(Ησύχ.)
Σκόπελος = (Πεπάρηθος) νήσος Β. Σποράδες, τα παλαιότερα λείψανα κατοίκησης τοποθετούνται μέχρι σήμερα στην πρώιμη και μέση φάση της Μυκηναϊκής περιόδου 16ος -14ος π.Χ. στη θέση Σταφύλου με πολύτιμα κτερίσματα σε τάφους κ.α., μετά τη Μυκηναϊκή εποχή παρεμβάλλεται μεγάλο κενό αιώνων. Ως Πεπάρηθος στην ακμή της αναφέρεται τον 6ον-5ον αιώνα π.Χ. (Ας θυμηθούμε ότι κάποτε δεν υπήρχε Αιγαίο πέλαγος όλα αυτά τα νησάκια ήταν κορυφές βουνών…το Αιγαίο αρχικά ήταν το σημερινό Ιώνιο-Ιόνιο και Αιγαίο ποταμό στη Φαιακία και άλλα τοπ. που οι μεγάλες γεωλογικές αναταραχές αναφέρονται κατά την προϊστορία Μ.Σ.)
Σκόπελοι= Μελάντιοι. Σκόπελος =Λέσβου. Σκόπελος=Σποράδες.
Σκόπελος= Εὐξείνου Πόντου.
Σκόπελος = Νῆσος Αιγαίου, καὶ Θράκης πόλις. Κομμένος, Καμάρα, Αγροκήπιο Γουρνάμπελο, Γαϊδουρομάγαζα, Κήποι, Πλάκα, Αηνάθωνας, Μώλος= Όλα αυτά τα τοπωνύμια της Σκοπέλου συναντώνται στους Παξούς και πολλά άλλα ακόμη. Υπάρχουν πλακοειδέίς βράχοι που συνεχίζονται μέσα στη θάλασσα
Σκόπι=Ράβδος, μπαστούνι, βακτηρία και ράβδος, λέξις των μεταλλείων ἀναφερομένη εἰς τὸν χρυσὸν.
Σκόπια=χώρα ευρώπης σκοπιαί-σκοπιή=ακρώριοι, υψηλοί τόποι(Ησύχιος)
Σκόποι= Φθιώτιδος Θηβῶν.
Σκορδαλιά= Η αρχ. Αλιάδα (Πελοπόν.) η και σκοροδάλμη παρασκευή με σκόρδα, καρύδια και ξύδι, με ψωμί ή πατάτα.
Σκορδαμικτεί=Ανοιγοκλείνει γρήγορα τα μάτια
Σκορδίσκοι οι=Έθνος μάχιμον και ισχυρόν καταγόμενον εκ παλαιών Κελτών και κατοικούν περί το Σαύον ποταμόν στην Παννονία χώρα όπου το ένα μέρος εκτείνετο απώτερον προς μεσημβρίαν και ανατολάς μεταξύ των Μοισών και Τριβαλλών, υπό το όνομα Σκορδίσκοι. Επί Καίσαρος Αυγούστου υπετάχθη το έθνος εξ ολοκλήρου υπό των Ρωμαίων και ηφανίσθη όλον υπ’ αυτών. (Νικ. Λωρέντη)
Σκορδόω= Κατὰ τὸν Ἡσύχιον συνουσιάζω, διὰ πληρωμῆς βεβαίως, ἐξ οὗ τὸ κοινῶς «σκορδόπιστη». Υπάρχει όμως στο Πωγώνι κι ο Άγιος Γιάννης του Σκορδά στα Φραστανά(βλέπε λ.).
Σκορδομάχοι=Επίπλαστον όνομα κατοίκων τινών της Σελήνης, παρά Λουκ. Αληθ. Ις΄.α΄13 (σκόρδον, μάχομαι) Νικ.Λορέντης.(βλέπε λ. Σελήνη-Σελάνα )
Σκορδύλη=Ζώον τι των τελματιαίων, εμφερές καλαβώτη (βλ. Λέξη) Ησύχ.
Σκόροδα=τόπος εν ώ τα σκόροδα φύεται (Ησύχιος)
Σκορπίων =Εν τῇ μυθολογίᾳ ὁ φονεύσας κατὰ διαταγὴν τῆς Ἀρτέμιδος τὸν Ὠρίωνα. Κενδρωπεὺς, Κενδρισός τόπος ἐν Θράκη.
Σκορπίας- σκορπίτης= Λίθος πολύτιμος.
Σκόρτη= Ἀκαρνανίας.
Σκόρφος= Ἀκαρνανίας.
Σκοτάδι καὶ Σκοτεινὴ Παξῶν, ὡς καὶ Σκάρπες, Σκάρος, Σκινουρὰς, Σκίδι Σκοτεινά= Αργολίδος
Σκοτία=Αφροδίτης Σκοτιάς ιερόν κατ’ Αίγυπτον
Σκοτίνα= Πιερίας. Σκότινα=τόπος εν Λακεδαίμονι, εν ώ τιμάται Ζευς Σκοτινάς, ως Παυσανίας τρίτω “ιούσι δε από των Ερμών έστι τόπος ούτος δρυών πλήρης. Όνομα δε τω χωρίω Σκοτινά ου το συνεχές των δένδρων εποίησεν, αλλά Ζευς επίκλησιν Σκοτινάς” (Στεφ, Βυζάντιος)
Σκότεινος=(Αρχ.σκοτεινός)Ο δυστυχής, καταραμένος, “μαύρο και σκοτεινό”.
Σκοτοῦσα= Λαρίσσης. Σκοτία Έθνος
Σκοτούσα και Σκοτούσσα η=Πόλις της Πελασγιώτιδος χώρας εν Θεσσαλία, πλησίον της οποίας ενικήθη κατά κράτος υπό των Ρωμαίων ο Φίλιππος βασιλεύς των Μακεδόνων, Στραβ.Όθεν Σκοτουσσαίοι οι κάτοικοι (η δια του δύω σσ, γραφ. Έστιν ορθοτρ. Αντί Σκοτόεσσα)
Σκούδον= Νόμισμα ἀργυροῦν ἤ χρυσοῦν.
Σκούζω(κερκ)=Φωνάζω δυνατά στριγγλίζω. =
Σκούλαι=κνήσαι. Κνίσαι=φθείραι.ολέσαι.λυπήσαι (Ησύχιος)
Σκουλικάδες=Ζακύνθου.Σκουλικαριὰ=ΤσουμέρκωνἌρτης.Σκουλικαριὰ =Ἠπείρου και Σκουλιδάς επών. Ηπείρου Σκουλαρίκης επών. Κερκύρας.
Σκούλη =ἐν Κρήτῃ.
Σκούλη= Κύπρου ἐν τῷ διαμερίσματι Χρυσοχοῦς.
Σκουλιὸ= Κρήτης.
Σκουλούκι=Το σκουλίκι κερκυραϊκά
Σκουνιάζω=Φωνάζω, ανησυχώ.
Σκουντζούλι=Στερεά ακαθαρσία μύτης.
Σκούξη-σκούξα=Διαμαρτυρία, παράπονα. Τα χωριά έκαμαν σκούξη= παραπονέθηκαν.
Σκούπα= Φιλιππιάδος.
Σκούπα =Ἄρτης ἐπὶ τῆς δεξιᾶς ὄχθης τοῦ Ἀράχθου, ἔνθα πλούσια μεταλλεῖα.
Σκούπα=Από ειδικά άγρια χόρτα,γνωστό ως σκουπόχορτο.
Σκουπίτσα= Παραμυθιὰς.
Σκούπρα=Τα απορρίματα σαρίδια, χρησιμοποιούμενα για λίπασμα που μεταφέρονται σε καλάθια γνωστά ως σκουπροκαλάθα.
Σκουράτζος = Ρέγγα αλίπαστη
Σκούρο = Παντζούρι, εξώφυλλο παραθύρου
Σκουρέϊκα= Τῆς Σάμου.
Σκουριώτισσα= Μεταλλεῖον χαλκοῦ ἐν Κύπρῳ.
Σκουροχῶρι= Τῆς Ἤλιδος.
Σκούρτης-Σκουρτίτσα=Τυχερός, κλήρος.
Σκουτάριον= Λακωνίας παρὰ τὸν Ταΰγετον τὸν χαλκοτρόφον. ΣκούταροςΣκούταρον = Μεθύμνῃ τῆς Λέσβου.
Σκούταρι=Άλλη ονομασία της Αλβανικής πόλεως Σκόδρας.
Σκούταρι η Χρυσόπολις =Ελέγετο κατά τινα πληροφορίαν και Οὐρανούπολις, ταὐτοσημάντως δηλονότι Χρυσούπολις. Όνομα ανακτόρων των Κομνηνών εν Χρυσουπόλει. Σκουτέριος, σκουτέρης, σκουταριώτης, σκουτάτος, σκουτεράτος παρά Βυζαντ. ασπιδοφόρος πεζικού, ιππικού και ιδιατέρας σωματοφυλακής του βασιλέως.
Σκούταρι =Τοπωνύμιο Κομοτινής Μακεδονίας.
Σκουτέλα= Γαβάθα, λεκάνη.
Σκουτέλι (γιαούρτι)= Σκουτέλας Πέτρος συγγραφέας Επώνυμο Ηπείρου, Σκάτουλα, Σκατζιά (Κερκ,)
Σκουτί = Ρούχο, κακό κουμάσι (για άνθρωπο)Κέρκυρα
Σκουτί= Σκυτίον, αρχ.σκύτος, σκουτιά, ρούχα, ρουτί (κερκ.)
Σκούφια=Φέσι άσπρο ή μαύρο.σ-κουφ-κεφην= κεφαλή.
Σκράβα=Η υπογραφή.
Σκραπ=Καθόλου, τίποτε.
Σκράπας=αμόρφωτος, αγράμματος.
Σκραπηνόριον= Εν Ἠπείρῳ, ὅπου καὶ χωρίον Βάλλα.
Σκριάζι =Πηγὴ ἐν Τσαμαδᾷ Ἠπείρου.
Σκρίκα η=Ρήγμα, άκρη πετρώδης ή βραχώδης που απολήγει σε αιχμηρές κορφές και ρωγμές.
Σκριπερὸ=Χωρίον και ποταμός Κερκύρας. Σκράπαρι, Σκρεπάρι Ηπείρου.
Σκριποῦ= Βοιωτίας - Ὀρχομενοῦ.
Σκρόφα=Ύβρις κατά γυναικός.
Σκροφούλα= Μία τῶν Ἐχινάδων καὶ Παξῶν.
Σκρουμαλλιάζω=Καίω, καψαλίζω, σκρούμαλο κάψιλο.
Σκύθαι οι =Με αυτό το όνομα εκάλουν ο αρχαίοι γενικώς όλους τους νομάδας λαούς όσοι έζων προς άρκτον της Ασίας και Ευρώπης πέραν του Ίστρου ποταμού και του Ευξείνου Πόντου.
Σκύθαι=Είναι κοντά στην Κρονία θάλασσα, στο νησί των Παξών.
Σκύθης= Υἱὸς τοῦ Ηρακλέους ή του Δευκαλίωνα.
Σκύθης = Ελέγετο ο πατὴρ τοῦ Ἕλληνος Δευκαλίων. Σκυθιᾶς δὲ καὶ ἡ Ἐλευσὶς ὡς καὶ Δῆλος, πανομοιότυπα τῶν Παξῶν. Η Σχερία ἡ συγγενεύουσα πρὸς τὰς Σκιράδας πέτρας, τὰς ἀποτόμους καὶ ἀποκρήμνους, τὰς ἐρυθρὰς, δὲν εἶναι ἄσχετος πρὸς τὴν Συρίαν, Σύρον, Κύρον καὶ λοιπά. Ἀλλὰ ταῦτα πάλιν σχετίζονται στενῶς πρὸς τὴν Σάμην, Σάμον καὶ τοὺς Σάμους, τοὺς ὑψηλοὺς τόπους.Σκυθιάς ελέγετο Η Σαλαμίνα και Δήλος ονομασίες αρχικά της νήσου Παξών, Σκύθες, Άραβες, Ινδοί. Αιγύπτιοι, Σύροι, Ιταλοί, Κέλτοι και καθ’ εξής από τους Έ λληνες έλαβαν τις ελληνικότατες ονομασίες τους. Σκύθης λεγόταν και ένας γιός του Ηρακλή ή του Δευκαλίωνα.
Σκυθία= Η αρχική χώρα των νήσων Παξών-Κερκύρας, αντιγραφή της οποίας ήτο η ιστορική Σκυθία εν Ηπείρω όπου και ο Καύκασος του Προμηθέως και πάσα άλλη νήσος ή χώρα φέρουσα το όνομα αυτό. Και η ομηρική Δήλος Σκυθιάς ελέγετο και είναι η νήσος των Παξών, Σκυθιάς ελέγετο και η Σαλαμίνα και η Δήλος, Άραβες, Ινδοί, Αιγύπτιοι, Σύροι, Ιταλοί, Κέλται, όλοι από τους Έλληνες έλαβον τις ονομασίες τους. (Αθηναγόρας).
Σκύλακας=Αρχαία πόλις και λιμήν της ανατολικής Πελοποννήσου
Σκυλεύεται =Σε γυναίκα ανήθικη χωρίς συστολή.
Σκύληξ =Ο ὀρύσσων τὴν γῆν Σκύλλα και Χάρυβδις= Σκόπελος, πέτρη, λις, περιεξέστη, σπέος (το κως, το σπήλαιο), ηεροειδές, ζόφος, έρεβος, πετραίη, Σκύλλα και Χάρυβδις διότι αυτή εσπάρασσε την λείαν της και υλάκτει. Εις Παξούς ουχί μακράν από τα Δασκάλια.
Σκύλλα= Η Ὁμηρικὴ.
Σκύλλα= Η θυγάτηρ τοῦ Τυφῶνος καὶ Ἐχίδνης ἢ τοῦ Φόρκυνος καὶ τῆς Κραταΐδος, ἤ τῆς Ἑκάτης, ἢ τοῦ Φόρβαντος καὶ τῆς Ἑκάτης, ἢ τῆς Λαμίας, ἢ τῆς Περσίδος
Σκύλλαιον=Ακρωτήριον Αργολίδος εν Πελοποννήσω απέναντι εν Αττική Σουνίου, τανύν Κάβο Σκύλλον. Έτερον Σκύλαιον απότομον ακρωτήριον εν τη Κάτω Ιταλία επί του Σικελικού πορθμού. Σκύλαιον πόλις μικρά επί του ομωνύμου ακρωτηρίου της Ιταλίας
Σκυλλίς=Η κληματίς..
Σκυλοκούφαρος=Ο σκληρός, απειθάρχητος, ανυπάκουος.
Σκυλόκολλα=Το στρατσόχαρτο.
Σκυλόψοφος=Ως άρα.Με την έννοια να ψωφήσει σαν τον σκύλο χωρίς περιποίησι.
Σκυπτὸς =Ο κεραυνὸς, ἡ ἀστραπὴ.
Σκύρος= Η ἀργιλώδης γῆ. Ἄργυλος δὲ πόλις ἐν Θράκῃ.
Σκύρος= Πόλις τῆς Ἀρκαδίας. Μία των Σποράδων, κοντά στην Εύβοια
Σκύρος= Η λευκὴ πέτρα τῆς Θέμιδος - Γῆς·
Σκύρος= Νῆσος παρὰ τὴν Αὐλίδα πλησίον τῆς Τανάγρας, ὅπου καὶ ναὸς τῆς Θέμιδος, καὶ Θεμίσκυρα τῆς αὐτῆς ἐννοίας. Ἦν δὲ ἡ ἀρχικὴ Θεμίσκυρα ἐν Ἠπείρῳ ἔνθα καὶ οἱ Ἀμαζόνες.
Σκύρου της=Τὰ δῆθεν, τὰ ἐκ εἰς Ἀθήνας κομισθέντα ἐν θριάμβῳ ὀστᾶ τοῦ Θησέως, ἦτο μία κωμωδίᾳ ἀπὸ τὰς συνήθεις, παιχθεῖσα, ἐκ λόγων σκοπιμότητος, πρὸς ἔξαρσην τῶν Ἀθηναίων οἱ ὁποῖοι δὲν περέλειπον εὐκαιρίαν νὰ ἐξυψώσουν τὸ γόητρον τῆς πόλεως αὐτῶν, ὡς ἐπίσης τὸ πᾶν ἔπραττον νὰ ἐξουθενώσωσι πᾶν ὅ,τι ἠδύνατο νὰ ταπεινώσῃ αὐτήν, δία τοῦτο καὶ οὐδέποτε συνεχώρησαν τὸν Μίνωα διὰ τὴν ὑποτιθεμένην ὑποδούλωσην τῆς πατρίδος αὐτῶν, καὶ τὴν ἐξευτελιστικὴν ἀποστολὴν εἰς Κρήτην τῶν ἑπτὰ Ἀθηναίων ἡμιθέων.
Σκύρτοι= Οἱ θεράποντες Του Διονύσου.
Σκύταλοι =Λάγνοι δαίμονες τῶν μεταλλείων.
Σκυτήλη= Ο ὄφις.
Σκύταμνος= Δέρμα –αμνού.
Σκώληξ=Το κυλιόμενον κύμα, και από της άλω το δινηθέν και συναχθέν εις λικμητόν. Σκουλίκι, σκουλούκι (κέρκ.), Μεταξοσκώλικας.
Σκώληξ=σωρός σίτου κοπανισμένου εις το αλώνι (Ησύχιος)
Σκώλος=πόλις της Χαλκιδικής, κώμη της Βοιωτίας Ομ. Ιλ
Σκώλος –σκόλοψ= πάσαλος-παλούκι, αγκάθι, κεντρί
Σκωρία= Τὰ περιττώματα των μετάλλων·
Σκωρίδες= Αἱ γραῖαι.
Σκώτα= Ο τράχυλος κατὰ τοὺς Σικελοὺς, ἡ δέρις, περιδέραιον χρυσοῦν κόσμημα.
Σκωτία= Η χώρα ἡ πλουσία εἰς μεταλλεῖα. Στη δυτική Σκωτία υπάρχουν νησιά ελληνικά όπως:Ayr-Αήρ, Jura –Γιούρα, Iona-Ιωνος, Eas Dale= Πέρασμα του Αίαντα, Treshnish iles-Τρεις νήσοι, teokali-κατοικία του Θεού, Αχίλλειο, Κολωνός, ηφαίστειο με σύνθετη ελληνική Ποποκετεπέλτ = ποποί ή πόποι –καταπέλτης κ.α. που δείχνουν το πέρασμα και διαμονή των Ελλήνων ναυτικών (Χ.Δημητρακόπουλος-Γ. Κοσσυβάκης)
Σ.Μ.Σ= Θα φανή παράδοξον, αλλ’ ίσως να μη είναι άνευ σημασίας ότι οι βαρβαρόφωνοι, ως χαρακτηρίζει ο Όμηρος τινά από τα απέναντι των νήσων Παξών-Κέρκύρας πολυποίκιλα φύλα, τα μη ομιλούντα την λεπτεπίλεπτον γλώσσαν των αρχαίων, καλούνται Ζεμζεμίμ. Η αρχαία λέξις ζ.μ.ζ. είναι ταυτόν τιυ Σ.Μ.Σ (βλέπε σ.μ.ς)
Σάμος, Σάμιοι,Σάμηδες, Τσάμηδες, οι οποίοι διαφυλάττουν την πανάρχαια γλώσσα των “Τσάμικην” γλώσσα πρωτοελληνική, ή πελασγική την οποίαν μετέδωκαν και εις τους γείτονας αυτών Αλβανούς Έλληνας και αυτούς, ατυχώς μη κατανοήσαντας αυτό.
Σλαβονία= είναι παραφθορά του Σκυλλαφωνία (Σκλαβονία-Σλαβονία) Σκυλλαφώ σημαίνει υλακτώ ως η μυθική Σκύλλα, τέρας υλακτούν ως Κύων με 12 χείρες και 6 αυχένες, που κατοικίαν είχε σπήλαιο μεταξύ Σικελίας και Ιταλίας. Ανήκει στη Γιουγκοσλαβία και περιλαμβάνει εννέα κρατίδια και μία αυτόνομη επαρχία Σλαβονία,Βοϊβοδίνα, Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία, Ερζεγοβίνη, Μαυροβολύνιο, Σερβία, Σκόπια και Κοσυφοπέδιο αντιστοίχως.Όλες οι περιοχές φέρουν ελληνικής προελεύσεως ονομασίες(Κων.Γεωργανάς)
Σμαν=Σμήχειν. Παρατηρούμε σμ=ζ κατά την προφορά. σμήχω, σμικρός, Σμίνθεϋ,επίθετον του Απόλλωνος κατά τους αρχαίους ως καταστροφεύς των εν τοις αγροίς μυών(σμίνθοι)Όμηρος
Σμαραγεί=Ηχεί, ψωφεί.
Σμαράγνα=Μάστιγξ, ράβδος.
Σμαράγδι- σμάραγδος αρχ.= Πολύτιμος λίθος διαφανής με βαθυπράσινο χρώμα.
Σμαρίδες=Γράες και ιχθύδια μικρά άριστα.
Σμήχει=Τρίβει, καθαίρι.
Σμικρόν= Κατά την προφορά αφαιρέσαμε το σ κι έμεινε μικρό.
Σμίκρυνσις=Σμίκρυνση ρ.μικραίνω.
Σμίλα=Πόλις της Μακεδονίας εις τον Θερμαϊκόν κόλπον πλησίον της Θεσσαλονίκης
Σμιλεύματα=Διαγλύμ(μ)ατα.
Σμίνθη=πόλις της Τρωϊκής χώρας, το Σμίνθιον ναός του Σμινθέως Απόλλωνος εν τη Τρωϊκή χώρα
Σμόκοβο= Τοπωνύμιο Καρδίτσας
Σμόλικας=Κορυφή της βόρειας Πίνδου στο νομό Ιωαννίνων.
Σοάνης=ποταμός της Κολχικής χώρας
Σοβλέ=ch-oβλέ τσακων.ο αριστερός ch-οβλά μοι χέρα(η αριστερή μου χείρ)
Σόϊ=Οικογένεια.
Σολ ή ολ=Ρίζα πολλών λέξεων, ο ψηλός, ο ευμεγέθης, Ήλιος, Σούλι, Σελ πέτρα απότομη, το ισχυρό, το στερέωμα.Ήλιον δικαιοσύνης.
Σολάκ και Σουλυμά=Χωρία της υδατοβριθούς Μεσσηνίας.
Σολίνον= Δίον της Κρήτης.
Σόλοι= Κιλικίας παρά τον ποταμόν Πύραμιν.
Σόλοι -Σόλος εκ του σέλα = βράχον απορρώγα, κρημνόν, σκόπελον. Γυραί πέτραι μεγάλαι
Σόλοι οι=ἤ Σάμοι λέγονται καὶ σκὰπκὰφ ἐν τῇ αὐτῇ ἐννοίᾳ τοῦ βράχου τοῦ ἀκροτόμου τοῦ ἀναβρύοντος ὕδωρ.
Σολομίσκα= Κοζάνης η νυν Στέρνα δηλαδή κολυμβήθρα.
Σόλος=Χωρίον της Νωνάκριδος εν τη πλήρη υδάτων περιοχή των Καλαβρύτων. Σόλος ο βουνός, κατά τον Σουϊδα. Σούλι ή Κιάφα το αυτό σημαίνει (Αθηναγόρας)
Σολόης=Ο και Δράκων ποταμός της Βιθυνίας, δράκων δε και ύδωρ και χρυσός της αυτής εννοίας.
Σόλον = (Ησύχιος) αυτοχώνευτον, δίσκον ή σιδηρούν ή κεχωνευμένον, σόλον=δίσκον
Σολουντίς = Άκρα της Λιβύης.
Σόλους= Εν Κύπρω, λέγονται και Αίπεια
Σολούς=Σικελίας παρά τας εκβολάς του ποταμού Ελευθέρου..
Σολόφις= Λυβικόν ακρωτήριον
Σολυγεία=Αρχαία πολίχνη εν τη ανατολική παραλία της Κορινθίας κατά τον Σαρωνικόν κόλπον, όπου το νυν Γαλατάκι όνομα το οποίον αναφέρεται εις το υγρόν στοιχείον.
Σόλυμοι = βουνά, βράχια των Παξών.
Σόλυμοι καὶ Τέρμιλοι. Πάντα ταῦτα συνηγοροῦσι ὅπως τοὺς Σολύμους δεχθῶμεν περὶ τὰς Γυρὰς πέτρας, αἵτινες ἐλέγοντο καὶ Χειμέριον, ὡς ἐκ τῆς θέσεως αὐτῶν τῆς χειμερίου καὶ τρικυμιώδους· σόλος ἐκ τοῦ σέλα σημαίνει βράχον ἀπορρῶγα, κρημνὸν, σκόπελον·
Σόλυμοι Οἱ =Καλοῦνται ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου «κυδάλυμοι» ὡς ἱεροὶ καὶ ἔνδοξοι, ἀφοῦ κύδιστος λέγεται ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου ὁ Ζεὺς, ἡ Ἀθηνᾶ, ἡ Ἥρα, ἡ Λητὼ, ὁ Ἀγχίσης ὁ θνητὸς σύζυγος τῆς Ἀφροδίτης, καὶ ὁ Ἀγαμέμνων.
Σόλυμα= Οι Παξοί εκ των ερυθρών και κατακρήμνων, ανεμοδών βράχων ταυτόν του Σαλαμίς, Σελλοί, Σάλιοι, Σελινούς, Σελήνη. Αλλά και εξ αντιθέτου τόποι γαληνιαίοι, ειρηνικοί, όταν ο βασιλεύς τόπου Αίολος δέσει εις ασκούς τους ανέμους. Σολιμόεις (τμήμα του Αμαζονίου Αμερικής),Σόλυμοι, σαλάμ, σελμών στην εβραϊκή είναι οι απότομοι σκληροί και μέλανες βράχοι αφ’ ενός, αλλά και αφ’ετέρου σέλα-σελήμ-σελάμ-σαλέμ είναι η ειρήνη και Γερουσαλήμ τόπος ειρήνης και σηλώ ο ειρηνοποιός. (Αθηναγόρας Αι νήσοι των Παξών.)
Σόλυμοι-Μολοσσοί = Ἠπειρῶται τὸ ὑποδεικνύει ὁ Ὅμηρος. Εἷς ἐκ τῶν μεγάλων ἠπειρωτικῶν λαῶν εἶναι οἱ Μολοσσοὶ, ἀρχηγὸς τῶν ὁποίων ἀναφέρεται ὁ υἱὸς τοῦ Ἀχιλλέως Νεοπτόλεμος-Πύρρος, ἐκ τῆς Ἀνδρομάχης τοῦ Ἕκτορος γεννήσας τὸν Μολοσσὸν. Ἄν ἀναγνώσωμεν ἀνεστραμμένως τὸ ὄνομα Μολοσσὸ ἔχομεν Σολομὸ-Σόλυμα. Ὅθεν Σόλυμοι καὶ Μολοσσοὶ εἶναι μία καὶ ἡ αὐτὴ φυλὴ.
Σόλυμοι Οἱ =Καλοῦνται ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου «κυδάλυμοι» ὡς ἱεροὶ καὶ ἔνδοξοι, ἀφοῦ κύδιστος λέγεται ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου ὁ Ζεὺς, ἡ Ἀθηνᾶ, ἡ Ἥρα, ἡ Λητὼ, ὁ Ἀγχίσης ὁ θνητὸς σύζυγος τῆς Ἀφροδίτης, καὶ ὁ Ἀγαμέμνων.
Σολύμους= Ὁ Ὅμηρος ἀναφέρων τὰ κατὰ τὸν Βελλερεφόντην, τοὺς κατοίκους τῆς Ὁμηρικῆς Λυκίας ὀνομάζει · ὁ Βελλερεφόντης λέγει:
πρῶτον «φόνευσε τν Χίμαιραν»
δεύτερον «α Σολύμισι μαχήσατο κυδαλίμοισιν»
τρίτον «α κατέπεφνε μαζόνας ντιανείρας».
Περὶ Σολύμων, ὁ Ὅμηρος λέγει καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ, ὅτε ὁ Ποσειδῶν ἀντελήφθη τὸν Ὀδυσσέα ἀναχωρήσαντα πρὸ πολλοῦ ἐκ τῆς Νήσου τῆς Καλυψοῦς καὶ προσεγγίζοντα εἰς τὴν Φαιακίαν. Ἡ Ὁμηρικὴ Λυκία καὶ Ἔφυρα, εἶναι οἱ Παξοὶ· γινώσκομεν ἐπίσης ὅτι ὁ Βελλερεφόντης εἰς τὰ μέρη ταῦτα ἔδρασεν. Χίμαιρα, Ἰμέρα, Χιμάρα, εἶναι οἱ Παξοὶ, ἐν τοῖς ὁποίοις σώζεται ἔτι τοπωνυμία Ἰμέρα-Χειμέρα-Ἡμέρα καλουμένη· συνεπῶς καὶ οἱ Σόλυμοι εὐρίσκονται ἐπὶ τῶν Παξῶν· ἄλλως τε ὁ Ὅμηρος εἶναι σαφέστατος τοποθετῶν τοὺς Σολύμους οὐ μακρὰν τῶν Φαιάκων.
Περὶ Σολύμων, ὁ Ὅμηρος λέγει καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ, ὅτε ὁ Ποσειδῶν ἀντελήφθη τὸν Ὀδυσσέα ἀναχωρήσαντα πρὸ πολλοῦ ἐκ τῆς Νήσου τῆς Καλυψοῦς καὶ προσεγγίζοντα εἰς τὴν Φαιακίαν..
Σολύμους= Ὁ Ὅμηρος ἀναφέρων τὰ κατὰ τὸν Βελλερεφόντην, τοὺς κατοίκους τῆς Ὁμηρικῆς Λυκίας ὀνομάζει · ὁ Βελλερεφόντης λέγει:
πρῶτον «φόνευσε τν Χίμαιραν»
δεύτερον «α Σολύμισι μαχήσατο κυδαλίμοισιν»
τρίτον «α κατέπεφνε μαζόνας ντιανείρας».
Περὶ Σολύμων, ὁ Ὅμηρος λέγει καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ, ὅτε ὁ Ποσειδῶν ἀντελήφθη τὸν Ὀδυσσέα ἀναχωρήσαντα πρὸ πολλοῦ ἐκ τῆς Νήσου τῆς Καλυψοῦς καὶ προσεγγίζοντα εἰς τὴν Φαιακίαν. Ἡ Ὁμηρικὴ Λυκία καὶ Ἔφυρα, εἶναι οἱ Παξοὶ· γινώσκομεν ἐπίσης ὅτι ὁ Βελλερεφόντης εἰς τὰ μέρη ταῦτα ἔδρασεν. Χίμαιρα, Ἰμέρα, Χιμάρα, εἶναι οἱ Παξοὶ, ἐν τοῖς ὁποίοις σώζεται ἔτι τοπωνυμία Ἰμέρα-Χειμέρα-Ἡμέρα καλουμένη· συνεπῶς καὶ οἱ Σόλυμοι εὐρίσκονται ἐπὶ τῶν Παξῶν· ἄλλως τε ὁ Ὅμηρος εἶναι σαφέστατος τοποθετῶν τοὺς Σολύμους οὐ μακρὰν τῶν Φαιάκων.
Σόμα=Ιερόν μεθυστικόν ποτόν αθανασίας, φυτόν εκ των Ασκληπιαδοειδών ανάλογο προς το νέκταρ.ίδια ρίζα Σουμελά Παναγία, Σομαλία
Σοροπούλι = Σορός από φύλλα. Χρησιμοποιείται στην συλλογή ελαιοκάρπου
Σορωνειός= Θεσπρωτίας, Σορωγνειό Κερκύρας.
Σότο=Σιγανά, σιγότερα, σοτο βότσε=σιγαλόφωνο (τραγούδι), βότσε (φωνή), εναλλάσσονται το β-φ.
Σοῦ =Σούλι τὸ ὕδωρ
Σουΐδας ή Σούδα= Βυζαντινός λεξικογράφος, που έζησε πιθανόν τον 10ο αιώνα μ.Χ. γύρω στα 960-970 το Λεξικό αφορά την αρχαία Ελλάδα και είναι γραμμένο με την ακόλουθη αλφαβητική σειρά σύμφωνα με την προφορά των διφθόγγων και φωνηέντων: α, β, γ, δ, αι, ε, ζ, ει, η, ι, θ, κ, λ, μ, ν, ξ, ο, ω, π, ρ, c, τ, υ, φ, χ, ψ.(Σόλων Μιχαηλίδης)
Σουκιά κερκ.=Συκιά
Σουλάκ=Ποταμός του Σοβιετικού Δαγεστάν
Σουλαμίτις= Η ηρωίς του άσματος των ασμάτων.Η φυλάκισσα των αμπελώνων.
Σουλαμά= Αι εκθλιβόμεναι σταφυλαί εις το πατητήρι.
Σούλας= Αριστερός παραπόταμος του Δνείπερ.
Σουλαμίτις =Πρόκειτα περί πηγής και φρέατος ύδατος, περί σταλαγμών και αποσταγμάτων ερωμάτων αναβλυζόντων εκ του σώματος της ωραίας Σουλαμίτιδος όπερ είναι, κήπος κεκλεισμένος και πηγή εσφραγισμένη. Ο Αθηναγόρας εις το σημείωμά του “Σιλωάμ απεσταλμένος” γράφει δια την ερμηνείαν του Ασματος των Ασμάτων, το οποίον αρχικώς ήταν Άσμα Ελληνικό.Ο Θωμόπουλος μας εξηγεί ότι Σιλωάμ=απεσταλμένος, από το ρήμα σταλάω, παρακείμενος εστάλαμαι, έσταλμαι και αποσταλέω= αποσταλάξω, καθαρίζω δι’ αποσταλάξεως, μεταφορικά εξαγνίζω την ψυχήν.Λεξικό Κωνσταντινίδου.
Σούλας=Αριστερός παραπόταμος του Δνείπερ.
Σουλάτσο=περπατώ πάνω-κάτω χωρίς λόγο
Σουλήν-Σωλήν= Οχετός, αγωγός ύδατος.
Σούλι=Χρηστοβασίλη και Σούλι Πολυχρόνη εν Ηπείρω αμφότερα υδατοβρυθή χωρία εις την συμβολήν του ποταμού Βελτσίστας, του Καλαμά (Θυάμιδος) και του Χειμάρρου της Γερομίτσανης.
Σούλι=Ο υψηλός, ο ευμεγέθης.
Σούλι=Εν Ηπείρω υδατοβριθή χωρία εις την συμβολήν του ποταμού της Βελτσίστας, του ποταμού Καλαμά (Θυάμιδος) και του Χειμάρρου της Γερομίτσανης.
Σούλιαση-Σίλιαση-Ἴλιαση= Μετετράπει ἐσχάτως εἰς Ἅγιον Βλάσιον.
Αποτελεί μια ακόμα μαρτυρία περί του ομηρικού Ιλίου.(Αθηναγόρας)
Σούλοι ή Κιάφα= Ο βουνός
Σούλι, Σουλιανά=Ηπείρου τοπ. Σουλέϊκα Κερκύρας
Σούλμον=πόλις Γαλλίας
Σουλουμέζ =Χωρίον της Λαρίσσης μετονομασθέν Καλό Νερό.
Σουλπί=Ημιμόνομο ξύλινο πλεκτό δίχτυ ψαρέματος.
Σούμα=άθροισμα, κάνε μας τη σούμα
Σούμλα=πόλις Βουλγαρίας
Σουμελά =στην Τραπεζούντα μοναστήρι της Παναγίας Σούμαι-σόομαι=σεύω,σεύομαι από τη ρίζα σεF σοβέω, σοβαρός(Μπαλτά Αρχ.Ελ.Λεξ.
Σουμερική γλώσσα=Γνήσιον τέκνον της Πρωτοελληνικής γλώσσας.
Σουμέριοι=Ὁ λαὸς τῶν Σουμερίων βεβαίως Ἑλληνικῆς καταγωγῆς κατῴκει χιλιετηρίδας τρεῖς καὶ πλέον π.Χ. ἐν Σεναὰρ ἤ Βαβυλῶνι, ἀναπτύξας τὸν ἀρχικὸν Ἑλληνικὸν πολιτισμὸν αὐτοῦ. Τοῦ λαοῦ τούτου ἐφεύρεσις εἶναι ἡ σφηνοειδὴς γραφὴ, ἐν τῇ ὁποίᾳ ἀφῆκε ἐνεπίγραφα κείμενα ἐπὶ πινακίδων ἐκ πηλοῦ, ἀποτελοῦντα ὁλόκληρον βιβλιοθήκην. Ἡ γλῶσσα τῶν Σουμερίων οὖσα αὐτὴ αὕτη ἡ πρωτόγονος Ἑλληνικὴ, ἡ πρωτοελληνικὴ, ἀχρηστευθεῖσα σὺν τῷ χρόνῳ, ὡς πᾶσαι αἱ ἀρχαῖαι γλῶσσαι, ἀπέβη ἱερὰ γλῶσσα τῶν λαῶν, οἵτινες ἀλληλοδιαδόχως κατέλαβον τὰς χώρας τῶν Σουμερίων.(Ιωαν. Πασσά - Αθηναγόρας)
Σοῦν= Μυθολογικς Ατοκράτωρ τς Κίνας περ τ 2.255 – 2.206 π.Χ. Οτος κατ τν παράδοσιν ν ξ νατολν κα θεωρεται ς πρότυπον εσπλαχνίας κα δικαιοσύνης κα βασιλεία του, ς το α, ποτελε τν χρυσον αἰῶνα τς Κίνας. “σίδηρον ἰόεντα” (ἰόχρουν) κατά τον Όμηρο.
Σούνιο =ακρωτήριο Αττικής, (βλέπε Σίνα)
Σούνου=εκ του σώνω,τσακώνικα, Σούσε Δέσποινα
Σουρβιά=Είδος καρποφόρου δένδρου. Οι καρποί της τα σούρβα.
Σουργούνι το=Ο κακός αποδιοπομπαίος, λέγεται και υπό τύπον αστειότητος.
Σουρέτια=Τα χαρακτηριστικά του προσώπου.
Σουρτούκο=Επανω- sur-, φόρι, παλτό σακάκι, πατα-τούκα
Σουργιανίζω=κερκ.Περπατώ με βοήθεια.Συργιανίζω=σεργιανίζω άσκοπα.
Σούρουπο= Βράδυ.Από το συρρικνώνομαι (μαζεύεται η μέρα με τη νύχτα).
Σουρουκλεμού, Σουρτούκω, Σούρτα-φέρτα κ.α.
Σουρώνω=Αποπέμπω, εκδιώκω.
Σούσα τα=αρχ.πόλις της Περσίας(βλέπε λ.) της επαρχίας Σουσιανής, δημοτικό τραγούδι η Σούσα, Σουσού, Σουσουράδα
Σούσα=Εν τη παλαιά γραφή Σουσάν Μητρόπολις της επαρχίας Σουσιανής εν Ασία επί του Χοάσπου ποταμού (Νικ. Λορέντης) (Βλέπε Αδρύμητον)
Σούσκλο-Σίκλο-Μπουγέλο=Δοχείο με νερό από το πηγάδι.
Σούσα=Εν τη παλαιά γραφή Σουσάν Μητρόπολις της επαρχάις Σουσιανής εν Ασία επί του Χοάσπου ποταμού εν τω αυτόθι πεδίω της Κισσίας, καθέδρα των βασιλέων της Περσίας εις την οποίαν ούτοι συνήθως διέτριβον εν καιρώ χειμώνος, με μίαν οχυράν ακρόπολιν Μεμνόνια καλουμένην (Νικ. Λορέντης) βλ.Αδρύμητον
Σούσα= πόλις επίσημος Περσική, Σουσιανή =χώρα και κώμη (Στεφ.Βυζ.) Παλαιότερον η Σούσα ελέγετο Αδρύμητον
Σουσουμιάζω=Αποτυπώνω τα χαρακτηριστικά κάποιου. Εξ ού και Σουσού λέγεται για γυναίκα που μιμείται τη σπουδαία.
Σούσουνο=Σούσουρο.
Σούστα=Κάθε πρόχειρο μηχανικό μεταλλικό σύστημα, όπως η σούστα της ομβρέλλας που ανοίγει αυτόματα, κ.α.
Σουτ-σς= σιωπή, τσώπαινε=κερκυρ. σώπαινε μη μιλάς, τσίτο=να φύγει η γάτα
Σουφαρής-ίδες=Έφιπποι τούρκοι χωροφύλακες.
Σουφάς-σοφάς=Πέτρινο μόνιμο κάθισμα, κυρίως στις εξώπορτες.
Σουφείρ=χώρα, εν ή οι πολύτιμοι λίθοι και ο χρυσός, εν Ινδία (Ησύχιος)
Σουφράς=Τράπεζα φαγητού βυζαντινής εποχής, μικρός ή μεγάλος στρογγυλός ύψους 30-40 εκ. ύψους κάθονταν τρώγωντας σταυροπόδι.
Σούφρες=Οι ζάρες, οι ρυτίδες, οι πτυχές στα φορέματα.
Σοφάρ, σωφίρ, σοφιρόν, οφίρ=Αι χώραι του χρυσού. Δύο τόποι έφερον στην αρχαιότητα το όνομα οφίρ, η μία στην Αραβία και η άλλη στην Ταπροβάνη, η οποία ελέγετο ίππουρις-ίππουρο, λέξις κι αυτή αναφερομένη στο χρυσό.
Σοφρίτο= κερκυραϊκό φαγητό με κρέας
Σπαβέντο=(Κερκ.) Σπάζω-σπάω, έσπασε η χολή μου, Σπαζο(χ)κόλιασα ταράχτηκα, κοψοχολιάστικα.
Σπάδα=ουδετέρως κώμη Περσική (βλέπε.Περσεύς) Σπάθα όνομα Κερκυραϊκό
Σπάδιον=στάδιον (Ησύχιος)
Σπάδιξ=έχγορδο όργανο σαν τη λύρα
Σπαλέθρη=πόλις Θεσσαλίας. Ελλάνικος δε Σπάλαθρον αυτήν φησι(Στ.Βυζάντιος)
Σπάος=Σπάγγος(Κέρκ.)
Σπάργανα=Ασπρόμαυρο μάλλινο ύφασμα εγχωρίου κατασκευής που
φασκιώνουν τα μωρά.
Σπάρτα αρχ.σπάρτον=Θάμνος σχοινοειδής με κίτρινα εύοσμα λουλούδια.
Σπαρτά-ό=Χωράφι σπαρμένο με σιτηρά.
Σπάρτακος =πόλις Θράκης Ερατοσθένης εν Γαλατικών δευτέρω, το εθνικόν Σπαρτάκιος ή και Σπάρτακος (Στεφ.Βυζάντιος)
Σπάρτακος =Όνομα περιφήμου αρχηγού δούλων επαναστατησάντων τον α΄ π.Χ. αιώνα κατά της Ρώμης.
Σπαρτερά=Τοπωνύμιον Λευκίμμης Κερκύρας.
Σπάρτη=Πόλη της Πελοποννήσου, Σπάρτη Πόλη της Πισιδίας
Σπάρτη=Λακωνικόν χωρίον από των μετά Κάδμου Σπαρτών, περί ων Τιμαγόρας φησίν “εκπεσόντας δε αυτούς εις την Λακωνικήν Σπάρτην αφ’ εαυτών ονομάσαι” έστι δε και Σπάρτη=Ελέγετο και Λελεγία πόλις της Πελοποννήσου. Σπάρτη ολης της Πισιδίας. Στάθμη τεκτονική. Σπάρτη μικρά νήσος στη σημερινή Λευκάδα
Σπαρτιάται-Ηπειρώται=Αρχικώς ήσαν οι Εβραίοι. “Ευρέθη γραφή περί τε των Σπαρτιατών και Ιουδαίων ότι εισίν αδελφοί και ότι εισίν εκ γένους Αβραάμ. (Α.Μακαβαίων) βλέπε Αβραάμ. Σπαρτιάται άποικοι ίδρυσαν κράτος στη Χιλή που είναι παραφθορά της λέξεως “Φυλή” και αυτοαποκαλούνται Αραουκανοί που σημαίνει Αρ = άριος, γηγενής, Άυκα= επιτίθεμαι, από τα ρήματα κίω πηγαίνω και κινέω= παρορμώ, προσβάλλω, επιτίθεμαι Άρα:αρ+αουκα=ο Έλληνας πολεμιστής. Ο Πάμπλο Νερούντα ο μεγαλύτερος ποιητής της Χιλής γράφει μεταξύ των άλλων:Ω! Κι εσίς Αραουκανοί, πρόγονοί μου το αίμα το ελληνικό κατρακυλά την ώρα τούτη…(Λιακόπουλος)
Σπαρτιάται=Τα ιστορικά βιβλία των Μακαββαίων αναγράφουν περί συγγενείας Σπαρτιατών και Ιουδαίων. Βασιλεύς της Σπάρτης Αρεύς φέρεται προ του Κλειμένους βασιλεύσας. Στέφ. Βυζάντιος γράφει εν λέξει Ιουδαία, “Αλέξανδρος ο Πολυϊστωρ από των παίδων Σεμιράμιδος Ιούδα και Ιδουμαία,ως δε Ιόλαος λέγεται από Ιουδαίου Σπάρτωνος εκ Θήβης μετά Διονύσου εκστρατεύσαντος“.
Σπαρτιάτης=Ο κάτοικος της Σπάρτης, οι Σπαρτιάται κυρίως απόγονοι των Δωριέων οίτινες εισβαλόντες μετά των Ηρακλειδών εις την Πελοπόννησον εκυρίευσεν την Λακωνίαν διαμείναντες του λοιπού αυτόθι βασιλευόμενοι υπό των απογόνων του Αριστοδήμου, οι οποίοι εσχημάτιζον δύο βασιλικάς οικίας εν Σπάρτη την του Ευρυσθένους και του Προκλέους.(Νικ,Λορέντης)
Σπαρτίλας=Τοπωνύμιον Κερκύρας. Σπαρτάρης Ηπείρου.Σπάρτωλος πόλις Μακεδονίας (Ησύχιος)
Σπαρτοί (εκ του σπείρω)=Εκαλούντο υπό των Βοιωτών οι μετά του Κάδμου ελθόντες εκ Φοινίκης ξένοι εις τας Θήβας, οίτινες ακολούθως αναμιχθέντες μετά των αυτοχθόνων δεν διεκρίνοντο του λοιπού απ’ αυτών ονομαζόμενοι δε και ούτοι γηγενείς και σπαρτοί. Επλάττετο δε ότι ανεφύησαν ένοπλοι εκ της γης εκ των σπαρέντων οδόντων του δράκοντος, τον οποίον εφόνευσεν ο Κάδμος και ότι συνελθόντες εις μάχην μεταξύ των εφονεύθησαν άπαντες εκτός πέντε μόνον οίτινες μετά του Κάδμου έκτισαν την πόλιν των Θηβών και από των οποίων κατήγετο η αρχαία γενεά των εν αυτή κατοίκων Πινδ. Πυθ 9, 145.Εκαλούντο δε ούτοι: Εχίων, Ουδαίος, Χθόνιος, Υπερήνωρ και Πέλωρ. Αυτός ο μύθος είναι δύσκολο για τον μη μυημένο να εννοήσει την όλη ιστορία διότι οι Αρχ. Ελλην.άλλα εννοούσαν από αυτά που εμείς διαβάζουμε. (Μ.Σ.)
Σπαρτορούτης-Σπαρτοβράκης= Εκείνος που φορούσε ρουτί ή βρακί από σπάρτο, κανάβι.
Σπάρτωλος=πόλις της Μακεδονίας επί της χώρας των Βοττιαίων Θουκ. Και Σπαρτωλός παρά Ξενοφ. Ελλ.(Στεφ. Βυζάντιος)
Σπάρτων=όρος και Σπάρτη κώμη πλησίον Εύξεινου πόντου(Στεφ.Βυζάντος)
Σπασίλας= Κείνος που πάσχει από κήλη.
Σπειώ= Θυγάτηρ του Νηρέως
Σπειρώ, Οινώ και Ελαία=Αι θυγατέρες του Ανίου αι οινοτρόποι, φεύγουσιν κατά την παράδοσιν τας βιαιότητας του οινοβαρούςΑγαμέμνωνος, μετεμορφώθησαν υπό του Διονύσου εις περιστεράς. Ήτο δε ο Άνιος υιός της Ροιούς, θυγατρός του Σταφύλου. Αυτός πάλι υιός του Διονύσου και ούτος της Διώνης-Περιστεράς-Αμπέλου. Η Αμβροσία αδελφή των υάδων και Πελειάδων περιστερών, ότε ο βασιλεύς Λυκούργος κατεδίωξε τον Διόνυσον, μετεμορφώθη εις κλήμα αμπέλου, ή περιστεράν.
Σπέος-σπείος =Καὶ δὴ ἐν τῷ πληθυντικῷ σημαίνει χάσμα, σπήλαιον, ἄντρον, καὶ θεοῦ σπέος, θεῖον σπέος, θέσπεια σπήλαια, ἄντρα θαλάσσια κατοικούμενα ὑπὸ θεῶν· καὶ Θεσπειαὶ νῆσοι τῶν Σπείων, των ιερῶν ἄντρων τῆς θαλάσσης, ἕνθα κατῴκουν Νηρηΐδες καὶ Τρίτωνες.
Σπερατζάδα=Κερκυραϊκή έκφραση, Εσπερινός περίπατος
(Α)Σπέρδουκλα= κρινοειδές φυτό
Σπερνά=Από το ρήμα σπέρνω,τα κόλλυβα (αρχ.) σπόροι βρασμένοι που δίνουν οι χριστιανοί μνημονεύοντες προσφυλή τους πρόσωπα, κόλλυβα κατά τον Ησύχιο τρωγάλια (ξηροί καρποί), στραγάλια σήμερα εννούν τα ξεροψημένα ρεβύθια, αλλά σημαίνουν και μικρά νομίσματα.
Σπερχειαί=αρχαία πόλης της Φθιώτιδος
Σπερχειός- Σπερχήϊος = Ο πάτριος ποταμὸς τοῦ Ἀχιλλέως. (Αθηναγόρας) Ποταμός Θεσσαλίας(Ησύχιος)
Σπέτσαι=Σπέτσες νησί με πολλά αρωματικά βότανα
Σπετσέρης= Σπέτσες.Ο φαρμακοποιός.Σπετσαρία φαρμακείο.
Σπέτσια=περιοχή και πόλις της Ιταλίας παρά την Γένουαν
Σπετσοπούλα=νησίδα παρά τας Σπέτσας
Σπευσανδρίδαι=γένος ιθαγενών, Σπευσ-ανδρον
Σπήλαια=η πρώτη κατοικία του ανθρώπου
Σπήλαια=Περάματος και Καστρίτσας,
Σπηλιά=στο παλαιό λιμάνι της πόλεως Κερκύρας, τοπωνύμια με σπηλιές είναι σε όλη την Ελλάδα και νησιά.
Σπήλυγξ και πήληξ= Σπήλαιον , άντρον, λίκνον κοίλον σπήλυγκες τα κοίλα της γης
Τῆς Γλώσσης ταύτης συνετάχθησαν ἐν Εὐρώπη οὐ πρὸ πολλοῦ δὺο Λεξικὰ τοῦ Prince καὶ Delitzsch, περιέχοντα τρισχιλίας Σουμερικὰς λέξεις ἐκ τῆς Ἀσσυριακῆς ἑρμηνευομένας.
Σπιανάδα=Πλατεία Κερκύρας (αγγλικά es-planade).
Σπίλιον=Βουνό της Κέρκυρας με ρήγμα και μαγνητικά ρεύματα.
Σπίνα=προϊστορική πόλις της Τυρρηνίας η οποία ιδρύθηκε από τον Διομήδη (Στραβ.), το εθνικόν Σπινάτης, έστι δε και ποταμός Σπίνος (Νικ.Λορέντης) Σπίνα: “νυν μεν κωμίον πάλαι δε Ελληνίς πόλις ένδοξος” 90 στάδια από τη θάλασσα στα μεσόγεια, κοντά στη Ραούεννα, πόλη των Θεσσαλών κτίσμα η Σπίνα, Στρβ.Ε΄1,7(Λιακόπουλος). Σπίνα-Λόγκα όνομα παλαιό της αρχ. Καλυδωνίας σήμερον νήσος του Αιγαίου (βλέπε Καλυδών)
Σπιτάλια=Το νοσοκομείο.
Σπίτι=Οσπιτάλιον.
Σπιτιάτης-ισα-ικο=Άνθρωπος, πράγμα του σπιτιού.
Σπιτότοπος=Ο γύρω από το σπίτι τόπος.
Σπληνίζω=Χολοσκάνω. Πειράζω κάποιον κατάκαρδα
Σπόγγος=Αρχαία λέξη το σφουγγάρι.
Σποΐα=τσακώνικα η στάκτη, η σποδός των αρχαίων, σποδία-σποΐα
Σπολάς=Αρχαία λέξις θώρακας από χοντρό λινό ύφασμα.
Σπολάτι=Ευτυχώς.Επί Βυζαντινής εποχής “εις πολλά έτη” Σπολλάτι =ες πολλά έτη.
Σποπάω κερκ.=Καταλαβαίνω,
Σπόπια αρχ.= πέμμα =μαγειρεμένη τροφή πίττες,γλυκίσματα ρ.πέσσω
Σποριά=μικρή έκταση του αγρού διαχωρισμένη ολόγυρα μ’ αυλακές έτοιμη να σπαρθεί.
Σπούρδα=κερκυραϊκή λέξη κολοκύθα αδειανή, αλλά και σπούρδα η κοπελίτσα έγινε μια σπούρδα, ή το αγοράκι όταν μεγαλώσει ξεσπούρδησε
Σπυρίς=αρχ.πυρός, το των πυρών άγγος δηλ. αγγείον και ρίζα βοτάνης (Ησύχιος) κόκκος σιταριού Ο κόκος το σπυρί.
Σπυροστάφυλλο=η ρόγα του σταφυλιού.
Στάγειρα=πόλις Μακεδονίας ουδετέρως πληθυντικώς, κειμένη μεταξύ του όρους Άθωνος και του Στρυμώνος ποταμού, πατρίς του φιλοσόφου Αριστοτέλη Σταγειρίτη, τανύν Λιβανόβα (Νικ. Λωρέντης) όν.των Ανδρίων εν Χαλκιδική ιδρυθείσα τω 665 π.Χ. πατρίς του Αριστοτέλους (Πρωΐας)
Σταθμία=επίθετον Αθηνάς
Σταλάω=σταλάσσω, σταλάζω, στάζω, πίπτω κατά σταγόνας, εστάλλαξεν έσταξεν. σταλαγμός, απόρροια, στάλυξ, σταληδών, ο σταλαγμός.στάζει = ρέει σταξ, σταγών, στάξιμο, η σταλγματιά. Κάσταλος τόπος μερίζων το ύδωρ. Κασταλία Κρήνη των Δελφών. Στάζω και αποστάζω, σταλάζω και αποσταλάζω, στέλλω και αποστέλλω είναι μία και η αυτή λέξις μετατροπή του γ εις λ, σταγ=σταλ. Ο Απεσταλμένος του Ευαγγελιστού Ιωάννου είναι ο “Απεσταλμένος” ως τοιούτον είναι το ύδωρ του Σιλωάμ το σταλάζον, το στάζον, το απορρέον εν τη “Κολυμβρήθρα”.
Σταλίκι το = Δοκός, κοντάρι, ξύλο μαύρο κατάλληλο για υποστήριγμα κληματαριάς. Η αρχ. στάλις
Σταλικοποδιάζω=Κουράζομαι να στέκομαι όρθιος, Σταλικοπόδιασα = απόστασα όρθιος.
Σταλικωμένος=Εύσωμος, δυνατός.
Στάλος=Η στάνη κυρίως η καλοκαιρινή που κάτω από σύσκια δένδρα κάνουν τα γιδοπρόβατα στάλισμα με το κάμα του ήλιου τα γιδοπρόβατα προ παντός. Εξ ου και τοπωνύμια Βοϊδόσταλος, Γιδόσταλος κ.α..
Σταμάτια=Είδος ασθενείας των ζώων.
Στάμνος-σταμνίον =πήλινο δοχείο για νερό. Σταμνίον Θάσιον=κεράμειον αγγείον Στάμνος = υδρία, κάλπη. Κάλαθος (Ησύχιος)
Στανικώς=Με το στανιό, το ζόρι, βιαίως, χωρίς να το θέλει.
Στανικώνω=Τελειώνω, τερματίζω την ομιλία, το πλέξιμο κάλτσας.
Στανιό=Με το στανιό, με το ζόρι, με τη βία.
Σταρίδα=Είδος φαγωσίμου αγριόχορτου.
Σταρίθρα=Είδος μικρόσωμου πουλιού.
Σταυρός=Πολλά τοπνμ. Κερκύρας, Παξών, Ηπείρου όπως Σταυροσκιάδι, Αττικής, Μακεδονίας κλπ. από τα αρχαία χρόνια, εξ ου και ο αγκυλωτός σταυρός, υποδεικνύουν την ύπαρξη όρη και βουνά με μεταλλεύματα.
Σταυροπατέρας-σταυρομάννα=Ο πατέρας ή μάννα εγκάρδιου φίλου.
Σταυροσκιάδι=παραμεθόριος, Πωγωνίου-Ηπείρου
Σταφύλη=ο διαβήτης, από μέρους(Ησύχιος). Σταφυλή η προ του φάρυγγος σταφυλή του στόματος όταν ερεθίζεται πέρνει το σχήμα της σταφύλης (Σταματάκου)
Σταφύλια=Στην Ήπειρο κυριότερες ποικιλίες σταφυλιών ήταν. Κορίθι, Παχ(υ)πέτσι,Μαυροστάφυλο,Μαυρούδι,Βότσκα,Ντεμπίνα,Μπέκαρης,Χασάνι Ντουβινό κ.α. Η καλλιέργεια της σταφίδας ήταν άγνωστη. Απλά στέγνωναν τις ρώγες του σταφυλιού στο φούρνο.
Σταφύλου= στο νησί της Σκοπέλου (Πεπάρυθος) αναφέρεται τάφος σε ηγεμόνα πιθανότατα ανήκει σε μυθικό βασιλιά Στάφυλο (Αδμ.Σαμψών) Στάφυλος ήταν ένας από τους Αργοναύτες, Σταφυλίτης επώνυμο του Διονύσου, Στάφυλος βασιλιάς των Ασσυρίων υποδεχθείς τον Βάκχον εν καιρώ της αυτόθι εκστρατείας του, και ακόμη άλλη πληροφορία Στάφυλος ιστοριογράφος τις εκ Ναυκράτεως, Στραβ.
Στεγόπολις =Πωγώνι-Β.Ηπείρου
Στειριά=δήμος Αττικός της Πανδιονίδος φυλής
Στελίς=τοπωνύμιον Νάξου, στελίς…περί φυτών (Ησύχιος)
Στεντορίς,ιδος=λίμνη της Θράκης κειμένη επί της αριστεράς όχθης του Έβρου ποταμού μεταξύ Κυψέλης και Αίνου,(Αίνος Κεφαλληνίας,Αίνος και ποταμός της Ραιτικής χώρας πηγάζων εκ των Άλπεων και εκβάλλων εις το Ίστρον(Νικ.Λωρέντης)
Στέντωρ, ορος=Έλλην όστις εφώναζε τόσον δυνατά, όσον πεντήκοντα άλλοι (Όμηρος)
Στενύκληρος=πόλις Μεσσήνης
Στένωσι=Η ασθένεια άσθμα.
Στερεύω-ομαι=Δεν έχω. Στερούμαι.
Στέρα=Κοιλωμένη πέτρα του λόγγου που κρατάει νερό της βροχής. Είδος πουλιού.
Στεριά=Η ξηρά
Στεφάνη=πόλις Φωκίδος
Στεφάνι Δάφνης=Έμβλημα της μαρτυρικής δόξας.
Στεφάνια= Τα στέφανα του γάμου.Στέψις γίνεται με ασημένια στεφάνια που ανήκουν στην εκκλησία, κοινά για κάθε γάμο.
Στήλαι=πόλις Κρήτης πλησίον Παραισού και Ριθύμνης (Στεφ.Βυζάντιος)
Στήλες=Οι Στήλες του Ηρακλή που λέγονταν και στήλες του Διονύσου, στήλες του Βριάρεω και στήλες του Αιγαίωνος βρίσκονταν στην περιοχή των Παξών -Κερκύρας, όπου ήταν και η Ατλαντίδα και τα Γάδειρα.
Στιά=Η φωτιά, οικογενειακή εστία.
Στιγματική γραφή= Σε πολλλές χώρες της γης υπάρχουν βράχοι με στιγματική γραφή η οποία χρησιμοποιήθηκε στο μακρινό παρελθόν από Έλληνες. Αργότερα εισήχθη και εφαρμόστηκε η Γραμμική Α΄από το δάσκαλο και βασιλέα που το όνομά του ήταν ΛΣΟΧΕΑΣ. Ο Λσοχέας έζησε στην πόλη ΥΠΕΡΕΗΑ της Θεσσαλίαςτον 5ο αιώνα της 26ης π.Χ. χιλιετίας.
Στίμα=Κρυψώνας.
Στίμα η= Φορολογικός κατάλογος που περιλαμβάνει τους κατ’ αποκοπήν φόρους στα γεωργικά προϊόντα.
Στίπι τσακώνικα =σπίτι
Στίφα= Είδος λευκολίθου, δυσεύρετου σήμερα, με τον οποίον κατασκέυαζαν άλλοτε οι μαστόροι καλλιτεχνικά αγκωνάρια στις οικοδομές.
Στίχος=περίπατος
Στιώ στείνω= Έστησαν χορό.
Στλεγγίς=ξύστρα καθαρισμού σώματος των αθλουμένων μετά από επάλλειψη με λάδι.
Στοβαίος =κάτοικος της πόλεως Στόβων Μακεδονίας Στόβοι=πόλις της Μακεδονίας κειμένη αρκτικώς της Πελαγονίας, κατασταθείσα ύστερον πρωτεύουσα της αυτόθι Ρωμαϊκής επαρχίας, τανυν Ίσλιβ (Πτολεμ.)
Στοιχάδες=νήσοι πέντε κατά Πλίνιον εις την Μεσόγειον θάλασσα απέναντι των παραλίων Λιγυρίας χώρας έως της Μασσαλίας οι επισημότεραι ήσαν: η Πρώτη, Μέση και Υπαία (Στρβν-Απολ.Ροδ.)
Στολίστρα=Η γυναίκα που εκ συστήματος αναλαμβάνει το στόλισμα της νύφης την ημέρα των γάμων της με το στέμμα στο κεφάλι, τις τραχηλιές με τα φλωριά κ.α. που θυμίζει την νυμφέυτρια των αρχαίων

Τα υ και το ου να θυμόμαστε επροφέροντο κατά την αρχαία εποχή με κλειστό το στόμα όπως οι Γάλλοι το u και κατά την προσωδία ένα-ένα τα φωνήεντα ο-υ κι όχι ου.

Στούπα=Τοπωνύμιον Μάνης Μεσσηνίας
Στούπος=Η τοις τετελευτηκόσι επί των φορ(ε)ίων σκηνή.(Ησύχιος)
Στουρνάρο=Η κότα.
Στούρνος-Στουρνάρι=Είδος λίθου. Αμόρφωτος, ο αγράμματος.
Στοχάζομαι= Αρχαία λέξις στοχάζομαι, σκέφτομαι, συλλογίζομαι.
Στραβοσκιάδι= Ηπείρου, Στραβοσιάδι Κερκύρας
Στραβοτσιάγουλο= Εκείνος που έχει στραβό τσιαγούλι =πηγούνι.
Στραβοράβδης=Στραβο-ράβδης, σιτηραβδίζω αυτός που ραβδίζει σιτηρά. επώνυμο σύνηθες Κερκύρας
Στραγγίστρα=Το σουρωτήρι. Ξύλινο πλέγμα που στραγγίζουν τα σταφύλια στο πάτημά τους.
Στραγάλια =τρωγάλια στην αρχαία, ρεβύθια αλατισμένα και ψημένα
Στράϊστο = Ταγάρι από σακί ή υφαντό, είχαν όλοι οι αγρότες
Στρατίη = Πόλις της Αρκαδίας ηφανισμένη στα χρόνια του Στράβωνος. Στρατονίκεια πόλις της Καρίας, και πόλις της μικράς Ασίας,Στρατονίκη Μακεδονίας Στρατινίστα, Στρατός, στράατα παιδική έκφραση, Στρέψα πόλις Μακεδονίας . Στράτωνος πύργος= Πόλις της Παλαιστίνης ύστερον Καισάρεια κληθείσα. Στραβ.
Στρατίνιστα=χωρίον Πωγωνίου γνωστό για τις γιορτές του τσίπουρου (Μ.Σ.)
Στράτιον= επίθετον Διός
Στράτος=Πόλις επίσημος της Ακαρνανίας επί του Αχελώου ποταμού περί τα σύνορα της Αιτωλίας τανύν ερείπια Πόρτα καλούμενα (Νικολ. Λορέντης
Στράτος=Η κυριοτέρα πόλις της Αιτωλίας, κοντά στο σημερινό Αγρίνιο. Ο ποταμός ΄Ιναχος είναι η ονομασία του ίδιου του Αχελώου.
Στράτσο-στρατσόχαρτο=Χονδρό χαρτί περιτυλίγματος
Στρεκλίζω=Τρεκλίζω δεν πάω καλά γενικώς.
Στρέκλας= Οίστρος, έντομον, κοινώς βοϊδόμυγα πόυ προσκολλάται στα οπίσθια των βοειδών κατα το θέρος και τα ενοχλεί σε σημείο που αφηνιάζουν και τρέχουν.
Στρεμπένου=Χωριό της Φλώρινας, σήμερα ονομπαζεται Ασπρόγεια
Στρεψαίοι=Έθνος περί Μακεδονίαν (Ησύχιος).
Στρέω= Στέργω, δέχομαι, συνενώ. Παλαιότερα οι υπογράφοντες ανάληψι υποχρεώσεων πρόσθεταν και τη λέξη “στρέω”.
Στρίζω=Τρίζω. “Στριζ’ η σκεπή απ’ το χιόνι” το βάρος του.
Στρικώνω= Εισχωρώ, πιέζω και πιεζόμενος μετ’ άλλων.
Στρίκα=Η άκρη η γωνία.
Στρινές, =Χωρίον Κερκύρας.
Στρινίλας= Χωρίον Β.Κέρκυρας.
Στριψάντερο=Ο πολύ απαιτητικός.
Στροβίλι=Βρίσκεται βορειοδυτικά της Σαγιάδας (Θεσπρωτίας) και απέναντι από την πόλι της Κέρκυρας, πάνω σ’ ένα απότομο κωνικό λόφο που εισχωρεί στη θάλασα.Το Στροβίλι, (βλέπε Στρυμών) φρούριο των Βυζαντινών χτίστηκε πάνω στα ερείπια αρχαίου οικισμού. Απασχόλησε εκτεταμένα τους Ενετούς, που το παρέλαβαν από τον Αλβανό κυρίαρχό του το 1458, για να το χάσουν από τους Οθωμανούς το 1473. Η φυσικά οχυρή θέση- βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο για τον έλεγχο των στενών αλλά και για την προστασία της πόλης της Κέρκυρας- έφερε ξανά τους Ενετούς, στο κάστρο (Ι.Βλάσσης 1473) αλλά οι Τούρκοι έδωσαν τέρμα το 1479 με την ολοσχερή καταστροφή του Στροβιλιού και της Μπάστια (Γκεντικ Αχμέτ). Η παράδοση τοποθετεί στο Στροβίλι την πρώτη Σαγιάδα, που κατέστρεψαν με δόλο οι Τούρκοι κι ανάγκασαν τις γυναίκες να ριχτούν στη θάλσσα, όπου στέκουν και σήμερα στο βυθό της μαρμαρωμένες. (Από τον Εκπολιτιστικό σύλλογο Σαγιάδας, έκδοση “ΘΕΠΡΩΤΙΑ”)
Στρόβος=πόλις Μακεδονίας
Στρογγύλη= Γενικά η λέξη “στρο-γγύλη” (κατά τον Ι.Θωμόπουλο) αναφέρεται εις την άμπελον. Ελέγετο και η Νάξος, η Θήρα και μία των Λιπαρίων νήσων (Βλέπε Λιπάραι) η και Θέρμεσσα ονομαζομένη, το σημερινόν Στρομπόλι.Αι τρεις αύται νήσοι, στρογγύλαι όπως το σχήμα. Είναι κατ’ εξοχήν οινοφόροι ως και τα ονόματα αυτών δηλούσι. Νάκσος από Να-κα-σος, ΝΑ νάμα πιοτόν, ΚΑΣ μέθυος, οίνου, (ΚΑΣ ΝΑ μέθη).Θήρα ή Φήρα, κτίσμα Θήρα τινος οπαδού του Κάδμου ή Κασ-(ΚΑΣ οίνου, ΜΟΥ δέντρου). Οι κάτοικοι Θήρες ή Φήρες, όθεν ο μύθος, ότι την νήσον κατώκουν αρχικώς θηρία. Θέρμεσσα λέγεται δια την θέρμην. ΓΙΕ(=θερ)πυρεστία, ΜΟΥ φλέγουσα (θερμός), ΕΣΣ πολύ, αλλά και ΓΙΡΑ αμπέλων οίνου, ΜΕΣΣ πλήθος.
Στρογγύλη ημείς λέγομεν το στρογγύλον, στρουμπουλόν, ομωνύμως προς το Στρομπόλι, το οποίον ερμηνεύεται από ΣΙ=οίνον,ΤΟΥΡ παράγον , ΟΥ πολύν, ΜΕ φλέγοντα, ΒΟΥΛ αμπέλων, Σι-τουρ-ου-με-βουλα, Στρου-μ-βου-λόν Στρομπόλι. Στρογγύλι δε από ΣΙ-ΤΟΥΡ οίνον παράγουσα ΟΥΓΟΥΓ=ωγύγιον, ηφαιστειώδη, ΟΥΛ=λαμπρόν, Σι-τουρ-ωγυγ-υ-λη=Στρογυγύλη, Στρογγύλη. (Ιάκ.Θωμόπουλο)
Στρογγύλη=μία των επτά Αιόλου νήσων (Στεφ. Βυζάντιος)Λιπάρας νήσος (Ησύχιος)
Στρογγύλη=Λιμένας αρχ. της Άρτας, στον Αμβρακικό υπάρχουν πολλές λιμνοθάλασσες, όπως Ροδιά, Τσουκαλιό κ. α.
Στρογγυλή=Τοπωνύμια Κερκύρας και Ηπείρου.
Στρογγυλή=Μία των νήσων του Αιγαίου πλησίον της Λήμνου
Στρόγωλα=πόλις Λυδίας
Στρόϊρας= Ο στύλος που είναι στη μέση στ’ αλώνι και δένεται το ζώο κατά τ’ αλώνισμα.
Στρόκος=Δυνατός, γερός.Ταυτόσημος προς το Μπούρας.
Στρομπόλι=Σικελίας, καταστράφηκε από μεγάλο σεισμό (βλέπε στρογγύλη)
Στρούθεια=πόλις Φρυγ εις τα όρη Λυκαονίας (Στεφ.Βυζάντιος)
Στρουμπούλω=Η κοντού αναστήματος όμορφη και παχουλή κόρη.
Στροφάδες=Σκώληκες.
Στροφάδες=Δύω νήσοι του Ιονίου πελάγους απέναντι της Πελοποννήσου μεσημβρινώς της Ζακύνθου
Στροφαίος=Ερμής, ο προ ταις θύραις ιδρυμένος. δια τον της θύρας στροφέα (Ησύχιος)
Στρόφιλας=οικισμός της Άνδρου (4η χιλιετία π..Χ.)
Στροφίλι =Το αρχαίον στέμφυλον, τσίπουρο
Στρύμη=Πόλις των Θασίων Θράκης επί του Λίσσου ποταμού.
Στρύμη=πόλις (Ησύχιος)
Στρυμόνιοι=οι Βιθυνοί το πρότερον
Στρυμόνιος =ο βορράς
Στρυμών=Ποταμός της Θράκης εκβάλλων εις το Αιγαίον πέλαγος, δια του οποίου εχωρίζετο πρότερον η Μακεδονία από τη Θράκη, τανύν Ισκάρ (Νικ.Λορέντη).

Σπαβέντο=(Κερκ.)Σπάζω-σπάω, έσπασε η χολή μου, Σπαζο(χ)κόλιασα ταράχτηκα, κοψοχολιάστικα.
Σπάδα=ουδετέρως κώμη Περσική (βλέπε.Περσευς)Σπάθα όνομα Κερκυραϊκό Σπάδιον=στάδιον (Ησύχιος)
Σπαλέθρη=πόλις Θεσσαλίας. Ελλάνικος δε Σπάλαθρον αυτήν φησι(Στ.Βυζάντιος Σπάος=Σπάγγος(Κέρκ.)
Σπάργανα=Ασπρόμαυρο μάλλινο ύφασμα εγχωρίου κατασκευής που
φασκιώνουν τα μωρά.
Σπάρτα αρχ.σπάρτον=Θάμνος σχοινοειδής με κίτρινα εύοσμα λουλούδια.
Σπαρτά-ό=Χωράφι σπαρμένο με σιτηρά.
Σπάρτακος ο= πόλις Θράκης. Ερατοσθένης εν Γαλατικών δευτέρω, το εθνικόν Σπαρτάκιος ή και Σπάρτακος (Στεφ.Βυζάντιος)
Σπάρτακος =Όνομα περιφήμου αρχηγού δούλων επαναστατησάντων τον α΄ π.Χ. αιώνα κατά της Ρώμης.
Σπαρτερά=Τοπωνύμιον Λευκίμμης Κερκύρας.
Σπάρτη=Λακωνικόν χωρίον από των μετά Κάδμου Σπαρτών, περί ων Τιμαγόρας φησίν “εκπεσόντας δε αυτούς εις την Λακωνικήν Σπάρτην αφ’ εαυτών ονομάσαι” έστι δε και Σπαρτορούτης-Σπαρτοβράκης= Εκείνος που φορούσε ρουτί ή βρακί από σπάρτο, κανάβι Σπάρτον όρος και Σπάρτη κώμη πλησιόν του Ευξείνου πόντου. (Στεφ. Βυζάντιος)
Σπάρτη=Ελέγετο και Λελεγία πόλις της Πελοποννήσου. Σπάρτη ολης της Πισιδίας. Στάθμη τεκτονική. Σπάρτη μικρά νήσος στη σημερινή Λευκάδα
Σπαρτιάται-Ηπειρώται=Αρχικώς ήσαν οι Εβραίοι. “Ευρέθη γραφή περί τε των Σπαρτιατών και Ιουδαίων ότι εισίν αδελφοί και ότι εισίν εκ γένους Αβραάμ. (Α.Μακαβαίων) βλέπε Αβραάμ. Σπαρτιάται άποικοι ίδρυσαν κράτος στη Χιλή που είναι παραφθορά της λέξεως “Φυλή” και αυτοαποκαλούνται Αραουκανοί που σημαίνει Αρ = άριος, γηγενής, Άυκα= επιτίθεμαι, από τα ρήματα κίω πηγαίνω και κινέω= παρορμώ, προσβάλλω, επιτίθεμαι Άρα:αρ+αουκα=ο Έλληνας πολεμιστής. Ο Πάμπλο Νερούντα ο μεγαλύτερος ποιητής της Χιλής γράφει μεταξύ των άλλων:Ω! Κι εσίς Αραουκανοί, πρόγονοί μου το αίμα το ελληνικό κατρακυλά την ώρα τούτη…(Λιακόπουλος)
Σπαρτιάται=Τα ιστορικά βιβλία των Μακαββαίων αναγράφουν περί συγγενείας Σπαρτιατών και Ιουδαίων. Βασιλεύς της Σπάρτης Αρεύς φέρεται προ του Κλειμένους βασιλεύσας. Στέφ. Βυζάντιος γράφει εν λέξει Ιουδαία, “Αλέξανδρος ο Πολυϊστωρ από των παίδων Σεμιράμιδος Ιούδα και Ιδουμαία,ως δε Ιόλαος λέγεται από Ιουδαίου Σπάρτωνος εκ Θήβης μετά Διονύσου εκστρατεύσαντος“.
Σπαρτιάτης=Ο κάτοικος της Σπάρτης, οι Σπαρτιάται κυρίως απόγονοι των Δωριέων οίτινες εισβαλόντες μετά των Ηρακλειδών εις την Πελοπόννησον εκυρίευσεν την Λακωνίαν διαμείναντες του λοιπού αυτόθι βασιλευόμενοι υπό των απογόνων του Αριστοδήμου, οι οποίοι εσχημάτιζον δύο βασιλικάς οικίας εν Σπάρτη την του Ευρυσθένους και του Προκλέους.
Σπαρτίλας=Τοπωνύμιον Κερκύρας. Σπαρτάρης Ηπείρου.Σπάρτωλος πόλις Μακεδονίας (Ησύχιος)
Σπαρτοί (εκ του σπείρω)=Εκαλούντο υπό των Βοιωτών οι μετά του Κάδμου ελθόντες εκ Φοινίκης(;) ξένοι εις τας Θήβας, οίτινος ακολούθως αναμιχθέντες μετά των αυτοχθόνων δεν διεκρίνοντο του λοιπού απ’ αυτών ονομαζόμενοι και ούτοι γηγενείς και σπαρτοί . Επλάττετο δε ότι ανεφύησαν ένοπλοι εκ της γης εκ των σπαρέντων οδόντων του δράκοντος, τον οποίον εφόνευσεν ο Κάδμος και ότι συνελθόντες εις μάχην μεταξύ των εφονεύθησαν άπαντες εκτός πέντε μόνον οίτινες μετά του Κάδμου έκτισαν την πόλιν των Θηβών και από των οποίων κατήγετο η αρχαία γενεά των εν αυτή κατοίκων Πινδ. Πυθ 9, 145.Εκαλούντο δε ούτοι: Εχίων, Ουδαίος, Χθόνιος, Υπερήνωρ και Πέλωρ. Αυτός ο μύθος είναι δύσκολο για τον μη μυημένο να εννοήσει την όλη ιστορία διότι οι Αρχ. Ελληνες άλλα εννοούσαν από αυτά που εμείς σήμερα διαβάζουμε (Μ.Σ.)
Σπαρτορούτης-Σπαρτοβράκης= Εκείνος που φορούσε ρουτί ή βρακί από σπάρτο, κανάβι.
Σπάρτωλος=πόλις της Μακεδονίας επί της χώρας των Βοττιαίων Θουκ. Και Σπαρτωλός παρά Ξενοφ. Ελλ.(Στεφ. Βυζάντιος)
Σπάρτον=όρος και Σπάρτη κώμη πλησίον Εύξεινου πόντου(Στεφ.Βυζάντος)
Σπασίλας= Κείνος που πάσχει από κήλη.
Σπειώ= Θυγάτηρ του Νηρέως
Σπειρώ, Οινώ και Ελαία=Αι θυγατέρες του Ανίου αι οινοτρόποι, φεύγουσιν κατά την παράδοσιν τας βιαιότητας του οινοβαρούςΑγαμέμνωνος, μετεμορφώθησαν υπό του Διονύσου εις περιστεράς. Ήτο δε ο Άνιος υιός της Ροιούς, θυγατρός του Σταφύλου. Αυτός πάλι υιός του Διονύσου και ούτος της Διώνης-Περιστεράς-Αμπέλου. Η Αμβροσία αδελφή των υάδων και Πελειάδων περιστερών, ότε ο βασιλεύς Λυκούργος κατεδίωξε τον Διόνυσον, μετεμορφώθη εις κλήμα αμπέλου, ή περιστεράν.
Σπέος-σπείος =Καὶ δὴ ἐν τῷ πληθυντικῷ σημαίνει χάσμα, σπήλαιον, ἄντρον, καὶ θεοῦ σπέος, θεῖον σπέος, θέσπεια σπήλαια, ἄντρα θαλάσσια κατοικούμενα ὑπὸ θεῶν· καὶ Θεσπειαὶ νῆσοι τῶν Σπείων, των ιερῶν ἄντρων τῆς θαλάσσης, ἕνθα κατῴκουν Νηρηΐδες καὶ Τρίτωνες.
Σπερατζάδα= Κερκυραϊκή έκφραση, Εσπερινός περίπατος
(Α)Σπέρδουκλα= κρινοειδές φυτό
Σπερνά=Από το ρήμα σπέρνω,τα κόλλυβα (αρχ.) σπόροι βρασμένοι που δίνουν οι χριστιανοί μνημονεύοντες προσφυλή τους πρόσωπα, κόλλυβα κατά τον Ησύχιο τρωγάλια (ξηροί καρποί), στραγάλια σήμερα εννούν τα ξεροψημένα ρεβύθια, αλλά σημαίνουν και μικρά νομίσματα.
Σπερχειαί=αρχαία πόλης της Φθιώτιδος
Σπερχιὸς- Σπερχήϊος = Ο πάτριος ποταμὸς τοῦ Ἀχιλλέως. (Αθηναγόρας) Ποταμός Θεσσαλίας(Ησύχιος)
Σπέτσαι=Σπέτσες νησί με πολλά αρωματικά βότανα
Σπετσέρης=.Ο φαρμακοποιός.Σπετσαρία φαρμακείο.
Σπέτσια=περιοχή και πόλις της Ιταλίας παρά την Γένουαν
Σπετσοπούλα=νησίδα παρά τας Σπέτσας
Σπευσανδρίδαι=γένος ιθαγενών, Σπευσ-ανδρον
Σπήλαια=η πρώτη κατοικία του ανθρώπου.Ορφέας ο μεγάλος μουσικός και φιλόσοφος, Ηρόδοτος, κ.α. και όπως γράφει η παράδοση κι ο Ιησούς Χριστός (βλέπε Σπήλαια)
Σπήλαια=Περάματος και Καστρίτσας, Μέγα Σπήλαιο Πελοπόννησος
Σπήλαιον=το άντρον, οι οικούντες σπηλαΐται εισίν ουν “αγάλματα Ηρακλέους Ερμού και Απόλλωνος σπηλαΐται καλούμενοι”(Στεφ. Βυζάντιος)
Σπηλιά=στο παλαιό λιμάνι της πόλεως Κερκύρας, τοπωνύμια με σπηλιές είναι σε όλη την Ελλάδα και νησιά.
Σπήλυγξ και πήληξ= Σπήλαιον , άντρον, λίκνον κοίλον σπήλυγκες τα κοίλα της γης
Τῆς Γλώσσης ταύτης συνετάχθησαν ἐν Εὐρώπη οὐ πρὸ πολλοῦ δὺο Λεξικὰ τοῦ Prince καὶ Delitzsch, περιέχοντα τρισχιλίας Σουμερικὰς λέξεις ἐκ τῆς Ἀσσυριακῆς ἑρμηνευομένας.
Σπιανάδα=Πλατεία Κερκύρας (αγγλικά esplanade).
Σπίνα=προϊστορική πόλις της Τυρρηνίας η οποία ιδρύθηκε από τον Διομήδη (Στραβ.), το εθνικόν Σπινάτης, έστι δε και ποταμός Σπίνος (Νικ.Λορέντης) Σπίνα: “νυν μεν κωμίον πάλαι δε Ελληνίς πόλις ένδοξος” 90 στάδια από τη θάλασσα στα μεσόγεια, κοντά στη Ραούεννα , πόλη των Θεσσαλών κτίσμα η Σπίνα, Στρβ.Ε΄1,7(Λιακόπουλος). Σπίνα-Λόγκα όνομα παλαιό της αρχ. Καλυδωνίας σήμερον νήσος του Αιγαίου (βλέπε Καλυδών)
Σπιτάλια=Το νοσοκομείο
Σπίτι=Οσπιτάλιον.
Σπιτιάτης-ισα-ικο=Άνθρωπος, πράγμα του σπιτιού.
Σπιτότοπος=Ο γύρω από το σπίτι τόπος
Σπλινίζω=Πειράζω κάποιον κατάκαρδα. Χολοσκάνω.
Σπίλιον=Βουνό της Κέρκυρας με ρήγμα και μαγνητικά ρεύματα.
Σπίλος=Γη κεραμική, πέτρα πωρώδης, κ.α.(Ησύχιος)
Σπόγγος=Αρχαία λέξη το σφουγγάρι.
Σποΐα=τσακώνικα η στάκτη, η σποδός των αρχαίων, σποδία-σποΐα
Σπολάς=Αρχαία λέξις θώρακας από χοντρό λινό ύφασμα.
Σπολάτι= Ευτυχώς. Σπολλάτι =ες πολλά έτη.
Σποπάω κερκ.=Καταλαβαίνω
Σπόπια αρχ.= πέμμα =μαγειρεμένη τροφή πίττες,γλυκίσματα ρ.πέσσω
Σποριά=μικρή έκταση του αγρού διαχωρισμένη ολόγυρα μ’ αυλακές έτοιμη να σπαρθεί.
Σπούρδα=κερκυραϊκή λέξη κολοκύθα αδειανή, αλλά και σπούρδα η κοπελίτσα έγινε μια σπούρδα, ή το αγοράκι όταν μεγαλώσει ξεσπούρδησε Σπυρί=Ο κόκος το σπυρί.
Σπυροστάφυλλο=η ρόγα του σταφυλιού.
Στάγειρα=πόλις Μακεδονίας ουδετέρως πληθυντικώς, κειμένη μεταξύ του όρους Άθωνος και του Στρυμώνος ποταμού, πατρίς του φιλοσόφου Αριστοτέλη Σταγειρίτη, τανύν Λιβανόβα (Νικ. Λωρέντης)
Σταγκωτής= Γανωτής λ.Κερκυραϊκή
Στάζω ή σταλάζω=Στάζει η στέγη Σταλάζω,στάλα,σταγών.
Σταλάω=σταλάσσω, σταλάζω, στάζω, πίπτω κατά σταγόνας, εστάλλαξεν έσταξεν. σταλαγμός, απόρροια, στάλυξ, σταληδών, ο σταλαγμός.στάζει = ρέει σταξ, σταγών, στάξιμο, η σταλγματιά. Κάσταλος τόπος μερίζων το ύδωρ. Κασταλία Κρήνη των Δελφών. Στάζω και αποστάζω, σταλάζω και αποσταλάζω, στέλλω και αποστέλλω είναι μία και η αυτή λέξις μετατροπή του γ εις λ, σταγ=σταλ. Ο Απεσταλμένος του Ευαγγελιστού Ιωάννου είναι ο “Απεσταλμένος” ως τοιούτον είναι το ύδωρ του Σιλωάμ το σταλάζον, το στάζον, το απορρέον εν τη “Κολυμβρήθρα”.
Σταλίκι=Δοκός, κοντάρι, ξύλο μακρύ κατάλληλο για υπόστήριγμα κληματαριάς.
Σταλικοποδιάζω=Κουράζομαι να στέκομαι όρθιος, Σταλικοπόδιασα = απόστασα όρθιος.
Σταλικωμένος=Εύσωμος, δυνατός.
Στάλος=Η στάνη κυρίως η καλοκαιρινή που κάτω από σύσκια δέντρα κάνουν στάλισμα με το κάμα του ηλίου τα γιδοπρόβατα προ παντός.Εξ ου και τοπωνύμια Βοϊδόσταλος,Γιδόσταλος κ.α.
Σταμάτια=Είδος ασθενείας των ζώων.
Στάμνος-σταμνίον =πήλινο δοχείο για νερό. Σταμνίον Θάσιον=κεράμειον αγγείον Στάμνος = υδρία, κάλπη. Κάλαθος (Ησύχιος)
Στανικώς=Με το στανιό, το ζόρι, βιαίως, χωρίς να το θέλει.
Στανικώνω=Τελειώνω, τερματίζω την ομιλία, το πλέξιμο κάλτσας.
Στανιό=Με το στανιό, με το ζόρι, με τη βία.
Σταρίδα=Είδος φαγωσίμου αγριόχορτου.
Σταρίθρα=Είδος μικρόσωμου πουλιού.
Σταυρός=Πολλά τοπνμ. Κερκύρας, Παξών, Ηπείρου Αττικής, Μακεδονίας κλπ. από τα αρχαία χρόνια, εξ ου και ο αγκυλωτός σταυρός, υποδεικνύουν την ύπαρξη όρη και βουνά με μεταλλεύματα.
Σταυροπατέρας-σταυρομάννα=Ο πατέρας ή μάννα εγκάρδιου φίλου.
Σταφύλη=ο διαβήτης, από μέρους(Ησύχιος). Σταφυλή η προ του φάρυγγος σταφυλή του στόματος όταν ερεθίζεται πέρνει το σχήμα της σταφύλης (Σταματάκου)
Σταφύλια=Στην Ήπειρο κυριότερες ποικιλίες σταφυλιών ήταν. Κορίθι, Παχ(υ)πέτσι,Μαυροστάφυλο,Μαυρούδι,Βότσκα,Ντεμπίνα,Μπέκαρης,Χασάνι Ντουβινό κ.α. Η καλλιέργεια της σταφίδας ήταν άγνωστη. Απλά στέγνωναν τις ρώγες του σταφυλιού στο φούρνο.
Σταφύλου= στο νησί της Σκοπέλου (Πεπάρυθος) αναφέρεται τάφος σε ηγεμόνα πιθανότατα ανήκει σε μυθικό βασιλιά Στάφυλο (Αδμ.Σαμψών) Στάφυλος ήταν ένας από τους Αργοναύτες, Σταφυλίτης επώνυμο του Διονύσου, Στάφυλος βασιλιάς των Ασσυρίων υποδεχθείς τον Βάκχον εν καιρώ της αυτόθι εκστρατείας του, και ακόμη άλλη πληροφορία Στάφυλος ιστοριογράφος τις εκ Ναυκράτεως, Στραβ.
Στεγόπολις =Πωγώνι-Β.Ηπείρου
Στειριά=δήμος Αττικός της Πανδιονίδος φυλής
Στέκα=στάσου (Κέρκυρα-΄|Ηπειρος)
Στελίς=τοπωνύμιον Νάξου, στελίς…περί φυτών (Ησύχιος)
Στεντορίς,ιδος=λίμνη της Θράκης κειμένη επί της αριστεράς όχθης του Έβρου ποταμού μεταξύ Κυψέλης και Αίνου,(Αίνος Κεφαλληνίας,Αίνος και ποταμός της Ραιτικής χώρας πηγάζων εκ των Άλπεων και εκβάλλων εις το Ίστρον(Νικ.Λωρέντης)
Στέντωρ, ορος=Έλλην όστις εφώναζε τόσον δυνατά, όσον πεντήκοντα άλλοι (Όμηρος)
Στενύκληρος=πόλις Μεσσήνης
Στένωσι=Η ασθένεια άσθμα.
Στερεύω-ομαι=Δεν έχω. Στερούμαι.
Στεριά=Η ξηρά
Στεφάνη=πόλις Φωκίδος
Στεφάνι Δάφνης=Έμβλημα της μαρτυρικής δόξας.
Στεφάνια= Τα στέφανα του γάμου.Στέψις γίνεται με ασημένια στεφάνια που ανήκουν στην εκκλησία, κοινά για κάθε γάμο.
Στένωσι=Η ασθένεια άσθμα.
Στεριά=Η ξηρά
Στήλαι=πόλις Κρήτης πλησίον Παραισού και Ριθύμνης (Στεφ.Βυζάντιος)
Στήλες=Οι Στήλες του Ηρακλή που λέγονταν και στήλες του Διονύσου, στήλες του Βριάρεω και στήλες του Αιγαίωνος βρίσκονταν στην περιοχή των Παξών -Κερκύρας, όπου ήταν και η Ατλαντίδα και τα Γάδειρα.
Στιά=οικογενειακή εστία Στιά= εννούν και σήμερα στην αγροτική Κέρκυρα και τη φωτιά που βράζει το φαγητό
Στιγματική γραφή=η πρώτη γραφή που χρησιμοποιήθηκε από τους Σάρειους –Έλληνες είναι η στιγματική γραφή. Για πολλά χρόνια εχρησιμοποιείτο έως τη 14η π.Χ. χιλιετία, ακόμη και όταν εισήγαγαν τον 5ο αιώνα της 26ης π.Χ. χιλιετία τη γραμμική Α(Βλέπε λ. Γραφή-Πολυφωνία)
Στήλαι του Ηρακλέους=λέγονταν και Στήλαι του Βριάρεω, Στήλαι Διονύσου, Στήλαι του Αιγαίωνος βρίσκονταν στην περιοχή Παξών –Κερκύρας, όπου ήταν και η Ατλαντίδα και τα Γάδειρα.
Στιά=Η φωτιά που καίει (χρησιμοποιείται Κερκ.και Ηπειρ.)
Στιγματική γραφή=Είναι η πρώτη Ελληνική γραφή.Η Ανταρκτική από το 37000 π.Χ. μέχρι το12000 π.Χ. βρισκόταν πάνω στον Ισημερινό. Η γραφή τους ήταν στιγματικής μορφής και αποτελείτο από τρία διαφορετικά στίγματα, τα οποία ήσαν μια τελεία ή ένας μικρός κύκλος, ένα ισόπλευρο τρίγωνο κι ένα γεμάτο τετράγωνο. Με τα τρία αυτά διαφορετικά στίγματα σχημάτιζαν 18 εν χρήσει φθόγγους. Αυτοί οι φθόγγοι ήταν σε χρήση από όλους τους Σελλάνες-Έλληνες (Καραβά-Γαλάνη Μ.-Ταξιάρχης Τσιόγκας)
Στίμα η= Φορολογικός κατάλογος που περιλαμβάνει τους κατ’ αποκοπήν φόρους στα γεωργικά προϊόντα.
Στίμα=Κρυψώνας.
Στίπι τσακώνικα =σπίτι
Στίφα= Είδος λευκολίθου, δυσεύρετου σήμερα, με τον οποίον κατασκέυαζαν άλλοτε οι μαστόροι καλλιτεχνικά αγκωνάρια στις οικοδομές.
Στίχος=περίπατος
Στιώ στείνω= Έστησαν χορό.
Στλεγγίς=ξύστρα καθαρισμού σώματος των αθλουμένων μετά από επάλλειψη με λάδι
Στοβαίος =κάτοικος της πόλεως Στόβων Μακεδονίας Στόβοι=πόλις της Μακεδονίας κειμένη αρκτικώς της Πελαγονίας, κατασταθείσα ύστερον πρωτεύουσα της αυτόθι Ρωμαϊκής επαρχίας, τανυν Ίσλιβ (Πτολεμ.)
Στοιχάδες=νήσοι πέντε κατά Πλίνιον εις την Μεσόγειον θάλασσα απέναντι των παραλίων Λιγυρίας χώρας έως της Μασσαλίας οι επισημότεραι ήσαν: η Πρώτη, Μέση και Υπαία (Στρβν-Απολ.Ροδ.)
Στολίστρα= Η γυναίκα (Πωγώνι)που εκ συστήματος αναλαμβάνει το στόλισμα της νύφης την ημέρα των γάμων της, που θυμίζει την νυμφέυτρια των αρχαίων.
Στούρνος-Στουρνάρι=Είδος λίθου. Αμόρφωτος, ο αγράμματος.
Στοχάζομαι= Αρχαία λέξις στοχάζομαι, σκέφτομαι, συλλογίζομαι.
Στραβοράβδης=Στραβο-ράβδης, σιτηραβδίζω αυτός που ραβδίζει σιτηρά.
Στραβοσκιάδι= Ηπείρου, Στραβοσιάδι Κερκύρας
Στραβοτσιάγουλο= Εκείνος που έχει στραβό τσιαγούλι =πηγούνι.
Στραγγίστρα=Το σουρωτήρι. Ξύλινο πλέγμα που στραγγίζουν τα σταφύλια στο πάτημά τους.
Στραγάλια=τρωγάλια στην αρχαία, ρεβύθια αλατισμένα και ψημένα
Στρακώνω=Ισιώνω, κάνω τσάκισι σε ύφασμα σιδερώνοντάς το, Κάνω Στράκα στο παντελόνι.
Στρατίνιστα=χωρίον Πωγωνίου γνωστό για τις γιορτές του τσίπουρου (Μ.Σ.)
Στράτιον= επίθετον Διός
Στράτος=Πόλις επίσημος της Ακαρνανίας επί του Αχελώου ποταμού περί τα σύνορα της Αιτωλίας τανύν ερείπια Πόρτα καλούμενα (Νικολ. Λορέντης).
Στράτος=Η κυριοτέρα πόλις της Αιτωλίας, κοντά στο σημερινό Αγρίνιο. Ο ποταμός ΄Ιναχος είναι η ονομασία του ίδιου του Αχελώου.
Στρατίη = Πόλις της Αρκαδίας ηφανισμένη στα χρόνια του Στράβωνος. Στρατονίκεια πόλις της Καρίας, και πόλις της μικράς Ασίας,Στρατονίκη Μακεδονίας Στρατινίστα, Στρατός, στράατα παιδική έκφραση, Στράψα πόλις Μακεδονίας . Στράτωνος πύργος= Πόλις της Παλαιστίνης ύστερον Καισάρεια κληθείσα. Στραβ.
Στράτσο-στρατσόχαρτο=Χονδρό χαρτί περιτυλίγματος
Στρεκλίζω=Τρεκλίζω δεν πάω καλά γενικώς.Στρέκλας.Οίστρος , έντομον κοινώς βοϊδόμυγα.
Στρέκλας= Οίστρος, έντομον, κοινώς βοϊδόμυγα πόυ προσκολλάται στα οπίσθια των βοειδών κατα το θέρος και τα ενοχλεί σε σημείο που αφηνιάζουν και τρέχουν.
Στρεμπένου=Χωιό της Φλώρινας, σήμερα ονομπαζεται Ασπρόγεια
Στρεψαίοι=Έθνος περί Μακεδονίαν (Ησύχιος).
Στρέω= Στέργω, δέχομαι, συνενώ. Παλαιότερα οι υπογράφοντες ανάληψι υποχρεώσεων πρόσθεταν και τη λέξη “στρέω”.
Στρίκα=Η άκρη η γωνία.
Στρίζω=Τρίζω. “Στριζ’ η σκεπή απ’ το χιόνι” το βάρος του.
Στρικώνω= Εισχωρώ, πιέζω και πιεζόμενος μετ’ άλλων.
Στρινίλας= Χωρίον Β.Κέρκυρας.
Στρινές, =Χωρίον Κερκύρας.
Στριψάντερο=Ο πολύ απαιτητικός.
Στροβίλι=Βρίσκεται βορειοδυτικά της Σαγιάδας (Θεσπρωτίας) και απέναντι από την πόλι της Κέρκυρας, πάνω σ’ ένα απότομο κωνικό λόφο που εισχωρεί στη θάλασα.Το Στροβίλι, (βλέπε Στρυμών) φρούριο των Βυζαντινών χτίστηκε πάνω στα ερείπια αρχαίου οικισμού. Απασχόλησε εκτεταμένα τους Ενετούς, που το παρέλαβαν από τον Αλβανό κυρίαρχό του το 1458, για να το χάσουν από τους Οθωμανούς το 1473. Η φυσικά οχυρή θέση- βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο για τον έλεγχο των στενών αλλά και για την προστασία της πόλης της Κέρκυρας- έφερε ξανά τους Ενετούς, στο κάστρο (Ι.Βλάσσης 1473) αλλά οι Τούρκοι έδωσαν τέρμα το 1479 με την ολοσχερή καταστροφή του Στροβιλιού και της Μπάστια (Γκεντικ Αχμέτ). Η παράδοση τοποθετεί στο Στροβίλι την πρώτη Σαγιάδα, που κατέστρεψαν με δόλο οι Τούρκοι κι ανάγκασαν τις γυναίκες να ριχτούν στη θάλσσα, όπου στέκουν και σήμερα στο βυθό της μαρμαρωμένες. (Από τον Εκπολιτιστικό σύλλογο Σαγιάδας, έκδοση “ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ”)
Στρομπόλι=Σικελίας, καταστράφηκε από μεγάλο σεισμό (βλέπε στρογγύλη)
Στρόβος=πόλις Μακεδονίας
Στρογγύλη= Γενικά η λέξη “στρο-γγύλη” (κατά τον Ι.Θωμόπουλο) αναφέρεται εις την άμπελον. Ελέγετο και η Νάξος, η Θήρα και μία των Λιπαρίων νήσων (Βλέπε Λιπάραι) η και Θέρμεσσα ονομαζομένη, το σημερινόν Στρομπόλι.Αι τρεις αύται νήσοι, στρογγύλαι όπως το σχήμα. Είναι κατ’ εξοχήν οινοφόροι ως και τα ονόματα αυτών δηλούσι. Νάκσος από Να-κα-σος, ΝΑ νάμα πιοτόν, ΚΑΣ μέθυος, οίνου, (ΚΑΣ ΝΑ μέθη).Θήρα ή Φήρα, κτίσμα Θήρα τινος οπαδού του Κάδμου ή Κασ-(ΚΑΣ οίνου, ΜΟΥ δέντρου). Οι κάτοικοι Θήρες ή Φήρες, όθεν ο μύθος, ότι την νήσον κατώκουν αρχικώς θηρία. Θέρμεσσα λέγεται δια την θέρμην. ΓΙΕ(=θερ)πυρεστία, ΜΟΥ φλέγουσα (θερμός), ΕΣΣ πολύ, αλλά και ΓΙΡΑ αμπέλων οίνου, ΜΕΣΣ πλήθος.
Στρογγύλη ημείς λέγομεν το στρογγύλον, στρουμπουλόν, ομωνύμως προς το Στρομπόλι, το οποίον ερμηνεύεται από ΣΙ=οίνον,ΤΟΥΡ παράγον , ΟΥ πολύν, ΜΕ φλέγοντα, ΒΟΥΛ αμπέλων, Σι-τουρ-ου-με-βουλα, Στρου-μ-βου-λόν Στρομπόλι. Στρογγύλι δε από ΣΙ-ΤΟΥΡ οίνον παράγουσα ΟΥΓΟΥΓ=ωγύγιον, ηφαιστειώδη, ΟΥΛ=λαμπρόν, Σι-τουρ-ωγυγ-υ-λη=Στρογυγύλη, Στρογγύλη. (Ιάκ.Θωμόπουλο)
Στρογγύλη=μία των επτά Αιόλου νήσων (Στεφ. Βυζάντιος)
Στρογγύλη=Λιμένας αρχ. της Άρτας, στον Αμβρακικό υπάρχουν πολλές λιμνοθάλασσες, όπως Ροδιά, Τσουκαλιό κ. α.
Στρογγυλή=Τοπωνύμια Κερκύρας και Ηπείρου.
Στρογγυλή=Μία των νήσων του Αιγαίου πλησίον της Λήμνου
Στρόγωλα=πόλις Λυδίας
Στρόκος=Δυνατός, γερός.Ταυτόσημος προς το Μπούρας.
Στρόϊρας= Ο στύλος που είναι στη μέση στ’ αλώνι και δένεται το ζώο κατά τ’ αλώνισμα.
Στρούθεια=πόλις Φρυγ εις τα όρη Λυκαονίας (Στεφ.Βυζάντιος)
Στρουμπούλω=Η κοντού αναστήματος όμορφη και παχουλή κόρη.
Στρυμόνιοι=οι Βιθυνοί το πρότερο
Στροφάδες=Δύω νήσοι του Ιονίου πελάγους απέναντι της Πελοποννήσου μεσημβρινώς της Ζακύνθου
Στρόφιλας=οικισμός της Άνδρου (4η χιλιετία π..Χ.)
Στροφίλι =Το αρχαίον στέμφυλον, τσίπουρο
Στρύμη=Πόλις των Θασίων Θράκης επί του Λίσσου ποταμού.
Στρύμη=πόλις(Ησύχιος)
Στρώμνιτσα=πόλιςτης Νοτιοσλαυΐας εν Μακεδονία και Στρούμιτσα
Στρυμόνιοι=οι Βιθυνοί το πρότερο Στρυμόνιος =ο βορράς
Στρυμών=Ποταμός της Θράκης εκβάλλων εις το Αιγαίον πέλαγος, δια του οποίου εχωρίζετο πρότερον η Μακεδονία από τη Θράκη, τανύν Ισκάρ (Νικ.Λορέντη). και Στρούμα (Πρωΐας)
*Στρυμών= Πρωτο-Ελληνική Πελασγική λέξη. Eπί νομισμάτων της πόλεως Παυταλίας, κειμένης κατά τον άνω Στρυμώνα, εικονίζεται ο θεός του ποταμού Στρυμών, περιστοιχιζόμενος υπό των τεσσάρων αυτού τέκνων τα ονόματα αναγράφονται δια των λέξεων Βότρυς, Σταχ, Χρυσός, Άργυρος δηλούντα τα προϊόντα της παρά τον ποταμόν χώρας, ήτοι οίνον, σίτον, χρυσόν και άργυρον, των οποίων η έννοια περιέχεται εις το όνομα Στρυμών. Ερμηνεύεται από ΟΥΜΟΥΝ(=υμών) τέλμα (ποταμού), ΤΟΥΡ (=τυρ), παράγον, ΣΕ σίτον και ΣΙ οίνον, χρυσόν και άργυρον, Σι-τυρ-υμών, Στρυμών. (Θωμόπουλος Πελασγικά)
Στυβέρρα=Πόλις της Μακεδονίας κει μένη μεταξύ του Αξιού και Εριγόνος ποταμού. Τα Στύμβαρρα παρά Στράβωνος.
Στυγός ύδωρ=της κρήνης του Άδου το ύδωρ (Ησύχιος) αρχ. όνομα αποκρήμνου θέσεως και πηγής επί των Αροανίων ορέων της Αρκαδίας νυν Νεραϊδόραχη (Πρωΐας)
Στυλιάρι=Κυλινδρική ράβδος από σκληρό ξύλο χρησιμοπούμενη ως λαβή σε γεωργικά εργαλεία
Στυμφαλία =Της λίμνης και αρχαία πόλεως Στυμφάλου εν Αρκαδία όπου και διαιτώντο αι Στυμφαλίαι όρνιθαι.
Στύμφη=η Χαλκίς
Στύμφηλος=πόλις εν Αρκαδία (Όμηρος)
Στυξ-στυγός=Ποταμός εις τον Άδη. Παραπόταμ. Τιταρήσιος και Κωκυτός (Όμηρος)
Στυξ=Κρήνη εις τον Άδη.
Στυπάζει=Βροντά, ωθεί, ψωφεί (Ησύχιος).
Στύπεα=Στελέχη.
Στυπογλύφος=ξυλογλύφος(περί τόξου, των ακίδων χειλάς).
Στύπος=Στέλεχος, κορμός, και του οφθαλμού το σώμα, και το κύτος και ο ψόφος(ήχος-κτύπος) της βροντής (Ησύχιος). Stupas=ρίζαι πτερών,μικρές βέργες (Σταματάκου)
Στύπος-ους το= Ευθυτενές, κορμός δέντρου, φέρων κατά την κορυφήν ένα μόνον θύσανον βλαστών, ως του φοίνικος. “Στύπος γαρ ο στέλεχος ήγουν γαρ το πρέμνον”. Στούπη τοποθεσία της πόλεως Πορτ-Σαΐδ Αιγύπτου, Στούπαινα Γεφύρι Ηπείρου. Στούπα Μάνης(το υ-γίνεται ου) προσωδιακή προφορά εναλλάσεται.
Στυππίον=το λίνον (Ησύχιος)
Στυππείον-Στουπί= απόξεσμα καννάβεως ή λίνου. Βύσμα εκ γναφάλων ή στυππείου δι ου εμφράσσεται η δοκιμαστική οπή των οινοβαρελίων ”εμέθυσε έγινε στουπί”.
Στύρα=τα, πόλις εν Ευβοία (Όμηρος)
Στωϊκοί=ου μόνον οι από Ζήνωνος φιλόσοφοι, αλλά και τινες γραμματικοί (Ησύχιος)
Συάτη=τσακων. η θυγατέρα συατέρες= θυγατέρες(το Θ επροφέρετο Σ, ο Θεός ελέγετο Σιορ στους Λάκωνες) στην Κέρκυρα συνοδεύεται με όνομα Σιορ Σπύρο, Σιώρα Λένη κ.α
Σύβαρις= Ελέγετο η Μεσσαριά της Κύπρου, τόπος πολλών υδάτων. Σύβαρις αρχ. πόλις της νότιας Ιταλίας
Σύβαρις =Ποταμός στη Μεγάλη Ελλάδα, Πηγή στους Δελφούς , άλλη πηγή στην Αχαΐα.
Σύβριτα= Στην Κρήτη πηγή υδάτων.
Συβόται=Χοιροβοσκοί. Ανάμνησις αυτής της ονομασίας διατηρείται ακόμη εις την νήσον των Παξών ως:Τράφος του Χοίρου, Ξέρα του Χοίρου, Γράβες του Χοίρου και όσας άλλαις τοιαύταις.(Αθηναγόρας)
Σύβοτα= Λέγονταν και οι Παξοί, αλλά υπάρχουν και δύο νησάκια πολύ κοντά και λιμάνι Σύβοτα στην Θεσπρωτία.Ο Θουκυδίδης γράφων για τη ναυμαχία ήτις εγένετο μεταξύ των Κερκυραίων, βοηθουμένων υπό δέκα Αττικών νηών και Κορινθίων, λέγει ότι ούτοι και τα ναυάγια και τους νεκρούς αυτών εκόμισαν εις Σύβοτα. Η ονομασία αυτή επεξετάθη και σε άλλες νήσους ώστε, Σύβοτα ελέγοντο υπό των αρχαίων πάσαι αι νήσοι των Παξών.
Εστι δε Σύβοτα της Θεσπρωτίας λιμήν έρημος” “είναι τα Σύβοτα έρημο λιμάνι της Θεσπρωτίας”.
Συβρίδαι=δήμος της Ερεχθηίδος φυλής
Σύβωτα-Σύβοτα=Θεσπρωτίας τοπωνύμιον παραθαλάσσιον
Συβώτης=συοτρόφος, χοιροτρόφος, χοιροβοσκός και όνομα κύριον (Ησύχιος)
Συβωτικόν=ποιμενικό τραγούδι των χοιροβοσκών(Σόλων Μιχαηλίδης)
Συγίζομαι=Συγίζω, Συγχίζω συγχίζομαι, ταράσσω-σομαι.
Σύγκελλος= Ο Πρωτοσύγκελλος αυτός που υπηρετεί πλησίον του επισκόπου ή Πατριάρχου. Σύγκελλος Γεώργιος 8ος-9ος αι.μ.Χ Βυζαντινός μοναχός και χρονογράφος ο οποίος προσπαθεί μεταξύ άλλων ν’αποδείξει ότι η ενσωμάτωση του Χριστού έλαβε χώραν το έτος 5500 από κτίσεως κόσμου.
Συγκούρβουλοι= Ομαδικώς “έφ’γαν συγκούρβουλοι” =οικογενειακώς κουβαλήθηκαν.
Συγνεφόκαμα=Όταν κάνει ζέστη και ο ήλιος σκεπασμένος από σύννεφα.
Συγχορεία=κατά τον Ησύχιον “συγχορδία, συνωδία” (ΣόλωνΜιχαηλίδης)
Συζητηνά=Συζούν ή συνεργάζονται όχι αμοιβαία κατανόησι αλλά γκρινιάζοντας.
Σύθι=ελθέ (Ησύχιος)
Σύθολα= Ούτε θολά(νύχτα), ούτε μέρα. Μούχρωμα.
Συκάμινος.Τοπωνύμιο από σκαμνιές.
Συκαμίνων= πόλις Φοινίκων(;),
Συκομαΐδα=πιτούλες από σύκα (Κέρκυρα)
Συλεύς=Ο Βασιλεύς της Αρκαδίας του οποίου ήτο υιός του Ποσειδώνος θεού των υδάτων.
Σούλας παραπόταμος του Δνείπερ, Σολάκ και Σουλυμά χωρία της υδατοβρυθούς Μεσσηνίας.
Σύλημνος-Σλίβεν=Η τελευταία ελληνική πόλις στους πρόποδες του Αίμου
Συλίονες=έθνος Χαονίας ως Ριανός εν τετάρτω Θεσσαλικών “Συλίονες δ’ έσποντο ομού” (Στέφ. Βυζάντιος)
Σύλφη=αερικό της κελτικής μυθολογίας, Συλβία γένος ωδικών πτηνών
Συλλήνος ο Ζευς=Ο θεός των Όμβρων και των Υετών.
Σύμαιθα=πόλις Θετταλίας, ο πολίτης Συμαιθεύς, ως Θεόπομπος Φιλιππικών εικοστώ δευτέρω.” (Στεφ. Βυζάντιος)
Σύμη=νήσος Καρική, ως Στράβων τεσσαρεσκαιδεκάτη, και πόλις ομώνυμος. Ωνόμασται δε από Σύμης της Ιαλύσου. Και πρότερον μεν εκαλείτο Μεταποντίς, είτα Αίγλη. (Στεφ.Βυζάντιος) Σύμη νήσος παρά τα παράλια της Καρίας (Όμηρος)
Συμπαθώ=Συγχωρώ. “Με το συμπάθιο” λένε και στην Κέρκυρα =Συγγνώμη, με συγχωρείς.
Συμπάω= Συνδαυλίζω.
Συμπολιάζω=Ταιριάζω,συνδυάζω λόγια.
Συμπόσιο= (Τσι)μπούσι. (συν-ποσιο) τόπος ευωχίας και πόσεως (Ησύχιος)
Συμπληγάδες=Νήσοι, συνδρομάδες και Κυάνεαι (από του συμπλήττω, συγκρούω) Ο Ησύχιος γράφει: παρ’ Ομήρω πλα(γ)κταί.
Σύναγγος= “Σύναγγος πόλις Φοινίκων(;)” Ηρωδιανός έκτω φησί (Στεφ. Βυζάντιος)
Συναστρέγομαι=Επιδεινκύω πνεύμα κατανοήσεως. Συνεργάζομαι, απαντάται και συναναστρέγομαι.
Συνατοί τους=Αναμεταξύ τους.
Συναυλία=παλαιά λέξη καταρχήν η ταυτόχρονη εκτέλεση αυλιτών, συμφωνία αυλιτών
Σύναυλος=σήμαινε σε συμφωνία με τον αυλό, αλλά επίσης σε συμφωνία με τη φωνή ή μ’ ένα όργανο
Σύνεργα=Τα απαιτούμενα για την εργασία μέσα.
Συνέργια ή ξεσυνέργια=Συναγωνισμός, άμιλλα.
Συνέριο κερκ.= Ρίγος
Συντάκι=Η δικαστική ανάκρισις.
Σύνταχα=Πολύ ταχειά, πρωϊ.
Συν-του-πάντου=Μηδενός εξαιρουμένου.
Συντρινά=Πεισματικά, συνερίζεται ο ένας τον άλλον.
Συνοβάνω=Υποδαυλίζω, διαβάλω σ’ έχθρα.
Συνομόγληκος =Ο συνομήλιξ.
Συνυφάδα=Οι νόμιμες γυναίκες δύο αδερφών.
Σύρε -άμε= Κέρκυρ. Έκφραση “άμε φεύγα απόδω” Πήγαινε
Συρία= Υπήρχε πρώτα στην Ήπειρο, οι Άραβες την αποκαλούν Σαμ.
Συρίη=Η λεγόμενη νυν Σύρος (Απολ.Σοφιστού).
Σύριγγα, του Πανός=Κατά τη μυθολογία , κατασκευάστηκε από τον ποιμενικό θεό Πάνα, όταν αυτός αγάπησε τη νύμφη Σύριγγα. Η νύμφη τρομαγμένη από την καταδίωξη του τραγοπόδαρου θεού, παρακάλεσε τον Δία να την σώσει. Πράγματι, τη στιγμή που την άγγιξε ο Παν, η νύμφη μεταμορφώθηκε σε καλαμιά. Τρελλός από θυμό και απογοήτευση ο θεός έσπασε την καλαμιά σε κομμάτια, τότε όμως συνειδητοποίησε ότι τεμάχισε το σώμα της αγαπημένης του και μετανοιωμένος άρχισε να κλαίει και να φιλά τα κομμάτια της καλαμιάς. Καθώς όμως τα φυσούσε κλαίγοντας, άκουσε να βγαίνουν ήχοι (συριγμοί) από τα καλάμια και έτσι οδηγήθηκε στην κατασκευή της σύριγγος που φέρει το όνομά του. Αυτός είναι ο ωραίος μύθος, μέσα όμως από το μύθο, κρύβεται και κάτι άλλο σοβαρότερο, όπως όλοι οι μύθοι των προπατόρων μας.Η σύριγγα αυτή υπήρξε το κατ’ εξοχήν ποιμενικό όργανο, γι αυτό και τη βλέπουμε όχι μόνο σε παραστάσεις ποιμενικού χαρακτήρα, αλλά μέχρι πρότινος οι φλογέρες αντιλαλούσαν στα βουνά της Ηπείρου από τους βοσκούς. Πολλές υπέροχες ασπρόμαυρες φωτογραφίες (Νέλλης) διατηρούσε ο Ελληνικός Τουρισμός μέχρι το 1940, τότε με τον Ελληνο-Ιταλικό πόλεμο και αργότερα τον εμφύλιο πόλεμο των Ελλήνων, τα πάντα ανετράπησαν καταστρέφοντας κάθε τι ειδυλλιακό απομεινάρι της ιστορίας μας.
Συρματερά=Είδος τσαπρακιών (επάργυρα κουμπιά υψηλής τέχνης της στολής των Πωγωνησίων) μικρών που θεωρούνται ως επίσημα.
Συρμή=Το ελαφρό κρυολόγημα, συνάχι. Μέρος κατωφερές, επικλινές κάπως λακκώδες.
Συρράκο=Χωρίον Ιωαννίνων.
Αι Συράκουσαι-Σιρήκουσαι-Συράκοσαι-Συράκοσσαι=η επισημοτέρα και ισχυροτέρα των εν Σικελία αρχαίων πόλεων παραθαλάσσια πόλις και μία των μεγαλητέρων του παλαιού κόσμου.
Σύρνα=πόλις Καρίας έκτισται δε υπό Ποδαλειρίου εκπεσόντα γαρ αυτόν εις Καρίαν σωθείναι υπό τινος αιγοβοσκού και αχθήναι προς Δαμαιθόν Καρίας βασιλέα, ού την
θυγατέρα Σύρναν πεσούσαν από του τέγους υπ’ αυτού θεραπευθήναι. Φησί δε ούτως “αθυμούντος δε του Δαμαιθού τον Ποδαλείριον αφ’ εκατέρου των βραχώνων αίμα αφελόντα σώσαι την παίδα, τον δε θαυμάσαντα συνοικίσαι αυτώ την παίδα και δούναι την χερρόνησον εν ή δύο πόλεις κτίσαντα την μεν από της γυναικός Σύρνον, την δε ετέραν από του σώσαντος αυτόν νομέως (Βυβασσόν καλέσαι)” (Στεφ. Βυζαντιος).
Σύροι=κονόν όνομα πολλών εθνών λέγονται δε και Λευκόσυροι (Στεφ.Βυζάντιος)
Σύρος =νήσος Ιωνική, Σύρος νήσος Ακαρνανίας
Συρτός=είδος χορού που μνημονεύεται στην Επιγραφή του Επαμεινώνδα (μέσα του 1ου αι.μ.Χ )που βρέθηκε στη Βοιωτία είναι: “τας δε πατρίους πομπάς μεγάλας και την των συρτών πάτριον όρχησιν θεοσεβώς επετέλεσεν” με θεοσέβεια τέλεσε τις μεγάλες εθνικές πομπές και την εθνική όρχηση του συρτού (Σόλων Μιχαηλίδης)
Συτζιά=Λέξις Τσακώνικη η συκιά.
Συφάμελα=Οικογενειακώς.
Συφερτός=Υποφερτός, συμφέρων.Είναι συφερτό για τ’ εσένα”= σε συμφέρει.
Σύχλωρο =Τυρί χλωρό φρεσκαλατισμένο.
Σφαγιό-Σφάχτης=Πόνος ξαφνικός και οξύς στο σώμα.
σφάζων το θύμα- σφάγιον, το αίμα του οποίου προσεφέρετο δώρον θυσία τω θεώ.
Σφάκα=Είδος φλόμου, φλομώδης όμοιος πρός φλόγησιν Κατα΄Ησύχιον.
Σφακερά=Χωρίον Β.Κερκύρας, Σφάκα –Ασφάκα Ηπείρου, σφάκια της αμπέλου τα κλήματα, σφάκος χόρτος ον τα κτήνη εσθίει, οι δε το επί των δρυών επιγεννώμενον, ο καλούσι βρύον, ουκ ευ. Εκείνος γαρ φάσκος λέγεται σφακώδη κλιτύν καθ’ ην ο σφάκος εφύετο. Έστι δε άγριον φυτόν.
Σφάκια=Κατά τον Ησύχιον της αμπέλου τα κλήματα λέξις συγγενής της Σφακιά.
Σφακιά=Ερυθραία. Σφακιά Χανίων-Κρήτης
Σφακτήρια=έστι δε μεθόριον Ηλείων της προς Μεσσήνην χώρας, κέκληται δ’ ούτως, ως φησίν Εχεφυλίδης, δια το εν αυτώ σφαγιασαμένους τους Ηρακλείδας προς Όξυλον ποιήσασθαι συνθήκας περί φιλίας και ομονοίας. έστι και νήσος Σφακτηρία, και Σφαγία και Σφαγίτις άκρα Σκυθίας (Στεφ. Βυζάντιος)
Σφάλαγκας=Ο ασπάλαξ, η αράχνη.
Σφαλαγκωνιά=Η φωληά της αράχνης.Τη χρησιμοποιούσαν ως φάρμακο για να σταματήσει το αίμα στην πληγή.
Σφατσέλο = Ατύχημα, Καταστροφή
Σφάχτης= Ο φονεύς ο εκχέων αίμα το ερυθρόν και η μάχαιρα σφακτική λέγεται διότι δι αυτής εκχέεται το αίμα. Σφαξ η σφαγή και Σφάκτρια η ιέρεια.Σφάκτης ο ιερεύς ο Σφέκλα = Η του οίνου τρυγία.
Σφήκεια, Ερυθραία= ελέγετο και η Κύπρος ή έχουσα αμεσωτάτην σχέσιν προς την Κρήτην. “Σφήκεια η Κύπρος πρότερον” κατά τον Ησύχιον.
Σφηλιώνω=Σφηνώνω, σφαλώ, κλείνω σφιχτά το στόμα.
Σφηττός=Δήμος της Ακαμαντίδος φυλής της Αττικής και σφήτιον όξος παροιμιώδες.Σφιγξ-σφιγγός=Κατά την μυθολογίαν τέρας πτερωτόν και κεφαλήν γυναικός, ήτο θυγάτηρ της Χιμαίρας και του αδελφού αυτής Όρθρου, σχετιζομένη προς την μυστηριώδη λατρείαν του Βάκχου-Διονύσου. Η λέξις Χίμαιρα, Ίμερα, χειμάρα, Κιμμέρια, Καμάρα και Καμάρες χωρίον της Κρήτης, τοπων. Κερκύρας, εξηγείται δια του Ερυθρός κυρίως αναφέρεται εις το αίμα και τον οίνον ως εκ του χρώματος αυτών.
Σφογγιστομπολιές = Λεπτά υφάσματα που κάλυπταν τα ιερά σκεύη ή τα χρησιμοποιούσαν για να σφογγίζουν το άγιο ποτήριον (Κέρκυρα)
Σφιγξ-σφιγγός=Κατά την μυθολογίαν τέρας πτερωτόν και κεφαλήν γυναικός, ήτο θυγάτηρ της Χιμαίρας και του αδελφού αυτής Όρθρου, σχετιζομένη προς την μυστηριώδη λατρείαν του Βάκχου-Διονύσου. Η λέξις Χίμαιρα, Ίμερα, χειμάρα, Σφουνάω=Σιφωνίζω, στεγνώνω.
Σφουνό= στεγνό, απηλλαγμένο υγρότητος.
Σφοντάνι= Το δένδρον η σφένδαμος.
Σφόνδυλος αρχ., Σφοντύλι=Το ξύλινο ειδικό βαρύδι, ου προσαρμόζεται στο αδράχτι για την ισορόπησί του σε ειδικό γνέσιμο. Τούρθε ο ουρανός σφοντύλι, ζαλίστηκε από δυνατό χτύπημα.
Σφόνδυλοι=αι αρμογαί των μελών. και οι των φυτών πυθμένες. άλλοι τας δικαστικάς ψήφους, και τα της ράχεως οστά. και των σκορπίων αι επί των κέντρων περιγραφαί. (Ησύχιος)
Σφω=Υμείς οι δύο “Αίαντε σφω μεν κε σαώσεται
Σχαριάρης=Ο πρώτος κομιστής ευχάριστων νεών. Σχαρίκια= Ευχάριστα,
Σχεδία= Σκάφος τὸ πλοῖον.
Σχερία-Κέρκυρα =λέξεις που αναφέρονται στους Ίνκας Aihuhrai Rhiruar –Hirhurah Rariauh=Δωριείς. Κέρκυρα=Ηirhurah ή (Κερκυραίοι=Ηirhurauai)
Σχερία-Σκερία=Όνομα, αποδίδεται εις την Φαιακία, εκτός άλλων σημασιών έχει σχέσι και προς το γουρούνι το μεγάλο. Σκρόφα λέγεται η γουρούνα.
Σχερίαν= Ο Όμηρος καλεῖ ριβώλακα, καὶ ρατεινν ραννν,
καὶ τὸν οἶνον τῆς Κερκύρας«μελίφρονα». Τὸ ἔρατεινὴ δὲ καὶ τὸ ἐραννὴ ἀναφέρονται ὑπ᾿ αὐτοῦ εἰς τόπους ἐν οἷς ἀκμάζει ἡ ἄμπελος.
Σχετλιαζέτω=βαρείσθω, αποδυσπετείτω, Σχέτλιον γαρ το άδικον , Σχετλιάζων ο αδικούμενος (Ησύχιος)
Σχίζα η=Λαμπάς.
Σχιζίας=λεπτός παρ’ Αττικοίς.
Σχίνος= Είδος σμαράγδου ειργασμένου. Σχοίνος πόλις Βοιωτίας.
Σχινούντα=Νήσος εστί Σχινούσ(σ)α Φωκίδος.
Σχολή καὶ Δασκαλεῖον= Προῆλθε ἀπό τὴν σκύλαν, τὴν σπηλιάν, τὴν φωλεάν· καὶ ἡ λέξις φωλεὰ σημαίνει πέτραν διάτρητον, ἔχουσαν κοιλώματα.Τὰ κοιλώματα ταῦτα, ἤ ἄντρα, αἱ φωλεαὶ αὗται, ἦσαν αἱ κατοικίαι τῶν πρώτων ἀνθρώπων, ἀλλά καὶ τὰ σχολεῖα αὐτῶν.
Σχωρώ σχωρνώ=Συγχωρώ, δίνω συγγνώμη.
Σχώρια=Η συγγνώμη.
Σώγαμπρος=Ο εσώγαμβρος.Ο γαμπρός που αντί να εγκατασταθεί η σύζυγος στο δικό του σπίτι, εγκασθίσταται αυτός στο δικό της.
Σώζω=σώνω κερκ. σούνου λακώνες “σούσε Δέσποινα”.
Σωζοπόλ-Σωζόπολις=η αρχαία Απολλωνία αποικία των Μιλησίων, ομώνυμη πόλη υπάρχει ση Μ.Ασία (Παμφυλία) και στην Βόρειο κατεχόμενη Ήπειρο
Σώκος=Ισχυρός.
Σωκράκι=Χωρίον Κερκύρας.
Σώπασε=τσώπασε, τσο(όχι, με κίνηση κεφαλιού) τσ,τσίτο για να διώξω τη γάτα, σς=για να επιβάλλω ησυχία
Σωπική = χωρίον Πωγωνίου,
Σώπικα=Συνθηματική των Σωπικιωτών βαγενάδων γλώσσα που παρέλαβαν λίγο ή πολύ και οι λοιποί βαγενάδες του Πωγωνίου.
Κατά τις αρχές του 1800 την τέχνη κατασκευής βαρελιών=βαγενιών, τα βυζ.βαγοίνια, πολλοί μετήρχοντο την τέχνη του βαρελοποιού από τα χωριά της περιοχής και συγκεκριμένως:από τη Σωπική, Τσάτιστα, Σκωριάδες, Μαυρόγερο, Δρυμάδες, Κακόλακο, Μέβζεσδα, Φραστανά και Τσαραπλανά. Κοιτίς όμως των βαγενάδων πρέπει να θεωρηθεί η Σωπική.
Οι βαγενάδες αποδημούσαν κάθε Μάρτη και σκορπίζοναν σ’ όλη τη Βαλκανική μέχρι την Πελοπόννησο και κατασκεύαζαν ή επιδιόρθωναν βαγένια και κάδους για κρασιά, καρδάρες και μπούτενες γι’ αρτυμή κλπ. Τον Οκτώβριο δε όποτε τελείωνε ο τρύγος και η συγκομιδή, επέστρεφαν στην πατρίδα. Οι βαγενάδες μη θέλοντας να γίνεται αντιληπτή η ομιλία τους από τους ξένους στους οποίους εργάζονταν-για οποιοδήποτε λόγο- επενόησαν συνθηματική γλώσσα, που αποτελείται κυρίως από νεολογισμούς και μερικές λέξεις που χρησιμοποιούσαν οι Αλβανοί, Βούλγαροι και Ρουμάνοι δείγμα μπορούμε να πούμε της εκτάσεως των αποδημιών τους, γνωστή ως Σώπικα.
Σωροβολιάζω-ομαι=Γκρεμίζω, πέφτω χάμου καταρρέω.Ουσ.Σωροβολιό ή σωροβολιασμένος=Κατέπεσε σωματικώς και ψυχικώς.
Σώση= Το τέλος. Σώνε=τέλειωνε (κερκυρ.)
Σωσίνου=Ιερά μονή δίπλα στον Παρακάλαμο Ηπείρου.ο Σώσις–ιδος Σικελός τις, Ξενφ. Κύρου Ανβ. Σώσος ο κύρ. όνομα, Σωσώ η –ούς (Νικ. Λωρέντης)
Σώτερ-σωτηρι-σωτειραι=μία λέξις με προσωδιακές αποδώσεις, βρέθηκαν στην ίδια στήλη χαραγμένες, που σημαίνει ότι κάθε φωνήεν είχε τη δική του απόδοση και τη δική του δυναμική. Ενώ εμείς όλα τα (ι, η, ει, οι, κλπ.) τα προφέρουμε με ένα φωνήεν, όμως οι δίφθογγοι αρχικά έκαναν χρέη προσωδίας και επροφέροντο ολόκληροι. Όταν όμως η γλώσσα από προσωδιακή έγινε τονική (τονικό σύστημα) τότε δημιουργήθηκε η γραμματική και συμπτύχθηκαν σ’ ένα φωνήεν.
Σωτήρ=ο του αλός χόνδρος,και ο Ζευς, ο ελευθέριος, ή λυτρωτής
Σωχός=ο των Κουρήτων πατήρ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου